21.6.16

Η ανάγνωση της λογοτεχνίας είναι μια μοναχική υπόθεση. Όπως άλλωστε και η συγγραφή της. Μόνος είναι ο συγγραφέας όταν γράφει το μυθιστόρημά του, μόνος και ο αναγνώστης όταν θα το διαβάσει. Αλλά μετά… Μετά η ανάγνωση του κάθε αναγνώστη είναι όμορφο να ‘συνομιλεί’ με τις αντίστοιχες αναγνώσεις άλλων αναγνωστών. Αυτή την συνομιλία προσφέρει μια Λέσχη Ανάγνωσης. Τα θέματα μα και τα συναισθήματα που ο κάθε αναγνώστης γνώρισε όσο καιρό διάβαζε κάποιο μυθιστόρημα, έρχονται να ενωθούν με τις σκέψεις και τις ιδέες άλλων αναγνωστών. Και ξαφνικά ένα μυθιστόρημα γίνεται η ευκαιρία να δημιουργηθούν γνωριμίες, φιλίες, νέοι προβληματισμοί.  Μια ευκαιρία να συναντηθούν άνθρωποι με παρόμοια ενδιαφέροντα –να τι είναι μια Λέσχη Ανάγνωσης

Υπάρχουν πολλές. Πόσες ακριβώς δεν ξέρω. Κάποτε το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου τις είχε καταγράψει. Λέσχες που άλλες ασχολούνται με τη ελληνική ή τη ξένη λογοτεχνία, άλλες με το ιστορικό μυθιστόρημα, άλλες με το αστυνομικό… Λέσχες παιδικής και νεανικής λογοτεχνίας, λέσχες για παιδιά. Νομίζω πως και σε κάποια Κέντρα Απασχόλησης Ηλικιωμένων λειτουργούν. Λέσχες που τις φιλοξενούν φορείς, Δήμοι, σωματεία, βιβλιοπωλεία. Λέσχες που τις αποτελούν φίλοι από παλιά, άλλες πάλι που στάθηκαν αφορμή να ξεκινήσουν νέες φιλίες.
Το βιβλιοπωλείο του ΙΑΝΟΥ είναι στο κέντρο της Αθήνας. Παράλληλα είναι  ένα από τα πιο μεγάλα και ενημερωμένα βιβλιοπωλεία της πόλης μας. Λογικό είναι να υποθέτω πως οι πλέον ουσιαστικοί αναγνώστες της λογοτεχνίας μας περνάνε τακτικά από τους χώρους του ΙΑΝΟΥ. Θέλω να βοηθήσω αυτοί οι απαιτητικοί αναγνώστες –εννοώ εκείνους που αναζητούν την καλή λογοτεχνία και θέλουν να μοιραστούν με άλλους τις απόψεις και τις συγκινήσεις τους- να έχουν την ευκαιρία δυο φορές το μήνα να συναντιόνται. Κι όλοι μαζί να μιλάμε για τις μεγάλες μας αγάπες –τα μυθιστορήματα που εμπλουτίζουν την καθημερινότητά μας.

Όπως ξέρετε, έχουμε αποφασίσει οι συναντήσεις των μελών της Λέσχης Ανάγνωσης να γίνονται δυο φορές το  μήνα. Κι αυτό γιατί ακόμα κι αν κάποιο μέλος δε θα έχει προλάβει να ολοκληρώσει την ανάγνωση και των δύο μυθιστορημάτων, θα θέλει να ακούσει τις γνώμες των άλλων για αυτό.  Με άλλα λόγια θέλω τα μέλη αισθανθούν πως δυο φορές το μήνα ‘βλέπονται’ με φίλους που έχουν κοινά ενδιαφέροντα. Και έτσι θα περιμένουν με αγωνία την κάθε συνάντησή μας. Σκέφτομαι, μάλιστα να προτείνω μια φορά το μήνα, μετά το τέλος της συνάντησής μας στον ΙΑΝΟ, να συνεχίζουμε –όσοι, βέβαια, θα μπορούν-

