21.4.16

Το φιλί της λύκαινας




Λότη Πέτροβιτς – Ανδρουτσοπούλου
«Το φιλί της λύκαινας»
Μυθιστόρημα
Εκδόσεις Πατάκη

                                               
  
Η ελληνική λογοτεχνία για παιδιά και νέους ανθεί –ανάμεσα στα άνθη της ξεφυτρώνουν και κάποια αγριόχορτα, ξεπετιούνται δώθε κείθε και κάποια ζιζάνια.
Αλλά ανθεί.
Η ανθοφορία της έχει εδώ και αρκετά χρόνια ξεκινήσει και έχει στηριχτεί στο ταλέντο και στο πάθος και στη συνέπεια κάποιων συγγραφέων.
Μερικοί δεν είναι πλέον ανάμεσα μας. Κάποιοι άλλοι συνεχίζουν να προσφέρουν την πείρα και τις εμπνεύσεις τους. Πρώτη και σημαντικότερη ανάμεσα σε αυτούς η Λότη Πέτροβιτς – Ανδρουτσοπούλου.
Συγγραφέας που με πολλαπλούς τρόπους αφιέρωσε όλο σχεδόν το έργο της στην παιδική λογοτεχνία.
Μένει έκπληκτος κανείς και μόνο αν ξεκινήσει να ‘ξεφυλλίζει’ τον διαδικτυακό της τόπο –www.loty.gr
Ένα μεγάλο –ίσως το σημαντικότερο- μέρος του έργου της το απαρτίζουν τα μυθιστορήματά της.
Αν μετρώ καλά, είναι 19. Και όπως η ίδια σημειώνει : Τα πρόσωπα πoυ πλάθω είvαι για μέvα τόσo ζωvταvά πoυ τα αισθάvoμαι όvτα πραγματικά. Έτσι επαvεμφαvίζovται, "τρυπώvoυv" και σε άλλα μυθιστoρήματά μoυ, αλλά σε διαφoρετικές περιπέτειες και ηλικίες
Με άλλα λόγια, η Πέτροβιτς έχει δημιουργήσει ένα δικό της κόσμο –όχι φανταστικό, μα ρεαλιστικό και με ιστορικές καταβολές. Μέσα στις σελίδες των βιβλίων της οι ήρωές της γεννιούνται, ερωτεύονται, σπουδάζουν, επικοινωνούν,  συμφωνούν ή διαφωνούν, ξενιτεύονται, γεννούν, γίνονται φίλοι, αποχωρίζονται, πεθαίνουν.
Και η δημιουργός τους, καθώς παρακολουθεί τις ζωές και τις περιπέτειές τους, περιγράφει και την ελληνική ιστορία σχεδόν από τότε που ξεκινά η δημιουργία του ελληνικού κράτους.
Έχουμε, λοιπόν, μια ενδιαφέρουσα σύζευξη κοινωνικού και ιστορικού μυθιστορήματος.
Όλα μαζί αυτά τα μυθιστορήματα (και μαζί βέβαια με τα υπόλοιπα έργα της Πέτροβιτς) νομίζω πως εδραιώνουν την άποψη πως η Λότη Πέτροβιτς – Ανδρουτσοπούλου είναι η πιο ενδιαφέρουσα (ίσως και η πλέον σημαντική) εκπρόσωπος της ελληνικής παιδικής λογοτεχνίας έτσι όπως διαμορφώθηκε από τα χρόνια της μεταπολίτευσης και μετά.
Το σημαντικό αυτό έργο έχει δομηθεί πάνω σε συγκεκριμένους άξονες –συνύπαρξη του σήμερα με το χτες, προβολή τρόπου ζωής σύμφωνα με αρχές διαχρονικές, μυθιστορηματική πλοκή δίπλα σε παροχή γνώσεων.
Οι ήρωες της Πέτροβιτς λες και έχουν σάρκα και οστά, ανάσες και παλμούς. Εγγράφονται στη μνήμη του αναγνώστη τους. Μα την ίδια τη στιγμή, ο εξασκημένος μελετητής των συγγραφικών τεχνασμάτων, διαπιστώνει πως η δημιουργός τους δεν έχει επιτρέψει στον εαυτό της να ξεφύγει από τις προεπιλεγμένες τεχνικές αφήγησης.
Να το διατυπώσω με τρόπο κάπως ανορθόδοξο –αν ο συγγραφέας είναι ένα είδος Θεού/Δημιουργού, τα δημιουργήματά του είναι πρόσωπα κατ΄ εικόνα και ομοίωσή του.
Γι αυτό και οι ήρωες αυτών των μυθιστορημάτων σε κρατάνε τόσο κοντά τους. Έχουν όλα τα στοιχεία με τα οποία και η συγγραφέας τους ζει, σκέφτεται και πράττει.
Και αυτή η ταύτιση δημιουργού – δημιουργημάτων είναι τόσο ουσιαστική (μα και τόσο επιτυχημένα έχει υλοποιηθεί) ώστε αυτό το πλήθος μυθιστορηματικών προσώπων –που ας σημειωθεί πως προέρχονται από εφτά οικογένειες- δεν κουράζει τον αναγνώστη του, μα μήτε και τους ίδιους δεν τους μετατρέπει σε ανδρείκελα.
Ο κόσμος της Λότης Πέτροβιτς – Ανδρουτσοπούλου είναι ένας ολοκληρωμένος κόσμος.

                                                ****************************

Σκέψεις πρόχειρα διατυπωμένες όλα τα πιο πάνω, που προήλθαν από την ανάγνωση του τελευταίου μυθιστορήματος –«Το φιλί της λύκαινας».
Σε αυτό περιγράφεται η σχέση ανάμεσα σε παππού και εγγονό. Μα όχι μόνο. Η υπόθεση στηρίζεται και στη σχέση ανθρώπου και ζώου. Μα κι ακόμα στο πως ο τρόπος που οι άνθρωποι αποφασίζουν να ενώσουν ο καθένας τη ζωή του με τη ζωή ενός άλλου, μπορεί να αποβεί καταστροφικός ή αντίθετα δημιουργικός.
Ο Πέτρος Δίγκος, ο παππούς του Φραγκίσκου Νόιγκερ, είναι στην ουσία ο κεντρικός άξονας της ιστορίας. Αυτά που έζησε –άλλοτε γιατί επέλεξε να τα ζήσει κι άλλοτε γιατί έτσι ήρθαν τα πράγματα- λες και περιγράφουν όλο τον 20ο αιώνα. Κι όμως ο Πέτρος Δίγκος δεν υπήρξε κάποιο πρόσωπο που πρωταγωνίστησε στις σελίδες της επίσημης ιστορίας.
Πίσω από τα αχνάρια του έρχεται να μυηθεί στα μυστικά της ζωής ο εγγονός του. Και θα μάθει πως πολύ συχνά οι άνθρωποι κάνουν λάθη τραγικά, αλλά επίσης θα μάθει πως πέρα από το όποιο λάθος υπάρχει και η αυτογνωσία.
Ολοζώντανη η σχέση των δυο γενεών. Ανάμεσα τους πρόσωπα από το παρελθόν –κάποια από αυτά θα καθορίσουν το μέλλον.
Ολοζώντανη και η παρουσία της μικρής λύκαινας. Η ανάγκη να προστατευθεί η ζωή της, γίνεται ένα σύμβολο προστασίας μιας βασικής και διαχρονικής αξίας
Δώσε σ’ αυτούς που αγαπάς
Φτερά για να πετάξουν,
Ρίζες για να επιστρέψουν
Και λόγους για να μείνουν
  
