Νίκος
Δαββέτας
«Άντρες
χωρίς άντρες»
Από το Ολοκαύτωμα (‘Η εβραία νύφη’) και τη σχέση Μπελογιάννη
- Πικάσο (‘Ο ζωγράφος του Μπελογιάννη’)
ως μια βομβιστική επίθεση στο Λονδίνο (‘Ωστικό κύμα’) -μα και σε άλλα έργα του-
οι επιλογές του φανερώνουν ένα πεζογράφο που θέλει να φωτίσει την Ιστορία με
τις αποχρώσεις μια λογοτεχνικής αναζήτησης.
Δεν
στέκεται με παγωμένη αυστηρότητα απέναντι στις έρευνές του. Χωρίς να τις αγνοεί
ούτε και να τις παραλλάζει, τις πλάθει με μια συγγραφική αυτονομία μιας και ο
τελικός του στόχος είναι αυτός που πρέπει να διαθέτει κάθε πεζογράφος -να πλάθει
ζωντανούς ήρωες, άσχετα αν δε θα διαθέτουν οι ίδιοι σάρκα και οστά αλλά θα
είναι σε χαρτί πάνω τυπωμένοι.
Για
το νέο του μυθιστόρημα –‘Άντρες χωρίς άντρες’- ο ίδιος εξηγεί, στο οπισθόφυλλο
της έκδοσης, πως αφορμή για να ξεκινήσει τη συγγραφή του υπήρξε μια αβέβαιη αναφορά, σε
αποχαρακτηρισμένο έγγραφο της Ασφάλειας
από την περίοδο της δικτατορίας, για ένα έμμισθο πληροφοριοδότη που
αποτάχτηκε λόγω ομοφυλοφιλίας.
Η
μικρή αυτή σημείωση σε επίσημο έγγραφο οδήγησε τον Δαββέτα να θελήσει να στήσει
την προσωπικότητά αυτού του ανθρώπου. Και βέβαια, η απόφασή του τον έφερε να ερευνήσει
πρώτα και μετά να καταγράψει κοντά εβδομήντα χρόνια της σύγχρονης ιστορίας μας.
Πιστεύω
πως η ένταξη του κεντρικού προσώπου σε μια
κοινωνική και πολιτική ομάδα (παρακρατική και ακραία δεξιά) θα ήταν μονόδρομος για τον
Δαββέτα. Και μέσα από τον τρόπο δράσης και σκέψης ατόμων αυτής της κατηγορίας
θα γινότανε η ακτινογράφηση της εποχής.
Μα
ένας μυθιστοριογράφος θα πρέπει να
‘βλέπει΄ πολυεδρικά και να καταγράφει πολυσυλλεκτικά.
Ασφαλώς
και ο Δαββέτας το γνώριζε αυτό και αποφάσισε να το υλοποιήσει καταφεύγοντας
στον τρόπο δόμησης του έργου.
Το
πρόσωπο από το οποίο ξεκίνησε η απόφαση συγγραφής, ο αναγνώστης θα το γνωρίσει
όχι κατά τη διάρκεια των χρόνων της δράσης του, αλλά ηλικιωμένο πλέον και
ετοιμοθάνατο να εξομολογείται στο γιο του τις σκοτεινές πτυχές της ζωής του,
τόσο της πολιτικής, όσο και της οικογενειακής, μα και της σεξουαλικής.
Και
στη συνέχεια θα είναι αυτός ο γιος που την εξομολόγηση του πατέρα του θα την
αφηγείται στον καλύτερο του φίλο.
Μια
αφήγηση μέσα στην αφήγηση – να ποια είναι η δομή του μυθιστορήματος. Αλλά με
αυτόν τον τρόπο έχουμε στη ουσία δυο αφηγήσεις -πατέρα και γιου- που η μια
άλλοτε συμπληρώνει την άλλη και άλλοτε την αμφισβητεί.
Η
πολυσυλλεκτικότητα έτσι επιτυγχάνεται, αλλά και διευρύνεται. Στην ουσία
αποδεικνύεται πως η Ιστορία δεν είναι μόνο όσα συνέβησαν αλλά και εκείνα τα οποία οι επόμενες γενιές
κληρονομούν και με τον τρόπο τους αντιδρούν απέναντί τους.
Αληθινά
ενδιαφέρουσα μορφή αφήγησης, που όμως στη συγκεκριμένο μυθιστόρημα επαυξάνεται.
Η
αφήγηση γίνεται από το γιο -εκπρόσωπο
της νέας γενιάς- προς τον φίλο του, αλλά με τέτοιο τρόπο ώστε ο δεύτερος να
ξεκινήσει και ο ίδιος μια δική τους αναψηλάφηση του πατρικού κληροδοτήματος.
Στην
περίπτωσή του αυτό το κληροδότημα προέρχεται από διαφορετική κοινωνική και
πολιτική ομάδα- αυτήν της προοδευτικής στάσης και αντίστασης.
Κι
έτσι το έργο ολοκληρώνει την εποχή που θέλει να καταγράψει καθώς κυκλώνει από
δυο διαφορετικές αφετηρίες τα γεγονότα.
Αλλά
πέρα από το παρελθόν, υπάρχει και το παρόν -το έργο μπορεί να ξεκινά πριν από τα
μέσα του 20ου αιώνα, αλλά φτάνει στις μέρες μας και στα σύγχρονα
προβλήματα που ταλανίζουν άτομα και χώρα.
Εδώ
τον λόγο τον έχουν οι δυο γιοι. Αυτοί είναι και οι δυο άτομα καλλιεργημένα με
πνευματικές και καλλιτεχνικές ανησυχίες και δράση. Μα ενώ προέρχονται από
διαφορετικές οικογενειακές καταβολές, στην ουσία με τον ίδιο παθητικό τρόπο
βιώνουν την πολλαπλή κρίση -γράφοντας για τα έργα των πατεράδων τους , ενώ οι
ίδιοι στην ουσία δεν συνεχίζουν την Ιστορία με την όποια μορφή της.
Στο
σημείο αυτό ας υπενθυμίσω πως πολύ πρόσφατα έχουμε διαβάσει και άλλα έργα
σύγχρονων ελλήνων πεζογράφων που ανασκαλεύουν τις πολύ βαθιές συνδέσεις της
σχέσης πατέρα - γιου. Πρόχειρα
υπενθυμίζω τα : ‘Είμαι όσα έχω ξεχάσει’ του Ηλία Μαγκλίνη, ‘Ολομόναχος’ του
Νίκου Παναγιωτόπουλου, ‘Αίμα νερό’ του Χάρη Βλαβιανού κ.α.
Ο
Νίκος Δαββέτας, με ένα τρόπο όπου η
εγκεφαλική δόμηση συνταιριάζεται με την ενδοσκοπούμενη αφήγηση, φέρνει στο εκδοτικό προσκήνιο ένα
έργο αυτοαναφοράς εκείνου του ατόμου που στο μέσον πλέον του βίου του,
ανακαλύπτει πως δεν διαθέτει το κληροδότημα που θα δικαιούτο, άρα και δεν έχει
την κληρονομιά που το ίδιο έχει υποχρέωση να κληροδοτήσει στους επιγόνους του.
No comments:
Post a Comment