Για δέκα συνεχόμενα χρόνια υπήρξα υπεύθυνος μιας Λέσχης Ανάγνωσης σε μεγάλη βιβλιοθήκη του Πειραιά. Εγώ τη ξεκίνησα και θυμάμαι πως την πρώτη χρονιά ενώ περιμέναμε γύρω στα 5 με έξι άτομα  να εγγραφούνε, ήρθαν γύρω στα 12 και προτού κλείσει εκείνη η πρώτη περίοδος, είχαν φτάσει να συμμετέχουν πάνω από 15. Τα επόμενα χρόνια συνεχώς ο αριθμός των μελών και αυξανότανε και ολοένα και νέα πρόσωπα ερχόντουσαν. Φτάσανε τα εγγεγραμμένα μέλη να είναι 40 και πιστέψτε με είναι πολύ δύσκολο να συντονίζεις για δύο ώρες τόσα άτομα και να τους δίνεις την ευκαιρία να εκφράζονται όποτε τα ίδια το θελήσουν. Από αυτό και η καλύτερη εμπειρία μου –τόσοι άνθρωποι να σε εμπιστεύονται και να σε αγαπούν. Τρεις με τέσσερεις φορές το χρόνο βγαίναμε και έξω και πολύ συχνά ήταν μαζί μας και ο έλληνας συγγραφέας του βιβλίου που πριν από λίγο συζητούσαμε μαζί του.  Τώρα αν υπάρχει χειρότερη εμπειρία… Δεν ξέρω ίσως είναι εκείνη που είχε να κάνει με κάποιο άτομο που ήθελε να μιλά συνέχει και να διαβάζουμε μόνο τα βιβλία που εκείνο ήθελε. Χειρότερη με την έννοια πως τελικά δεν κατάφερα να το εντάξω στην ομάδα. Έφυγε.



Πάντα γράφω. Συνέχεια. Γράφω και διαβάζω. Και πειραματίζομαι σε αναγνώσεις και γραφές. Τώρα ασχολούμαι με ένα εμβληματικό ήρωα της παγκόσμιας κλασικής λογοτεχνίας. Ψάχνω να δω τρόπους να τον πλησιάσω με τις ανάγκες ενός ανθρώπου της εποχής μας. Παράλληλα, μέσα στο φθινόπωρο κυκλοφορεί το νέο μου μυθιστόρημα. Μπορώ να σας πω τον τίτλο –«Αμαρτωλή Πόλη». Μυθιστόρημα ενηλικίωσης. Το θεωρώ ένα καθαρόαιμο crossoverμυθιστόρημα γραμμένο μέσα στην επώδυνη γνώση αυτών των πρώτων χρόνων του νέου αιώνα.



9.6.16

Μανόλο, Μανολίτο και Μανουήλ... στη Θεσσαλία



Γράφει ο :
Β.Δ.Αναγνωστόπουλος, Ομ.Καθηγτής πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Ο παππούς και ο εγγονός