                                                  **************************

Τελικά –σκέφτομαι- πως ίσως ο ουσιαστικότερος ορισμός της λογοτεχνίας για παιδιά θα ήταν μια πρόταση μέσα στην οποία θα συνυπήρχαν λέξεις όπως: ήθος, ευγένεια, απλότητα, ανθρωπιά, αξιοπρέπεια.
Δεν ξέρω μια τέτοια πρόταση να υπάρχει. Ξέρω, όμως, πως το περιεχόμενο της το εφαρμόζει η Λότη Πέτροβιτς – Ανδρουτσοπούλου.






Πρώτη δημοσίευση:
http://www.culturenow.gr/47424/to-fili-ths-lykainas-loth-petrovits-androytsopoyloy-kritikh-vivlioy

19.4.16

Μανόλο & Μανολίτο και Μανουήλ - η μαγεία της γραφής

Μανόλο & Μανολίτο και… Μανουήλ
Μυθιστόρημα για παιδιά σε δύο μέρη
Μάνος Κοντολέων
Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή
Πατάκης



Γράφει η Μάριο Χωρεάνθη
 Πρώτη δημοσίευση: 


Ο Μανόλο και ο Μανολίτο είναι δυο φίλοι που θα μπορούσαν επίσης να είναι παππούς και εγγονός, ή το ίδιο άτομο σε δυο στάδια της ζωής του. Δεν μένουν στο ίδιο σπίτι, ζουν όμως στην ίδια γειτονιά: ο Μανολίτο με τους καλλιτέχνες γονείς του και ο Μανόλο με τη λευκή σκυλίτσα του, που ο Μανολίτο έχει ονομάσει Νύχτα. Ένα ατυχές περιστατικό γίνεται αιτία να προστεθεί στην παρέα κι ένας τρίτος φίλος, ο έφηβος Μανουήλ, ο οποίος έχει βγει κυριολεκτικά μέσα από άλλο κείμενο – ενός άλλου συγγραφέα και ενός άλλου καιρού.
Συνέχεια του νεανικού αφηγήματος Μανόλο & Μανολίτο (2013), το ευπρόσδεκτα ιδιότυπο αυτό λογοτέχνημα του Μάνου Κοντολέων δανείζεται τον νεαρό πρωταγωνιστή από το διήγημα του Γεωργίου Βιζυηνού Το μόνον της ζωής του ταξείδιον, μεταφέροντάς τον σε ένα σύγχρονο εναλλακτικό σύμπαν: το μαθητευόμενο ραφτόπουλο του Βιζυηνού «διακτινίζεται» από την Κωνσταντινούπολη κοντά στην περιοχή του Μανόλο και του Μανολίτο και γίνεται βοηθός του ιδιοκτήτη ενός θερμοκηπίου. Αν και δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που ένα λογοτεχνικό (και όχι μόνο) έργο κλείνει το μάτι σε ένα άλλο, η ιδιαιτερότητα του Μανόλο & Μανολίτο και... Μανουήλ έγκειται στην ένταξη ενός προσώπου, σχεδόν αυτούσιου, από ένα προγενέστερο κείμενο διαφορετικής «πατρότητας» και στη διασταύρωση της ιστορίας του με εκείνη του νεότερου βιβλίου κατά τρόπο τόσο οργανικό ώστε τα όριά τους σχεδόν χάνονται.
Αν ένας συγγραφέας εισχωρήσει αυτοπροσώπως στο έργο ενός άλλου συγγραφέα, θα μπορέσει εν είδει χημικού καταλύτη να επηρεάσει μια πλοκή που έχει ολοκληρώσει την προδιαγεγραμμένη διαδρομή της; Θα καταφέρει να την «εκτροχιάσει» προς όφελος των δικών του ηρώων όσο και των πρωταγωνιστών εκείνης; Μα αυτή ίσα ίσα είναι η μαγεία της γραφής, όπως και κάθε άλλης τέχνης – δηλαδή της δημιουργικής φαντασίας: το ότι τολμά και πετυχαίνει όσα θα ήταν ακατόρθωτα στην υλική πραγματικότητα. Μετακινείται δίχως περιορισμούς μέσα στον χώρο και τον χρόνο, επαναπροσδιορίζει τα δεδομένα, μεταλλάσσει και μεταμορφώνει τα πρόσωπα, επινοεί, διυλίζει και καθοδηγεί τα συναισθήματα και τις αντιδράσεις τους, δημιουργεί και διαμορφώνει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες θα κινηθούν. Από μια και μοναδική αφετηρία προσφέρει και εξερευνά πολλαπλές πιθανές λύσεις και εξελίξεις. Όμως και οι ίδιοι οι φανταστικοί χαρακτήρες, από τη στιγμή που θα (ξανα)πλαστούν, αποκτούν δική τους ζωή και ο καθένας με τον τρόπο του επιδρά στην πορεία των γεγονότων.
Η επιλογή των ονομάτων για τους ήρωες του βιβλίου δεν είναι καθόλου τυχαία. Και τα τρία αποτελούν παραλλαγές του ονόματος του συγγραφέα, ο οποίος ουσιαστικά «μοιράζει» τον εαυτό του σε τρία πρόσωπα, τρία στάδια ζωής και τρεις γραμμές δράσης: δεν περιορίζεται στην ιδιότητα του παρατηρητή/ αφηγητή, αλλά μπαίνει και ο ίδιος μέσα στο έργο του για να διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στην εξέλιξη της ιστορίας, όχι πια ως το αόρατο χέρι που σκιαγραφεί τους χαρακτήρες και κινεί τα νήματα της πλοκής, αλλά ως ο ένας από τους κεντρικούς ήρωές της. Το τριαδικό σχήμα διακρίνεται εξίσου στις παράλληλες και τεμνόμενες διαστάσεις της ιστορίας, στα διαφορετικά επίπεδα αφήγησης που ξεπροβάλλουν το ένα μέσα από το άλλο, διαχωρίζονται και διαπλέκονται. Καθώς επίσης και στην επικοινωνία μεταξύ των τριών γενεών, στη διαλεκτική αλληλεπίδραση αρχαίου μύθου, λαϊκού παραμυθιού (κυρίαρχο και σταθερό χαρακτηριστικό του οποίου, μάλιστα, είναι η αναφορά στον «μαγικό» αριθμό 3) και μυθιστορίας, κυριολεξίας, μεταφοράς και αλληγορίας, υλικής και μυθοπλαστικής πραγματικότητας και μαγικού ρεαλισμού.