Στο καινούργιο βιβλίο του ο Μάνος Κοντολέων αφηγείται ιστορίες στον εγγονό του Μανολίτο  διευρύνοντας την παρέα του με άλλον παππού και γιαγιά του Μανουήλ έχοντας μαζί τους πάντα και την κατάλευκη σκυλίτσα, τη Νύχτα! Ο τίτλος   παίζει με τρία ονόματα ομόρριζα «Μανόλο, Μανολίτο και…Μανουήλ»,(εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2016, σ. 116).
Ο Μάνος Κοντολέων ανήκει στους πρώτους τη τάξει συγγραφείς που πλούτισαν την παιδική λογοτεχνία (και όχι μόνο) θεματολογικά, αισθητικά και ειδολογικά. Το στοιχείο που τον διακρίνει πιστεύω ότι είναι η τεχνική της γραφής, ο τρόπος κάθε φορά να σκηνοθετεί και να αφηγείται τις ιστορίες του. Και είναι στοιχείο υπολογίσιμο για την αναγνωσιμότητα των βιβλίων του από μικρούς και μεγάλους .Συγγραφέας πολυγραφότατος, χωρίς αυτό να αποβαίνει εις βάρος της λογοτεχνικότητας του κειμένου. Έχει αποσπάσει τιμητικές διακρίσεις για το έργο του. Ξεκίνησε να γράφει αρχές της δεκαετίας του ΄80  και συνεχίζει να έχει μέχρι σήμερα έντονη παρουσία στα ελληνικά γράμματα και (έχω χάσει πια τον αριθμό) πλησιάζει τα 100 βιβλία! Γράφει μυθιστορήματα, διηγήματα, θέατρο, μικρές ιστορίες και παραμύθια.
Η ιστορία διαιρείται σε δύο μέρη. Στο πρώτο, εκτενέστερο, Τρία δέντρα, Τριάντα τριανταφυλλιές (σελ.9-70) η αφήγηση αναφέρεται στον Μανόλο ,τον παππού,  στον Μανολίτο, τον εγγονό  και στη Νύχτα, το σκυλάκι τους . Χάνεται η Νύχτα και αρχίζουν έρευνες να εντοπιστεί. Για καλή τους τύχη την άλλη μέρα  το φέρνει στην αγκαλιά του ένα αγόρι που δουλεύει σε παρακείμενο φυτώριο με ιδιοκτήτη γνωστό τους γεωπόνο. Και το όνομα αυτού…Μανουήλ! Γίνονται φίλοι .Τους μιλάει κι αυτός για τον παππού του και θυμίζει τις ιστορίες και τα παραμύθια που του έλεγε…Στο δεύτερο μέρος, Ένα ταξίδι μόνο (σελ. 70-112), περιέχεται το ταξίδι που επιχειρούν και οι τέσσερις βόρεια και επισκέπτονται τον παππού και τη γιαγιά του Μανουήλ…
Το κείμενο προσφέρεται για διάλογο με τον αναγνώστη:
1. Από τους τέσσερις ήρωες της ιστορίας ο αναγνώστης ξεχωρίζει τη μορφή του παππού, που δεν είναι άλλος από τον συγγραφέα του βιβλίου. Ο Μανόλο ,λοιπόν, είναι ένας σοφός παππούς που ξέρει πώς να φέρεται στον εγγονό του, πώς να του μιλάει και να του ξυπνάει τα όνειρα, να συζητούν για τη φιλία, για τα λουλούδια, τα δέντρα, τη γη. Με την ίδια σοφία εμφανίζεται και ο παππούς του Μανουήλ, μέσα από τα παραμύθια που του έλεγε.  Και γενικά ας σημειώσω ότι ο παππούς ως αφηγηματικό πρόσωπο της Παιδικής Λογοτεχνίας είναι εμβληματικός και έχει αξιοποιηθεί από πολλούς συγγραφείς.
2. Ο Μανολίτο και ο Μανουήλ είναι στην ηλικία του εφήβου (καλύτερα του προεφήβου) με απορίες και πολλά ερωτηματικά, βρίσκονται στο μεταίχμιο ανάμεσα στο  παραμύθι και στην πραγματικότητα. Διαβάζουμε στη σελ.94:  «…Ένα νέο παλικάρι πρέπει κάποια στιγμή να ζήσει όχι μόνο το παραμύθι, αλλά και την ίδια την πραγματικότητα…Όμως είναι τόσο όμορφο να μην ξεχνάμε πως πάντα υπάρχουν και τα όνειρα…».Λόγια αληθινά και πειστικά, όταν λέγονται από τον παππού ή τη γιαγιά.
3. Ο διάλογος είναι κύριο γνώρισμα της αφήγησης και  παραπέμπει σε «εκπαιδευτικό» μοντέλο σύγχρονο, στην εποχή δηλαδή του διαλόγου και των ελεύθερων επιλογών ,πράγμα που επιδρά ευεργετικά στην οδυνηρή περίοδο της ενηλικίωσης των παιδιών και των νέων. Και ο Κοντολέων ξέρει πολύ καλά την τέχνη του διαλόγου και κυρίως μεταξύ ώριμου ατόμου και αρχάριου της ζωής. Μέσα απ΄αυτόν τον ισότιμο και ειλικρινή διάλογο απορρέουν και απόψεις (μηνύματα λέγαμε παλιότερα) για τις ανθρώπινες σχέσεις, την αγάπη, τη φιλία, το σεβασμό, αλλά και την καλλιέργεια της ψυχής και της καρδιάς με ιστορίες για τη φύση και τη μυθολογία κ.ά.
4. Συνολικά (και γενικά) θα μπορούσα να παρατηρήσω ότι το αφήγημα είναι σε πρώτο πλάνο «οικολογικό»,προβάλλοντας  δηλαδή πτυχές του φυσικού κόσμου, και σε άλλα εσωτερικά επίπεδα ιδέες  και απόψεις για την «τέχνη» της ζωής. Οι μυθολογικές ιστορίες (αναπλασμένες, βέβαια) για τη Δάφνη και τον Απόλλωνα, για την Πίτυν (το πεύκο),για τον Κυπάρισσο (κυπαρίσσι) ή τα σχετικά με τα λουλούδια και τη γη  καθιστούν οικειότερη γνωστικά τη μυθολογία και τη  δεντρολογία και καλλιεργούν το σεβασμό σε καθετί το φυσικό.
5.  Εκείνο, επίσης,  που εντυπωσιάζει στην αφήγηση είναι η διακειμενικότητα των κειμένων, η επικοινωνία κειμένων και ηρώων διαφορετικής εποχής. ΄Ετσι, στο νέο του αφήγημα «Μανόλο, Μανολίτο και…Μανουήλ» διαπιστώνουμε ότι από τα τρία ονόματα τα δύο πρώτα παραπέμπουν σε προηγούμενο ομώνυμο μυθιστόρημα του ίδιου συγγραφέα («Μανόλο και Μανολίτο»,Πατάκης 2013  ) και το τρίτο όνομα στο διήγημα του Βιζυηνού «Το μόνον της ζωής του ταξείδιον».Έτσι, διαβάζουμε στο Σημείωμα του συγγραφέα «Δε γίνονται μόνο οι άνθρωποι φίλοι. Γίνονται και οι ήρωες των βιβλίων».
Η νουβέλα «Μανόλο,Μανολίτο και …Μανουήλ» του Μάνου Κοντολέοντα είναι ένα ώριμο έργο ,απλό στην πλοκή, πλούσιο σε ιδέες και διάλογο μεταξύ «των γενεών»,διαβάζεται ευχάριστα και ασφαλώς ιδιαίτερα θα το χαρούν τα παιδιά.