Τα ηθελημένα μετα-λογοτεχνικά στοιχεία του κειμένου, ωστόσο, χάρη στον μαστορικό χειρισμό τους από τον συγγραφέα, καταφέρνουν να παραμένουν διακριτικά εμφανή – τόσο που να μην υπονομεύουν ούτε στο ελάχιστο την αισθητική εμπειρία της ανάγνωσης, την οποία συμπληρώνουν οι όμορφες ασπρόμαυρες εικόνες και βινιέτες της Ίριδας Σαμαρτζή. Άκρως ποιητική, διαποτισμένη με τρυφερότητα και με ανάλαφρες πινελιές χιούμορ που απαλύνουν τις κορυφώσεις του συναισθηματικού φόρτου, η γραφή του Μάνου Κοντολέων καθηλώνει και πείθει τον αναγνώστη, παρασύροντάς τον σε μια γοητευτική διακειμενική και διαχρονική περιπλάνηση, σ’ ένα ταξίδι που είναι μαζί φόρος τιμής σε καθοριστικά αναγνώσματα, προσκύνημα στην αθωότητα της παιδικής ηλικίας και συμφιλίωση με το άφευκτο του ανθρώπινου πεπρωμένου. Η διαπίστωση του μικρού Μανολίτο ότι «η αγάπη ποτέ δεν πεθαίνει» αντικατοπτρίζει στην ουσία τη ζωοποιό δύναμη της ίδιας της τέχνης, μιας διαφορετικής –αν και όχι λιγότερο γνήσιας ή παρακινούμενης από πάθος– μορφής αγάπης: η αγάπη και η δημιουργία αψηφούν, μάχονται και ξορκίζουν τον θάνατο.


18.4.16

Μυστικά ή ψέματα

Μεγκ Ρόσοφ «Μυστικά ή ψέματα»

Μετάφραση Βεατρίκη Κάντζολα – Σαμπατάκου

Εκδόσεις Μίνωας




Η Μίλα είναι περίπου δώδεκα χρονών. Και συνοδεύει τον πατέρα της σε ένα ταξίδι από την Αγγλία στην πολιτεία της Νέας Υόρκης.


Σκοπός του ταξιδιού να βρεθούν τα ίχνη του αναίτια (;) εξαφανισμένου παλιού και στενού φίλου του πατέρα της.


Ο φίλος του πατέρα τελικά βρίσκεται. Μα δεν είναι αυτό το πλέον σημαντικό. Μεγαλύτερη ουσία έχει το ότι η Μίλα μέσα από το ταξίδι αυτό ενηλικιώνεται.


«Αναρωτιέμαι σε ποιο χρονικό σημείο ένα παιδί παύει να είναι παιδί. Συμβαίνει μεμιάς ή αργά και σταδιακά; Υπάρχει μια ηλικία, μια εβδομάδα, μια στιγμή που όλα τα μυστικά του σύμπαντος αποκαλύπτονται και η ενηλικιότητα κατεβαίνει σαν σύννεφο από τον ουρανό, αλλάζοντας το μυαλό του για πάντα; Άραγε το παιδί που είμαι εγώ θα φύγει αθόρυβα κάποια μέρα για να μην ξαναγυρίσει ποτέ;»


Σκέψεις ενός ατόμου που εγκαταλείπει την παιδική περίοδο και εισέρχεται στον προθάλαμο της ενηλικίωσης.


Απρόσμενα γοητευτικό μυθιστόρημα* με ένα ξάφνιασμα να περιμένει τον αναγνώστη του καθώς πλησιάζει περισσότερο τις σκέψεις της αφηγήτριας – κεντρικής ηρωίδας.


Στα γεγονότα που εξιστορούνται εκείνη συμμετέχει όχι ως το κεντρικό πρωταγωνιστικό άτομο, αλλά περισσότερο σχολιάζοντάς τα και αναλύοντάς τα.


Η ενηλικίωση –το θέμα του μυθιστορήματος- δε βιώνεται, μα σηματοδοτεί την πορεία της.


Η Μίλα αποχαιρετά την παιδική της ηλικία καθώς άλλοτε μαθαίνει, άλλοτε παρακολουθεί, άλλοτε υποκύπτει ή ξαφνιάζεται από τους τρόπους που οι ενήλικοι συνυπάρχουν μεταξύ τους και εκφράζουν τα μεγάλα συναισθήματα όπως αυτό του έρωτα ή τις μεγάλες τους αποφάσεις όπως την ανάληψη της γονικής ευθύνης.


Η πρόσφατα βραβευμένη με το διεθνές βραβείο λογοτεχνίας για παιδιά και νέους Άστριντ
Λίντγκρεν έχει γράψει ένα ανορθόδοξο (τουλάχιστον για την ελληνική πραγματικότητα) μυθιστόρημα.


Τολμά (για την ελληνική-πάντα- πραγματικότητα) να ξεσκεπάσει μπροστά σε ένα έφηβο τα μυστικά που κρύβουν οι ενήλικες και τα ψέματα που πάνω τους στηρίζουν τις ζωές τους.
Μυστικά από αυτά που υπάρχουν στις ιδιωτικές μας ζωές, ψέματα από εκείνα που μονίμως δεν θέλουμε να παραδεχτούμε την ύπαρξή τους.


Η Μίλα είναι έτοιμη να συμμετάσχει σε αυτήν την μαθητεία ενηλικίωσης. Ο τρόπος που οι γονείς της την έχουν μεγαλώσει την βοηθά. Τρόπος που αφήνει το παιδί να αντιμετωπίσει μόνο του, τα μεγάλα δικά του ερωτήματα.


Εξομολογείται η Μίλα: «Δεν μπορώ να φανταστώ πώς θα είναι να ζω μια πραγματική ζωή ή πώς θα είμαι ποτέ ενήλικο άτομο. Μου φαίνεται τόσο απίθανος αυτός ο μετασχηματισμός. Κάποια μέρα μπορεί να είμαι η σύντροφος κάποιου ή η μητέρα κάποιου ή η ιατροδικαστής κάποιου. Κάποια μέρα μπορεί να πίνω πολύ ή να αποκτήσω παιδί και να μην το πω σε κανέναν. Κάποια μέρα μπορεί αν το σκάσω από τα πάντα, για δικούς μου λόγους.