5/6/2016

2.6.16

Εγώ κι Εγώ... συζητώντας για τα μυστικά μας

 
- Γιατί γράφεις;
- Ίσως γιατί δεν ξέρω πια τι άλλο να κάνω... Μπορεί όμως και γιατί το γράψιμο να είναι ο μόνος τρόπος που γνωρίζω για να εκφράσω τον εαυτό μου... Τελικά και οι δυο απαντήσεις, νομίζω, πως υπονοούν την ίδια απάντηση... Θέλω να πω πως μετά από τα δώδεκα περίπου χρόνια μου (τότε που έγραψα το πρώτο μου κείμενο και το είδα να δημοσιεύεται στη «Διάπλαση των Παίδων») μέχρι σήμερα έχω τόσο εθιστεί στο να εκφράζω γραπτώς σκέψεις και όνειρα, ανασφάλειες, θυμούς και αγάπες, που ακόμα και αν ήθελα (και κάποιες στιγμές πραγματικά το θέλω) να βρω έναν άλλο τρόπο έκφρασης και προβολής του εγώ μου, δεν ξέρω τη μέθοδο για να το κάνω.
Γράφω -αναρωτιέμαι- από κεκτημένη ταχύτητα; Ή μήπως γράφω γιατί δεν τολμώ να εγκαταλείψω όλα όσα έχω κατακτήσει;
Κάποιες φορές σκέφτομαι όμως, πως κάτι τέτοιες σκέψεις είναι βλάσθημες. Γιατί το να έχεις ένα λογοτεχνικό τάλαντο είναι μια θεϊκή δωρεά. Και από εκεί και πέρα είναι πια η δικιά σου και μόνο ευθύνη και απόφαση για το που και πως αυτή τη δωρεά θα τη χρησιμοποιήσεις.

- Είσαι ένας επαγγελματίας συγγραφέας.
- Είμαι. Θέλω να είμαι. Και το μισώ που είμαι... Βέβαια, αν δεν έβλεπα με επαγγελματικές απαιτήσεις το γράψιμό μου δεν θα είχα κάνει όσα έκανα. Αλλά αν πάλι δεν το είχα δει ως επάγγελμα, ίσως αυτά που θα είχα κάνει να ήταν περισσότερο προσωπικά.
Όμως δεν ξέρω αν είχα το δικαίωμα επιλογής. Θέλω να πω πως η συγγραφική μου ιδιοσυγκρασία είναι τόσο εκρηκτική ώστε μόνο μέσα σε κανόνες επαγγελματικής εφαρμογής θα μπορούσε να βρει διεξόδους ελέγχου της έκφρασής της.