Αυτόν τον εαυτό μου είναι αδύνατο να τον φανταστεί ο σημερινός μου εαυτός. Δεν μπορώ να με φανταστώ μεγάλη. Δεν μπορώ να με φανταστώ διαφορετική απ΄ ότι είμαι τώρα. Δεν μπορώ να με φανταστώ γριά ή παντρεμένη ή πεθαμένη.»


Μια μεγάλη αλήθεια. Ο νέος άνθρωπος δεν μπορεί να φανταστεί τον εαυτό του στη θέση ενός ηλικιωμένου. Κι αν το κάνει, θα ζητήσει να ταυτιστεί με θετικά στερεότυπα –πλούτη, δόξα, ήθος.


Η Ρόσοφ σταματά, ανατρέπει μια τέτοια μορφής αυτογνωσίας. Με τον πιο απλό τρόπο που μπορεί να υπάρξει –φωτίζοντας τις πράξεις των ενηλίκων.


Τα σημαντικά έργα της παιδικής και νεανικής λογοτεχνίας μεταξύ των άλλων χαρακτηριστικών έχουν κι αυτό – να χρησιμεύουν ως καθρέφτης και βοήθημα αυτογνωσίας στον κάθε ενήλικο αναγνώστη τους που θα έχει την εξυπνάδα να τα διαβάσει.


Η γραφή της Μεγκ Ρόσοφ διατηρεί μια συνθετικότητα στο συνταίριασμα λέξεων και ιδεών. Η μετάφραση της Βεατρίκης Κάντζολα – Σαμπατάκου ( και η ίδια είναι δόκιμη συγγραφέας για παιδιά και νέους) πετυχαίνει σε μεγάλο βαθμό να υποστηρίξει αυτή την συνθετικότητα και στα ελληνικά

Πρώτη δημοσίευση: 
http://www.iporta.gr/politismos/vivlio/item/8975-megk-rosof-mystika-i-psemata-tou-manou-kontoleon