- Να υποθέσω πως πιστεύεις ότι δεν έγραψες το έργο που είχες ονειρευτεί να γράψεις;
- Το έργο που είχα ονειρευτεί να γράψω!... Ποιο ήταν, άραγε, αυτό; Φαντάζομαι κάποιο αντίστοιχο εκείνων που ως αναγνώστη με συγκλονίσανε... Και με συγκλόνισαν μυθιστορήματα του Ζολά, του Φλομπέρ, του Ντίκενς, του Μαρκές, του Γκαλσγουώρθη, του Μωμ... Τα διηγήματα του Παπαδιαμάντη, τα ποιήματα του Καβάφη, ο ‘Αμλετ του Σαίξπηρ, τα θεατρικά του Ίψεν, τα παραμύθια του Άντερσεν, τα ρομάντζα της Σελίνκο, το απόλυτο του «Μεγάλου Μoλν»...
Δεν ξεγελώ τον εαυτό μου πως έγραψα τέτοια έργα. Δεν περιμένω πως θα τα γράψω... Αλλά όσα έγραψα... -αυτά είναι τα δικά μου. Το σώμα μου και η ψυχή μου. Τα δικά μου έργα... Κάτι παρόμοιο με την εμφάνισή μου -όσο και να θέλω να την βελτιώσω, τελικά κάπου θα σκοντάψω στα όριά της- κι άλλωστε το κορμί μου είναι το δικό μου το κορμί* μέσα από αυτό έχω νοιώσει και τον πόνο, μα και την ηδονή. Επίσης κάτι παρόμοιο με τους δικούς μου ανθρώπους.... Αυτούς που βρέθηκαν στο δρόμο μου και τους αγάπησα, με αγαπήσανε, με επηρεάσανε, τους επηρέασα... Δεν θα ήθελα να είχα άλλους δικούς από αυτούς που αξιώθηκα (που έτυχε, αν προτιμάς) να έχω... Έτσι και δεν θα ήθελα να είχα γράψει άλλα έργα από αυτά που έγραψα (που έτυχε, αν προτιμάς, να γράψω)... Δεν είναι τα καλύτερα, το ξέρω! Μα είναι τα δικά μου. Μέσα τους κρύβονται και οι προσπάθειες για τα όσα ονειρεύτηκα και δεν μπόρεσα να πραγματώσω.


-Το κείμενο, λοιπόν!... Αλήθεια, τί είναι για σένα το λογοτεχνικό κείμενο;
-Για μένα το κείμενο, το κάθε κείμενο πρέπει πίσω από το ότι λέει, το ότι περιγράφει, πίσω από αυτά να κρύβει κάτι... Κάτι άλλο, περισσότερο να υπονοεί. Το λογοτεχνικό κείμενο -από το πιο απλό παραμύθι, μέχρι το πιο σύνθετο πεζογράφημα- θα πρέπει να κρατά από τη μια τα μυστικά του και από την άλλη να δίνει το δικαίωμα στον αναγνώστη του να μπορεί να τα ανακαλύψει αυτά τα μυστικά... Αλλά η ανακάλυψη πρέπει να είναι πάντα μια προσωπική πορεία του αναγνωστη. Λατρεύω αυτού του είδους τα κείμενα και απεχθάνομαι όσα αντιθέτως διαθέτουν μόνο μια επιφάνεια...

- Αλλά, σκέφτομαι τώρα, τόσα πολλά βιβλία... Και τόσο διαφορετικών ειδών! Μήπως, τελικά, σπαταλήθηκες;
- Α, όχι! Ακόμα κι αν σπαταλήθηκα -που δεν το πιστεύω- ακόμα και τότε άξιζε να ζήσω συγγραφικά όλα όσα έζησα. Μου προσφέρανε τόσες χαρές, τόσες πίκρες. Με κάνανε να έχω αισθήματα. Και εγώ τους το ανταποδίδω... Τα έργα μου έχουν πάθος. Το πάθος που βγαίνει από τις σωστές κινήσεις μου, αλλά και κυρίως από τις λανθασμένες. Τα έργα μου έχουν και τεχνική στη δόμήσή τους. Όλη αυτή η μακρόχρονη απασχόλησή μου, η καθημερινή απασχόλησή μου με τον γραπτό λόγο και όλες αυτές οι αναγνώσεις μου, τελικά μου προσέφεραν μια πολύτιμη πείρα. Είμαι υπερήφανος για τα έργα μου. Είμαι υπερήφανος γιατί ποτέ δεν πρόδωσα τις ιδέες μου. Ότι πίστεψα και πιστεύω, υπάρχει και μέσα στα βιβλία μου. Ο συγγραφέας και ο άνθρωπος ταυτίζονται...

-Βιωματικός, λοιπόν, συγγραφέας;
- Μα μπορεί κανείς να γράψει τίποτε άλλο από τα βιώματά του; Ακόμα και όσοι συγγραφείς δείχνουν πως γράφουν κείμενα που δεν έχουν καμιά σχέση με τη ζωή τους, στην ουσία μέσα από αυτήν την αποφυγή, την ζωή τους και πάλι εκφράζουν...
Κι έπειτα, μου αρέσει να αυτοεκτίθεμαι... Να εκδίδομαι. Ποτέ δεν πλήρωσα για να βγάλω βιβλίο μου. Ήθελα και θέλω να κερδίζω από αυτά. Να βγαίνω στην αγορά και να πουλώ το σώμα και τα συναισθήματά μου. Να τα πουλώ όχι μόνο για χρήματα, μα και για δόξα. Να με συζητάνε. Να με θαυμάζουνε, μα και να με κουτσομπολεύουνε. Μια πόρνη είναι ο κάθε συγγραφέας. Θα μπορούσε να είχε γίνει το κεντρικό πρόσωπο σε ένα από τα πιο ερωτικά ποιήματα του Καβάφη. Αιρετική ίσως άποψη και μην την πάρεις και πολύ στα σοβαρά... Αλλά και μην τη θεωρήσεις ως μια και μόνο παραδοξολογία...