11.4.16

«Δάχτυλα πάνω στο σώμα της» - μια ματιά πάνω στην εναρμόνιση ψυχής και σώματος




γράφει η Ελένη Πριοβόλου  

Θα αρχίσω το κείμενο αυτό  από το επίμετρο του μυθιστορήματος και συγκεκριμένα από τα λόγια της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ που αναγράφονται σε αυτό.
«Ίσως να μην έχει τονισθεί αρκετά ότι το πρόβλημα της ελευθερίας των αισθήσεων κάτω από όλες τις μορφές είναι σε έναν μεγάλο βαθμό ένα πρόβλημα ελευθερίας της έκφρασης.
Ο ίδιος ο συγγραφέας διευκρινίζει στη συνέχεια, ότι η ερωτική συμπεριφορά των ανθρώπων υπήρξε πολλές φορές το κύριο στοιχείο ενεργοποίησης των συγγραφικών του αναζητήσεων και φυσικά της βαθειάς μελέτης και έρευνάς του, όπως φαίνεται και από την παράθεση του επιστημονικού υλικού. Πράγματι, το βιβλίο «δάκτυλα πάνω στο σώμα της», δεν είναι παρά η εναγώνια προσπάθεια μιας γυναίκας να αποδεχθεί τη σεξουαλική της ταυτότητα.
 Υπενθυμίζω  προηγούμενους τίτλους του Μάνου Κοντολέων όπως, «Ερωτική Αγωγή», «Ερωτικές ιστορίες μιας παιδικής ηλικίας», «Σχεδόν Έρωτας». Ούτως ή άλλως ο Μάνος Κοντολέων, θα έλεγα, ότι σε όλα του τα βιβλία τολμά να θίξει θέματα που ενώ καίνε την κοινωνία εξακολουθούν να μπαίνουν κάτω από το χαλί, εθελοτυφλώντας γι’ αυτά ή και αδιαφορώντας.
Ο Μάνος δεν καταπιάνεται με θαρραλέα θέματα μόνο στα βιβλία που γράφει για ενήλικες αναγνώστες αλλά και στα βιβλία για παιδιά και εφήβους.  Θυμίζω «το ταξίδι που σκοτώνει», δημοσιεύτηκε το έτος 1989, όταν το θέμα των ναρκωτικών στη λογοτεχνία, αποτελούσε ακόμα ταμπού. Γενικά η Ελληνική Κοινωνία είναι δύσκαμπτη στην αποδοχή του διαφορετικού, αν και στην λογοτεχνική παραγωγή υπάρχει ένα αξιόλογο υλικό γύρω από το θέμα.
Προσωπικά θα σταθώ λίγο στο βιβλίο της Ντόρας Ροζέττη, «Η Ερωμένη της», που ενώ γράφηκε την εποχή του Μεσοπολέμου, πρόκειται για ένα βιβλίο τολμηρό και επαναστατικό, όχι μόνο για την εποχή του αλλά και για το σήμερα.  Όμως, παρόλο που το βιβλίο της Ροζέττη, έλαβε πολύ καλές κριτικές από τον ίδιο τον εμβριθή Γρηγόριο Ξενόπουλο, εξαφανίστηκε για ογδόντα ολόκληρα χρόνια μέχρι που καθηγήτρια Χριστίνα Ντουνιά, το ανέσυρε από τη λήθη πριν μερικά χρόνια.  Ελπίζω, η συντηρητική λογική της εξέλιξης και ουδόλως της πραγματικής προόδου, να μην πράξει το ίδιο και το βιβλίο «Δάχτυλα πάνω στο σώμα της» να έχει την αποδοχή που του αξίζει.  
Φυσικά δε θα έλεγα πως το βιβλίο του Μάνου Κοντολέων είναι ένα βιβλίο για την ομοφυλοφιλία ή μόνο γι’ αυτό. Πρόκειται για ένα βιβλίο, κοινωνικό, πολιτικό και μια ματιά πάνω στην εναρμόνιση ψυχής και σώματος, τις εσωτερικές και εξωτερικές συγκρούσεις.  Βασίζεται στην επίμονη αναζήτηση ερωτικής ταυτότητας και συμπεριφοράς, αλλά και τον προσδιορισμό της ίδιας της ύπαρξης του ατόμου μέσα στη ζωή. Κυρίως, πρόκειται για ένα βιβλίο ωρίμανσης της γυναίκας ηρωίδας στην πορεία της για την ελευθερία, αφού διαβεί τον Ρουβίκωνα των στερεοτύπων και των προκαταλήψεων πάνω στα οποία είναι δομημένη η Ελληνική κοινωνία και συνεπώς είναι μπολιασμένα τα άτομα μέλη της.
Από την αρχή του βιβλίου η ηρωίδα, η Λία, διακατέχεται από την ανασφάλεια και το φόβο της αποκάλυψης, του χθόνιου, άπλαστου ακόμα μυστικού, και της ασαφούς αρχικά επιθυμίας.  
 Η Λία είναι μοναχοπαίδι, μεγαλωμένη σε μια συντηρητική Ελληνική οικογένεια, όπου ο πατέρας –πατριάρχης- ελέγχει, προβλέπει και σχεδιάζει μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια τη ζωή και το μέλλον της. Το πρότυπο του «πατριάρχη» πατέρα διατρέχει πολύ μεγάλο μέρος του μυθιστορήματος και καθίσταται ο πρώτος και σημαντικός παράγων στην καθαρή επιλογή του κοριτσιού- αρχικά- και της γυναίκας κατόπιν. Στα πρώτα εφηβικά της χρόνια, η Λία,  δεν έχει τα περιθώρια επαναστάσεων για τη διεκδίκηση της ποθούμενης ελευθερίας. Η μητέρα ασφαλής στη σκιά του άντρα της, συνυπάρχει με τη δική της, ανυπόστατη, δύναμη, αυτή της φωτοσκίασης μιας τακτοποιημένης από κάθε άποψη οικογενειακής ζωής. Από τα χρόνια του Λυκείου, η Λία, αφουγκράζεται τη διττή σεξουαλική της υπόσταση. Πρωτόπλαστα στη αρχή, αφού έρχεται σε εσωτερική σύγκρουση με το οικογενειακό και κοινωνικό στερεότυπο. Η Στέλλα, η επιστήθια έφηβη φίλη, θα είναι και ο πρώτος συνειρμός με την επιθυμία  για άτομα του φύλου της. Και από εδώ αρχίζει μέσα της η ενοχή και η πάλη της επιθυμίας με τον εξωτερικό περίγυρο και κυρίως με την κυρίαρχη μορφή του πατέρα.    
Όπως σε κάθε έφηβο, η αναζήτηση της ελευθερίας ταυτίζεται αρχικά με τη λεγόμενη φοιτητική ζωή. Η Λία βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη σαν φοιτήτρια της οδοντιατρικής. Όπως εξελίσσεται η ιστορία-ζωντανή και εύρυθμη- ενηλικιώνεται και η Λία.  
Ο Μάνος Κοντολέων, με λεπτή σκέψη, χωρίς περιγραφή, αποδίδει με την πινελιά της νύξης, και του κινηματογραφικού πλάνου, το χρώμα και την ατμόσφαιρα της πόλης και των γεγονότων που εξυφαίνουν την ιστορία. Οι αναφορές στους συγγραφείς της Θεσσαλονίκης- Ιωάννου, Χριστιανόπουλος, Ασλάνογλου-κλπ,  συμπληρώνουν τον ιστό μιας πόλης υγρής και σφοδρά ερωτικής. «Οι υγρές πόλεις περιθάλπουν αμαρτίες χωρίς να τις συγχωρούν», γράφει χαρακτηριστικά.
Πρόκειται για ένα βιβλίο ερεθισμού των αισθήσεων, που η μυρουδιά γυναίκας-άνδρα, ρέει διαρκώς σε όλες τις σελίδες, μαζί με την ποίηση και τα μουσικά μοτίβα που παραθέτονται στη ροή των γεγονότων.   Στο βιβλίο, ο πόθος έχει οσμή, η οσμή κυριαρχεί όπως κυρίαρχη είναι και η σημειολογία των χεριών και φυσικά των δακτύλων, σε κάθε ερωτική ιστορία και σε κάθε επαφή της ηρωίδας.  
Το σώμα της Λίας αρχίζει να κάνει τη διαδρομή του σε μια διαρκή κυκλική προσπάθεια αποδοχής και αποσιώπησης της επιθυμίας. Ξεκινάει από την αυτοϊκανοποίηση και την πρώτη ερωτική της εμπειρία με άντρα που τη διαψεύδει κυριολεκτικά, γιατί στην ουσία πρόκειται για βία.
Ακολουθεί η σχέση της με τη «ρεμπέτισσα» Γεωργία. Μια σχέση κατακτητική, σκληρή μέσα στην κορύφωση του ερωτικού πάθους και χειραγωγούμενη από μέρους της Γεωργίας. Τα δάχτυλα πάνω στο σώμα της είναι κτητικά- δάχτυλα χειροπέδες- όπως χαρακτηριστικά υπαινίσσεται ο συγγραφέας.
Μέσα από αυτή τη σχέση η Λία θα γνωρίσει ακόμα και την ρατσιστική επίθεση, από μια ομάδα αντρών που θα τις δουν να φιλιούνται στο δρόμο.
Η αιφνίδια αποχώρηση της Γεωργίας από τη σχέση θα την καταρρακώσει και θα την οδηγήσει στην εσωτερική μοναξιά. Μια μοναξιά που όμως δεν τη ρίχνει στην αβελτηρία αλλά στην αναζήτηση διεξόδου. Σε αυτή την κρίσιμη καμπή, όπου φυσικά με την οικογένεια δεν υπάρχει περίπτωση να την μοιραστεί, έρχεται πάλι ένας άντρας, ο Παύλος, με τον οποίο συνδέεται.  
Στην πορεία της αφήγησης, ο Μάνος εγκιβωτίζει νύξεις που φανερώνουν το δέσιμό του με το παιδικό βιβλίο και την επιτακτική ανάγκη να δημιουργηθούν μέσα από την παιδεία οι μελλοντικοί αναγνώστες μέσω της παιδαγωγικής διαδικασίας. Δεν είναι τυχαίο που ο Παύλος σπουδάζει παιδαγωγικά και αγαπάει εμφανώς τη λογοτεχνία.
Και η διαδρομή του σώματος και του πνεύματος συνεχίζονται και μαζί η εναγώνια αποσιώπηση από το περιβάλλον.  Ο πατέρας αρρωσταίνει από την επάρατο, αλλά μέχρι το τέλος της ζωής του, όπως αναφέρεται,
Συνεχίζει να προστατεύει, να ελέγχει, να καθοδηγεί, να καταδυναστεύει….
Φεύγει από τον Παύλο με το σώμα ακόμα εγκλωβισμένο ανάμεσα στην επιθυμία και τη συγκατάβαση. Δεν αποτολμά ακραίες ρήξεις, δε συμμετέχει ανοιχτά σε διάλογο για την ομοφυλοφιλία.  Ακόμα και μετά το πέρας των σπουδών της, όταν θα επιστέψει στην Αθήνα- αφού στο μεταξύ ζήσει μερικές ακόμα τυχαίες και εφήμερες ομόφυλες συνευρέσεις- δε θα έχει βρει την ταυτότητά της. Η προσπάθειά της διαρκής και εναγώνια κάτι που συντελεί στην στέρηση της πραγματικής απόλαυσης.
Πραγματοποιεί το προκαθορισμένο όνειρο του πατέρα-στο μεταξύ ο ίδιος έχει φύγει από τη ζωή-και αναλαμβάνει το οδοντιατρείο για το οποίο ο πατέρας είχε φροντίσει να βρει  μέχρι και τον διακοσμητή του. Τον Ορέστη. Τον μέλλοντα σύζυγό της. Τον ερωτεύεται, τον  παντρεύεται, ανοίγει το ιατρείο της και  όλα δείχνουν ότι θα αρχίζει μια νέα ζωή και εν μέρει πείθεται και ο αναγνώστης, μέχρι τη νέα ανατροπή που μέλει να είναι καθοριστική για το κλείσιμο του κύκλου.
Δε θα συνεχίσω σχετικά με την υπόθεση του βιβλίου για να γευτεί τις εκπλήξεις του ο αναγνώστης, αλλά στα ζητούμενα που τίθενται και στις απαντήσεις που δεν τις δίνει ο συγγραφέας, παρά αφήνει τον αναγνώστη να τις δώσει. Θα διαβάσω μόνο ένα μικρό και τελευταίο απόσπασμα.
Ο Μάνος Κοντολέων, επιλέγει το θέμα για να θέσει τα ερωτήματά του. Το μυθιστόρημα «δάχτυλα πάνω στο σώμα της», είναι ένα σημερινό βιβλίο. Ένα μωσαϊκό νοοτροπιών και χαρακτήρων, μια εμβάθυνση στο τοπίο της ψυχολογίας των σχέσεων. Ο Μάνος Κοντολέων στέκεται στοργικά στην έννοια γυναίκα και κριτικά στην ανδροκρατούμενη κοινωνία. Θέτει ζητήματα πολιτικής σκέψης, φεμινισμού και ακτιβισμού. Δεν κρίνει ούτε καθοδηγεί. Αφήνει ελεύθερο τον αναγνώστη να πάρει τη δική του θέση, ένα από τα προτερήματα που μετουσιώνουν ένα ανάγνωσμα σε καλή λογοτεχνία.
(Παρουσίαση του μυθιστορήματος στο βιβλιοπωλείο ‘Νέος Κύκλος’, στον Πειραιά, 18/3/2016)