- Κι όμως τα περισσότερα από τα βιβλία σου έχουν γραφτεί για παιδιά και νέους.
- Και τι σημασία έχει αυτό. Έχουν γραφτεί για παιδιά!... Θα ήταν πιο σωστό αν έλεγες πως έχουν κυκλοφορήσει σε σειρές για παιδιά και νέους... Οι νόμοι της αγοράς καθορίζουν την ένταξη. Οι εσωτερικές ανάγκες καθορίζουν την έμπνευση.
Ο Άντερσεν έχεις σκεφτεί πόσο μόνο «παιδικός» συγγραφέας είναι; Και με πόση αθώα, άραγε, παιδικότητα γράφτηκε η <<Αλίκη στη Χώρα των θαυμάτων>>;
Τυποποιήσεις μιας εποχής καταναλωτικής και φαινόμενα μιας περιόδου υπερπαραγωγής λογοτεχνικών έργων. Αλλά νομίζω πως μπαίνουμε στην εποχή που δίπλα στις τυποποιήσεις θα υπάρχουν και οι υποκειμενικές προσεγγίσεις. Στο εξωτερικό συμβαίνει ήδη. Θα έρθει το φαινόμενο αυτό -θέλουμε δεν θέλουμε- και στην επαρχιώτικης νοοτροπίας Ελλαδίτσα μας.

- Τελικά είναι πιο εύκολο να γράψεις για παιδιά και πιο άνετα μέσα στο χώρο της παιδικής λογοτεχνίας κατακτάς της αναγνώριση;
- Ανοησίες! Σε κανένα χώρο τίποτε δεν κατακτιέται με ευκολία. Κι αν κάποια στιγμή κάποιος το επιτύχει, τότε η επιτυχία του αυτή θα είναι στιγμιαία.
Το κείμενο που απευθύνεται σε παιδιά ή νέους, μπορεί να έχει τους δικούς του νόμους υλοποίησης, αλλά και έχει τις ίδιες απαιτήσεις και με το κάθε κείμενο της «ενήλικης» λογοτεχνίας. Χρειάζεται δομή, χρειάζεται, ολοκληρωμένους χαρακτήρες, χρειάζεται καλοδουλεμένη φράση... Χρειάζεται ακόμα ο συγγραφέας να διαθέτει μια αίσθηση παιδικότητας ή νεανικότητας. Κι αυτά είναι πολύ δύσκολα να τα έχεις όταν δεν είσαι πια παιδί ή νέος.
Όσοι πιστεύουν πως το να γραφτεί ένα παιδικό βιβλίο είναι εύκολο, ας ψάξουν μέσα στην εργογραφία κάποιων πολύ σημαντικών συγγραφέων μας (της λογοτεχνίας των ενηλίκων, εννοώ) και θα δούνε και κάποιους τίτλους παιδικούς. Ε, λοιπόν, σε πληροφορώ πως αν εξαιρέσεις ένα ή δυο, όλοι οι άλλοι καλοί συγγραφείς απέτυχαν.

-Ναι, αλλά υπάρχουν και κάποιοι που αμφισβητούν την ίδια της έννοια της ύπαρξης παιδικής λογοτεχνίας. Λένε πως αυτός είναι ένας όρος δίχως νόημα. Πως παιδική λογοτεχνία δεν είναι δυνατόν να υπάρχει, μιας και το παιδί έχει αναγνωστικές ανάγκες που μόνο από ένα συνομήλικό του μπορεί να καλυφθούν.
- Τα έχω ακούσει κι εγώ όλα αυτά. Κάποτε απαντούσα, προσπαθούσα να τους πείσω... Τώρα απλώς και μόνο γελάω.
Μα τα παιδιά είναι προσωπικότητες υπό διαμόρφωση. Ό,τι τυχόν μόνα τους παράγουν, πάντα ως δείγματα εξάσκησης θα πρέπει να νοούνται. Η κοινωνία των ενηλίκων είναι που τα εκπαιδεύει. Τα ίδια καταναλώνουν, διαπαιδαγωγούνται και ψάχνουν τη χάραξη του ατομικού τους δρόμου. Κι έτσι έρχονται να συναντήσουν τα έργα των μεγάλων. Ανάμεσά τους και τα κείμενα που θα γεφυρώνουν την δικιά τους ανάγκη για αισθητική ολοκλήρωση και συναισθηματική εκτόνωση με την ήδη διαμορφωμένη πείρα των ενηλίκων δημιουργών. Σημασία έχει πάντως, αυτοί οι ενήλικες δημιουργοί και να μην έχουν ξεχάσει τη δυναμική της δικιάς τους παιδικής ηλικίας και εφηβείας. Αλλά... Τί να πω; Εγώ όταν ήμουνα παιδί λάτρεψα κάποια παραμύθια, ξετρελάθηκα με κάποια παιδικά μυθιστορήματα... Και τώρα που έχω αναγνώστες παιδιά και νέους, παίρνω γράμματα τους και βλέπω το πόσο επικοινωνούν με τα έργα μου... Άρα η λογοτεχνία που τους πλησιάζει και υπάρχει και είναι πάντα γραμμένη από μεγάλους.