9.4.16

Τρεις χαρακτήρες διαφορετικοί μα τόσο όμοιοι

http://lesxhanagnosis.blogspot.gr/2016/04/blog-post_5.html?spref=fb
http://lesxhanagnosis.blogspot.gr/2016/04/blog-post_5.html?spref=fb


Από τη Χρύσα Κουράκη

Γιατί να το διαβάσω στην τάξη;....Μανόλο, Μανολίτο και...Μανουήλ του Μάνου Κοντολέων



Υπόθεση

 Ένας συγγραφέας – ο Μανόλο. Ένα µικρό αγόρι – ο Μανολίτο. Κι ένα λευκό σκυλί που όµως το φωνάζουνε… Νύχτα. Ζούνε σε µια γειτονιά δίπλα σε ένα ποτάµι. Κι εκεί μαζί "μεγαλώνουν" και "γνωρίζουν" τη ζωή μέσα από μύθους και παραμύθια, μέσα από ιστορίες αληθινές και φανταστικές. Μα θα γνωρίσουν και τον Μανουήλ, τον έφηβο µε τα µαύρα µαλλιά και τα γαλάζια µάτια,που ήρθε κάπου από τα βόρεια – ίσως και από τις σελίδες ενός άλλου βιβλίου, ενός άλλου συγγραφέα… Και που ονειρεύεται πολλά ταξίδια να κάνει… όπως κάποτε τα έκανε ο παππούς του. Μαζί και οι τρεις μοιράζονται τις ιστορίες και τα όνειρα, μα και την πραγματικότητα όπως τη βιώνει ο καθένας.

Γιατί να το διαβάσω στην τάξη;

   Μανόλο, Μανολίτο και Μανουήλ...
  

Τρεις χαρακτήρες διαφορετικοί μα τόσο όμοιοι συνυπάρχουν μυθοπλαστικά μέσα σε ένα κείμενο που χωρίς να το θέλει ο αναγνώστης το συνδέει με την πραγματικότητα του συγγραφέα. Σίγουρα η σχέση του Μανόλο με τον Μανολίτο έχει κάτι από την τρυφεράδα της σχέσης του παππού με το εγγόνι με το οποίο μοιράζονται και το ίδιο όνομα. Ή μήπως ο μικρός Μανολίτο, ο έφηβος Μανουήλ και ο ηλικιωμένος Μανόλο είναι ή θα μπορούσαν να είναι το ίδιο πρόσωπο σε τρεις διαφορετικές ηλικιακές φάσεις; Τρεις γενιές επικοινωνούν σκέψεις, φόβους, συναισθήματα, αναζητήσεις... τη ζωή τους ολόκληρη.
   Όπως ο ίδιος ο συγγραφέας αποκαλύπτει, ο Μανουήλ προέρχεται από ένα άλλο βιβλίο, ενός άλλου συγγραφέα... Ο συγγραφέας αυτός είναι ο Γεώργιος Βιζυηνός και το βιβλίο του είναι "Το μόνο της ζωής του ταξείδιον". Η συγκεκριμένη επιλογή του Μάνου Κοντολέων δίνει μια επιπλέον "ώθηση" για ένα λογοτεχνικό ταξίδι στον αναγνώστη αλλά και στο ίδιο το κείμενο. Η διακειμενική αυτή διασύνδεση, οι παραθέσεις μύθων και παραμυθιών, καθώς και το ποίημα το οποίο αναφέρεται στο τέλος κάνουν το κείμενο με τους χαρακτήρες του να "ζουν" και μετά το τέλος του βιβλίου. Σίγουρα ένας "προχωρημένος" αναγνώστης θα καταλάβει τις συνδέσεις και θα κάνει τους δικούς του συνειρμούς, ενώ ένας "αρχάριος" αναγνώστης θα αναζητήσει τις συνδέσεις αυτές και θα επαναδομήσει τους λογοτεχνικούς ήρωες σε νέα βάση. Με τον συγκεκριμένο τρόπο η απολαυστική ανάγνωση του βιβλίου μετατρέπεται σε μια περιδιάβαση στη λογοτεχνία, στις ανθρώπινες γενεές και στον χρόνο.
   Όλοι μας έχουμε κείμενα που έχουμε αγαπήσει ιδιαίτερα, που κουβαλάμε μέσα μας, που μας εκφράζουν απόλυτα και που πάντα "ξεφυτρώνουν" μπροστά μας. Νομίζω πως ο Μάνος Κοντολέων τα "κομμάτια" του τα αξιοποίησε με τον καλύτερο τρόπο τόσο για τα παιδιά που θα τα διαβάσουν και θα ανατρέξουν να τα βρουν, όσο και για τους ενήλικες που θα τους ξυπνήσουν λογοτεχνικές μα και προσωπικές μνήμες αναζήτησης και ενηλικίωσης.
    Τελειώνοντας, θα ήθελα να σταθώ στα ταξίδια του παππού του Μανουήλ. Ταξίδια με την αφήγηση των οποίων μεγάλωσε ο εγγονός του, ώσπου τελικά τα αναζήτησε και μόνος του. Ταξίδια του νου, που μπορεί να μην πραγματοποιήθηκαν ποτέ, αλλά έδωσαν και στους δύο έναν λόγο να συνεχίζουν και να αντέχουν. Ταξίδια, που αν έστω και για λίγο, παρακινηθούν να κάνουν και οι αναγνώστες του βιβλίου, θα έχει επιτευχθεί ο σημαντικότερος λόγος για να διαβαστεί αυτό το βιβλίο στην τάξη.


Από τη Χρύσα Κουράκη

4.4.16

Ίαν ΜακΓιούαν: «Νόμος περί τέκνων»

Ιαν Μακγιούαν
‘Νόμος περί τέκνων’
Μετάφραση: Κατερίνα Σχινά
Εκδόσεις Πατάκη

                                         


Η Φιόνα, μια μεσήλιξ γοητευτική γυναίκα, είναι διακεκριμένη νομικός που εκδικάζει υποθέσεις που εμπίπτουν στο οικογενειακό δίκαιο και κυρίως σε θέματα που έχουν να κάνουν με ανήλικα άτομα.
Μα ενώ η καριέρα της ανθεί, ο γάμος της με τον επίσης επιτυχημένο πανεπιστημιακό Τζακ παρουσιάζει προβλήματα.
Ρωγμές στο κλειστό οικογενειακό κόσμο μιας γυναίκας που αναζητά να εισέλθει μέσα στους αντίστοιχους κόσμους άλλων οικογενειών, καθώς ακολουθεί την επιταγή του νόμου να προστατεύει τους ανήλικους.
Ανάμεσα στις υποθέσεις που εκδικάζει είναι κι εκείνη που αφορά τον δεκαεπτάχρονο Άνταμ, ο οποίος πάσχει από λευχαιμία.
Το νοσοκομείο ζητά την άδεια από το δικαστήριο να προχωρήσει σε μετάγγιση  αίματος, μιας και τόσο οι γονείς του αγοριού ,που ανήκουν στην αίρεση των Μαρτύρων του Ιεχωβά, όσο και ο ίδιος ο νεαρός, δεν αποδέχονται λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων αυτού του είδους τη θεραπεία.
Η Φιόνα θα θελήσει να συναντηθεί με τον ίδιο τον ασθενή για να διαπιστώσει κατά πόσο ο ίδιος έχει αυτόβουλα πάρει αυτή τη θέση.
Η συνάντηση μιας γυναίκας που σε προσωπικό επίπεδο βλέπει τον κόσμο τη σαν καταρρέει με ένα νέο αγόρι που θεωρεί πως έχει το δικαίωμα να καθορίζει το ίδιο το πως και το πόσο θα ζήσει, είναι καθοριστική και γι ατους δύο.
Η Φιόνα θα διατάξει την μετάγγιση αίματος. Ο Άνταμ θα δει την υγεία του να βελτιώνεται, μα θα δει και τους δυο γονείς του να εκφράζουν απροκάλυπτα τη χαρά τους από τη σωτηρία του παιδιού τους.
Και αισθάνεται προδομένος από αυτούς που τον οδηγούσαν στον θάνατο χωρίς να πιστεύουν στην ουσία στο δόγμα που τους επέβαλε αυτή την στάση.   
Η Φιόνα θα συνεχίζει τη ζωή της –οικογενειακή και επαγγελματική.
Ο Άνταμ όμως θα την αναζητήσει μιας και από την ολιγόωρη συνάντησή τους διατηρεί την εντύπωση πως θα πρέπει εκείνη πλέον να εμπιστεύεται, εκείνη που με την σταθερότητα και τη σοφία του νόμου τον προστάτεψε.
Ένα αγόρι, ένας έφηβος αναζητά στήριγμα για να εδραιώσει τα πιστεύω του.
Αλλά η Φιόνα είναι εγκλωβισμένη μέσα σε μια φόρμα ζωής που όλα έχουν τα όρια τους. Η απιστία του συζύγου, η εκ μέρους της κατανόηση, η απόλαυση των Τεχνών,  η εξάσκηση του λειτουργήματός της. Η εισβολή ενός εφήβου αποτελεί κίνδυνο να χαθεί η ισορροπία.
Ο Άνταμ θα της γράφει γράμματα που εκείνη δεν θα απαντά.
Θα την αναζητήσει έχοντας να της προτείνει να γίνει εκείνη ο άνθρωπος που θα κατευθύνει ιδέες και συναισθήματα. Στην ουσία της ζητά να του δείξει ένα στήριγμα που θα μπορεί πάνω του να ξεδιπλώσει τα όνειρά του.
Η Φιόνα δεν είναι πρόθυμη να διακινδυνέψει καριέρα και οικογένεια –ο σύζυγος έχει μετανοημένος επανέλθει, η αναγνώριση των ικανοτήτων της από την Πολιτεία ολοένα και αυξάνεται. Η ζωή της δεν χωρά παρεκτροπές.
Η υγεία του Άνταμ παρουσιάζει και πάλι πρόβλημα. Η ανάγκη μετάγγισης αίματος επανέρχεται. Μόνο που τώρα ο Άνταμ έχει κλείσει τα δεκαοχτώ του χρόνια. Είναι ενήλικος και έχει το δικαίωμα να αρνηθεί την βοήθεια της  Επιστήμης.
Αποφασίζει μόνος του πια το τέλος της ζωής του. Όχι γιατί το επιτάσσουν θρησκευτικές αιρέσεις, μήτε για το ό,τι μπορεί να προτείνουν νόμοι που εκφράζονται από εκπροσώπους που κοιτούν το Γράμμα και όχι την Ουσία.
Η Φιόνα θα μάθει μετά από κάποιες μέρες το θάνατο ενός νέου ανθρώπου που τόλμησε ότι η ίδια δεν είχε τολμήσει. Που αποποιήθηκε ότι η ίδια πλήρωνε μια ζωή για να το κατέχει.
Ο ΜακΓιούαν έγραψε με το γνωστό αναλυτικό, σχεδόν, ψυχρό ύφος του, μια σπαράζουσα από ιδέες και συναισθήματα ιστορία. Οι σελίδες στο νοσοκομείο όπου οι δυο πρωταγωνιστές συνομιλούν, είναι master piece μυθιστορηματικής σύνθεσης. Μα και η υπόγεια παγωνιά μιας ζωής που είναι αφιερωμένη στο Δίκαιο, επίσης καθηλώνει με τον τρόπο που κατατίθεται.
Συγγραφέας που ξέρει να φωτίζει την τον τρόπο που μπορεί να συνδεθεί ο Άνθρωπος με τον Πολίτη.
Τα πρόσωπα του μυθιστορήματός του, ο αναγνώστης μπορεί να τα δει να κυκλοφορούν όχι μόνο στους δρόμους του Λονδίνου, αλλά και δίπλα του. Πολύ κοντά του. Και συνομιλεί μαζί τους.
 Ίσως για να ξεγελαστεί κι αυτός πως η όποια ατομική, δική του, ενοχή είναι άτοπη.