- Το ξέρω όμως πως θυμώνεις όταν ακούς να σε προσφωνούνε <<Ο Μάνος Κοντολέων, συγγραφέας παιδικών βιβλίων>> ή με εκείνο το άλλο το αμίμητο <<Ο Μάνος Κοντολέων είναι παιδικός συγγραφέας>>
- Δεν θυμώνω. Εκνευρίζομαι. Ίσως και να επαναστατώ... Επαναστατώ απέναντι μιας εντελώς φασιστικής νοοτροπίας. Γιατί, διάβολε, έχω γράψει και κάμποσα έργα για μεγάλους. και μάλιστα κάποια από αυτά είναι και πολύ μα πολύ δύσκολα,... μεγαλίστικα. Απλώς μιας και τα περισσότερα από τα βιβλία μου είναι για παιδιά και νέους, και μιας και είναι και αυτά που με έχουν κάνει περισσότερο γνωστό, αυτόματα μου μπαίνει η ετικέτα... Κι αν στη ζωή μου κάτι ιδιαίτερα έχω αντιπαθήσει είναι η όποια ετικέτα. Μια έκφραση φασιστικής νοοτροπίας είναι κάτι τέτοιο. Εγώ ό,τι κι αν γράφω, ένα πάντα πράγμα κάνω -να προσπαθώ να το πλουτίζω με την τεχνική που έχω κατακτήσει και με τις ιδέες που έχω πιστέψει.
Και όταν μου δοθεί η ευκαιρία, λέω, υπενθυμίζω πως δεν υπάρχουν προκατασκευασμένες κατηγορίες βιβλίων ή αναγνωστών. Απλά και μόνο από τη μια πλευρά υπάρχουν τα κείμενα και από την άλλη οι αναγνώστες. Οι εκάστοτε προσεγγίσεις των δύο πλευρών είναι πάντα εξατομικευμένες και απελευθερωμένες. Μου έχει τύχει παιδί της Τρίτης Δημοτικού να έχει διαβάσει και να λάτρεψε το <<Γεύση Πικραμύγδαλου>>, κοπέλα της Δευτέρας Γυμνασίου να έχει ενθουσιαστεί με το <<Τα φώτα, είπε!>>, όπως και δεκαοχτάχρονη να μου γράψει για να μου εκφράσει τη ικανοποίηση της μετά από το διάβασμα του <<Δομήνικου>>. Μια νέα συγγραφέας έργου ιδιαιτέρως κλειστού και «ενηλικιωμένου» έχει δηλώσει γραπτώς το πόσο την επηρέασε <<Το 33>>...