 Πρώτη δημοσίευση:

'Μανόλο & Μανολίτο και Μανουήλ" -εμπειρία μιας γοητευτικής περιδιάβασης




Γράφει ο Διονύσης Λεϊμονής



Ο Μανόλο είναι ένας φτασμένος ηλικιωμένος συγγραφέας που βρίσκει την πιο καλή παρέα σε ένα μικρό αγόρι, τον Μανολίτο καθώς περιδιαβαίνουν τον κόσμο μαζί με ένα ολόλευκο σκυλί που το ονόμασαν «Νύχτα», γιατί το βρήκαν μέσα στα μαύρα μεσάνυχτα.

Οι τρεις φίλοι περνούν περιπέτειες που άλλοτε μοιάζουν με παραμύθι κι άλλοτε τόσο πολύ με την ίδια την πραγματικότητά μας. Δυο γενιές που συνυπάρχουν αρμονικά μέσα σε ένα περιβάλλον γεμάτο ήχους που έχουμε απολησμονήσει, που θεωρούμε αδιάφορους και εικόνες που προσπερνάμε σαν να μην είναι ικανές να γεμίσουν τη ματιά μας και την ψυχή μας.

Αυτά συνέβαιναν στο προηγούμενο βιβλίο του Μάνου Κοντολέων με τίτλο: «Μανόλο, Μανολίτο» μα τώρα η συντροφιά μεγαλώνει με την εμφάνιση ενός έφηβου, του Μανουήλ, που κανείς δεν ξέρει από πού εμφανίστηκε μπροστά τους, από ποιο κόσμο, από ποιο παραμύθι, από ποιο προηγούμενο λογοτεχνικό κείμενο αλλά και του Φοίβου, ενός μεγαλόσωμου  κατάξανθου, ερωτευμένου σκύλου. Το περιβάλλον είναι πνιγμένο στα χρώματα και τις μυρωδιές, η φύση με χίλια στόματα κρένει μυστικά κι οι ψυχές των ανθρώπων ανοίγουν σαν τα τριαντάφυλλα και μοσχοβολούν αποδοχή κι αγάπη.

Το όνειρο συνυφαίνεται με την πραγματικότητα, ο μύθος με την ιστορία, το σήμερα με το  χθες, το λογικό με το φανταστικό. Σε έναν κόσμο που και τα ζώα κάνουν όνειρα, χαμογελούν και κλαψουρίζουν, συνομιλούν με τους ανθρώπους, συναισθάνονται τη χαρά της φιλίας και της συντροφικότητας.

Κι η ζωή αποκτά τότε άλλη διάσταση, νοηματοδοτείται μέσα από το παραμύθι, μέσα από παραμυθιακές διηγήσεις που τις έντυσε  με χρώματα και περιγράμματα στο βιβλίο η Ίρις Σαμαρτζή. Παραμύθια που έρχονται συνειρμικά στον νου των ηρώων, όταν οι σκέψεις γίνονται συναισθήματα και χώνονται μέσα στα μάτια. Κι έρωτας φέρνει στον νου ένα παραμύθι, μα η ζωή πολλές φορές διαφέρει από τον μύθο και γράφει τα δικά της σενάρια. Γίνεται μερικές φορές σκληρή κι άδικη, μπορεί να φερθεί κακότροπα ακόμα και σε μικρά παιδιά που έχουν ανάγκη να επιβιώσουν πριν ακόμα προλάβουν να απολαύσουν όσα τα υπόλοιπα παιδιά θεωρούν αυτονόητα, ένα παιδί σαν τον Μανουήλ, τον έφηβο με τα μαλλιά από έβενο, που ο παππούς του κάποτε του προέλεγε πως τον περιμένει η ευτυχία αν αγαπάει τη φύση, τα λουλούδια, τα φυτά σαν τον κηπουρό ενός παραμυθιού .… αφηγούμενος στον εγγονό του ιστορίες πλαστές και ζωντανές «γιατί το να αφήνεις τη φαντασία σου να ντύνει με ιστορίες αυτά που, αν και συμβαίνουν γύρω σου, εσύ δεν μπορείς με τη λογική να τα καταλάβεις, είναι κάτι τόσο όμορφο…».

Ένα βιβλίο πλημμυρισμένο από χρώματα κι αρώματα, ένα βιβλίο που τα συναισθήματα στήνουν χορό, άλλοτε συγκρούονται μα είναι εκείνα που ζωντανεύουν την πραγματικότητα καθώς κινούν την ψυχή των μεγαλύτερων και μικρότερων ηρώων αλλά και την εφήβων, μιας ηλικίας ενδιάμεσης των δυο ακραίων ηλικιών. Έτσι οι ήρωες ταξιδεύουν στο τότε και στο χθες, κι ονειρεύονται ένα ωραιότερο αύριο λαχταρώντας ταξίδια που έκαναν οι παλιότεροι, ταξίδια που είναι έτοιμοι να κάνουν σε λίγο και οι ίδιοι ακόμα κι αν αποδεικνύεται πως αυτά περιορίζονται μόνο στη σφαίρα της φαντασίας, μα δεν στερούν καθόλου τους ταξιδευτές από την εμπειρία μιας γοητευτικής περιδιάβασης στα πέρατα του κόσμου, ταξίδια φανταστικά και μεγάλα σαν αυτά που βιώνει ένας συγγραφέας και μάλιστα ένας συγγραφέας για παιδιά.

«Το μόνο της ζωής ταξίδιον» του παππού του Μανουήλ θα είναι τότε πιο ευχάριστο, πιο ονειρικό, ανώδυνο και ειρηνικό… κι έτσι με τούτα τα ονειρικά ταξίδια, με τούτα τα παρηγορητικά ταξίδια είναι σίγουρο πως θα ζήσει καλύτερα ο Μανολίτο κι ο κάθε Μανολίτο αλλά και κάθε Μανουήλ σε έναν κόσμο γεμάτο λουλούδια, μανταρινιές, κερασιές, ροδακινιές, αχλαδιές, κυπαρίσσια, ακακίες, φλαμουριές, καστανιές, δάφνες, ελιές πλατάνια και πολλές μανόλιες, που ξεδιψάνε με το νερό ενός ποταμού, όπως οι άνθρωποι ξεδιψάνε με το γάργαρο νεράκι της ζωής…

Πρώτη δημοσίευση:


http://www.bookia.gr/index.php?action=Suggestions&book=208293



















http://www.bookia.gr/index.php?action=Suggestions&book=208293