- Δηλαδή πιστεύεις πως επικοινωνείς με πολυποίκιλους τρόπους με τους αναγνώστες σου...
- Ναι! Νομίζω πως οι περισσότεροι από αυτούς που με διάβασαν -μικροί και μεγάλοι- με έχουν αισθανθεί ως ένα δικό τους άνθρωπο. Και αυτό είναι κάτι που το επιδιώκω. Ίσως γιατί κι εγώ , ως αναγνώστης, βρέθηκα πολύ κοντά σε κάποιους συγγραφείς, αισθάνθηκα πολύ δικούς μου κάποιους ήρωες της λογοτεχνίας. Μου αρέσει αυτή η σχέση. Πιστεύω πως οι ήρωες των βιβλίων και οι αναγνώστες τους δημιουργούν μεταξύ τους μια σχέση. Μια πολύ στενή σχέση. Και μέσα σε αυτού του είδους τον δεσμό, υπάρχει πάντα και ο συγγραφέας.
Βέβαια, κάποιους συγγραφείς που πολύ αγάπησες από τα βιβλία τους, που έκανε ς δικούς σου τους ήρωές τους, αν τύχει και τους γνωρίσεις από κοντά, θα απογοητευτείς. Ναι, υπάρχουν τέτοιοι συγγραφείς. Αρκετούς τους έχω γνωρίσει. Και όχι μόνο με άφησαν με ένα αίσθημα απογοήτευσης, αλλά και με ένα θυμό. Λες και με ξεγελάσανε... Βέβαια, δεν είναι ίσως σωστό να ταυτίζεις τόσο πολύ το συγγραφέα με το έργο του, τους ήρωές του. Αλλά οι περισσότεροι αναγνώστες δεν μπορούν να αποφύγουν κάτι τέτοιο. Εγώ σαν αναγνώστης δεν το αποφεύγω.. Θάλεγα, μάλιστα πως το επιζητώ. Γι αυτό και θέλω η συγγραφική μου ταυτότητα να συνταιριάζεται με την ατομική μου.
Οι αναγνώστες μου είναι άνθρωποι που εγώ έχω λίγο ή πολύ, ουσιαστικά ή όχι επέμβει στη ζωή τους. Δεν το ξεχνώ αυτό...

-Δηλαδή γράφεις για τους αναγνώστες σου;
-Όχι! Γράφω για τον εαυτό μου. Αλλά ακριβώς έτσι γίνεται. Όσο περισσότερο για δικιά σου ανάγκη δημιουργείς κάτι, τόσο αυτό το κάτι αγγίζει περισσότερο περισσότερους. Όλοι μας ζητάμε να εκφράζουμε την αυθεντικότητά μας και όλοι μας θέλουμε να συναντάμε την αυθεντικότητα των άλλων. Η Τέχνη πρέπει να είναι μια αυθεντική κατάθεση της ατομικότητας.

-Ο ρόλος, λοιπόν, του συγγραφέα, είναι μόνο η κατάθεση της ατομικότητάς του;
-Όχι, ασφαλώς! Αν και αυτό δεν είναι καθόλου λίγο. Αλλά για μένα ο ρόλος του συγγραφέα έχει κι άλλες προεκτάσεις... Πρέπει να επαναστατεί, να αμφισβητεί, να ανακαλύπτει, να επιβεβαιώνει... Ο συγγραφέας συνέχεια πρέπει να μάχεται. Και μέσα από το έργο του, όλα αυτά -επαναστάσεις, επιβεβαιώσεις, αμφισβητήσεις, ανακαλύψεις, οράματα και ψευαισθήσεις- να τα στέλνει στους αναγνώστες του. Ο συγγραφέας πρέπει να έχει ένα κοινωνικό πρόσωπο. Να εκφράζει την εποχή του, καθώς την ίδια τη στιγμή θα την υπερβαίνει... Αλλά πάντα να δηλώνει -το ξαναλέω- την αυθεντικότητά του και να υποστηρίζει την ατομικότητα των αναγνωστών του.

- Το αυθεντικό της ατομικότητας οδηγεί, φοβάμαι, στην μοναξιά
- Μπορεί να είναι κι έτσι. Ίσως είναι. Αλλά τί σημασία έχει; Η μοναξιά είναι η μοίρα του ανθρώπου. Η καταδίκη του και η απελευθέρωσή του. Την ξορκίζει και την λατρεύει με την Τέχνη.

- Είσαι, λοιπόν, μόνος; Μετά από τόσα βιβλία, τόσους δικούς σου, τόσους αναγνώστες, τόσο έντονη καλλιτεχνική και κοινωνική ζωή, είναι δυνατόν να είσαι μόνος;

- Μα δεν είμαι μόνος... Έχω εσένα. Κάνουμε τόσο καλή συντροφιά εσύ κι εγώ... Λέμε τα δικά μας... Συμφωνούμε, διαφωνούμε. Άλλοτε σε λατρεύω κι άλλοτε σε μισώ... Όσο υπάρχεις δίπλα μου δεν είμαι μόνος. Όσο υπάρχεις μαζί μου και με ρωτάς και με ακούς, σε βρίζω ή σε εμπιστεύομαι, μπορώ, κερδίζω την ικανότητα να απολαμβάνω τους ανθρώπους που αγαπώ, να κάνω τα πράγματα που θέλω... Να γράφω τα βιβλία μου, να διαβάζω άλλων βιβλία... Όχι! Μπορεί να βιώνω τη μοναξιά, αλλά δεν είμαι μόνος. Εσύ είσαι;