25.6.24

Σοφία Νικολαϊδου "Δικά μας παιδιά"

 

Σοφία Νικολαϊδου

«Δικά μας παιδιά»

Εκδόσεις Μεταίχμιο

 

                                               Γράφει ο Μάνος Κοντολέων

 

Θα χαρακτήριζα τη Σοφία Νικολαϊδου ως μια ανήσυχη συγγραφέα, με την έννοια πως στα περισσότερα από τα έργα της αναζητά την δημιουργία μιας μυθιστορηματικής αφήγησης στηριγμένης σε κοινωνικά και ευρύτερα πολιτικά γεγονότα τόσο του σήμερα όσο και του πρόσφατου παρελθόντος.

Με άλλα λόγια η σύνθεση των χαρακτήρων των έργων της είναι προσανατολισμένη προς την ερμηνεία ευρύτερων κοινωνικών γεγονότων.

Μέσα σε μια τέτοια συνθήκη, η ίδια χρησιμοποιεί από τη μια την μυθοπλαστική της δεινότητα και από την άλλη στοιχεία που προέρχονται από έρευνες της σε χώρους εντός των οποίων σκοπεύει να βάλει τους ήρωές της να κινηθούν.

Αυτό συμβαίνει και με το πλέον πρόσφατο μυθιστόρημά της «Δικά μας παιδιά».

Κεντρικοί στόχοι της αφήγησης, από τη μια  η οπαδική βία και το πως αυτή φτάνει έως τη δολοφονία ενός εφήβου και από την άλλη η μουσική ως τρόπος απελευθερωμένης έκφρασης μιας καταπιεσμένης εφηβικής καθημερινότητας.

Μια δολοφονία, λοιπόν, στους δρόμους μιας συνοικίας της Θεσσαλονίκης θα προκαλέσει τη μυθιστορηματική δράση, αλλά βέβαια όπως κάθε βίαιο επεισόδιο, έτσι και το συγκεκριμένο  έχει από κάπου προέλθει, έχει τις ρίζες που το έθρεψαν και τους κλώνους που το κάνουν να συνεχίζει να ρίχνει τη βαριά σκιά του στην καθημερινότητα καθημερινών ανθρώπων.

Πόσο αθώοι είναι άραγε αυτοί οι καθημερινοί άνθρωποι; Και με ποιον τρόπο η βία κληροδοτείται;

Για να δώσει απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα, η Σοφία Νικολαϊδου δημιούργησε μια ομάδα μυθιστορηματικών προσώπων που και από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις προέρχονται, αλλά και διαφορετικές ηλικίες έχουν.

Στο πρώτο επίπεδο της αφήγησης ο αναγνώστης θα συναντήσει τρεις εφήβους -μαθητές των τελευταίων τάξεων του Λυκείου. Τον Κωστή που αναζητά να εκφραστεί μέσα από τη σύνθεση ραπ στίχων, τη Τζίνα που μέσω υπολογιστή ‘ντύνει’ αυτούς τους στίχους με μουσικές και τον Μάκη που τους ακολουθεί εμψυχώνοντάς τους ως πρώτος ακροατής τους. Τρία νέα παιδιά που με κάποια ασάφεια ασφυκτιούν ως προς τις κοινωνικές νόρμες που τους επιβάλλονται και από την άλλη βασισμένα στο ένστιχτό τους βαδίζουν  προς την ατομική τους απελευθέρωση.

Μέσα από τη δική τους οπτική γωνία, αλλά και τη δική τους γλώσσα, ο αναγνώστης θα μπορέσει να ακολουθήσει την έρευνα της συγγραφέα προς την αναζήτηση του τι ακριβώς συμβαίνει πίσω από τις κλειστές πόρτες των εφηβικών δωματίων, στις μεγάλες μαθητικές και εφηβικές συγκεντρώσεις, στις αυλές των σχολικών κτιρίων, στα γραφεία των δημόσιων υπηρεσιών και στους δρόμους των πόλεων όταν αρχίζει να σκοτεινιάζει.

Λογικό είναι η έρευνα να φωτίσει και άλλα πρόσωπα και τελικά το μυθιστόρημα θα εμπλουτιστεί και με άλλους ήρωες -τους ενήλικους που με τον ένα ή τον άλλον τρόπο σχετίζονται με τη νέα γενιά και που βέβαια φέρνουν πάνω τους τα σημάδια των δικών τους νεανικών επιλογών.

Γιατί τελικά -αυτό θα έλεγα πως είναι το κεντρικό αποτύπωμα του έργου- ‘δικά μας παιδιά’ δεν είναι μόνο όσα μεγαλώνουμε, αλλά και εμείς οι ίδιοι μιας και εμείς αν και ενήλικες πλέον, παραμένουμε παιδιά των πλασμάτων που φέραμε στον κόσμο.

Η ιστορία δε περιλαμβάνει μόνο σημειώσεις του παρελθόντος, αλλά συνεχώς ανανεώνεται και  με εμπειρίες του παρόντος.

Μυθιστόρημα που ακολουθεί μορφολογικά τα όσα περιγράφει. Σύντομα κεφάλαια, εστιασμένα σε διάφορα πρόσωπα, χωρίς χρονολογική ευθυγράμμιση, υλοποιημένα με μια γλώσσα που καταφέρνει να τεμαχίζει με την αμεσότητά της.

Θύτες και θύματα συμπαρασύρονται από διαχρονικά πάθη -τον έρωτα, το χρήμα, την εξουσία, τον φθόνο, την ανερμάτιστη σκέψη, την ελεύθερη έκφραση.

Ειλικρινά από τα πλέον ενδιαφέροντα ελληνικά μυθιστορήματα των τελευταίων μηνών και που έχει ακόμα και μιας άλλης διάστασης πρόταση να καταθέσει -θα έλεγα παρόμοια με εκείνη που συναντάμε στο μυθιστόρημα «Αγνοείται»  της Brigitte Giraud (Εκδόσεις Διόπτρα)

Καθώς οι χαρακτήρες διαθέτουν μια ηλικιακή ποικιλία και από την άλλη η αφήγηση άλλοτε εστιάζεται στον εσωτερικό κόσμο των εφήβων κι άλλοτε στις ανησυχίες των ενήλικων γονέων τους και ακόμα καθώς η γλώσσα με την οποία είναι γραμμένο διαθέτει μια ανατρεπτικά νεανική λογοτεχνικότητα μέσω της οποίας φωτίζονται σκέψεις, αποφάσεις, πράξεις και υπαναχωρήσεις ενηλίκων και ανηλίκων, το έργο «Δικά μας παιδιά» κάλλιστα μπορεί να θεωρηθεί ως ένα γνήσιο μυθιστόρημα cross over, λογοτεχνικό κείμενο, δηλαδή, που διαπερνά τις ηλικιακές  αναγνωστικές  ομάδες και παράλληλά καταφέρνει ισότιμα να αναπτύξει σκέψεις και συναισθήματα ανθρώπων που αν και απέχουν μια γενιά οι μεν από τους δε, εντούτοις κάτω από μια τέτοιων προδιαγραφών εξιστόρηση οι θέσεις και οι αντιθέσεις τους συνυπάρχουν και εξηγούνται.

 https://www.literature.gr/dika-mas-paidia-sofia-nikolaidoy-ekdoseis-metaichmio/

(700 λέξεις)

22.6.24

J. M. Coetzee ‘Ατίμωση’

 

J. M. Coetzee

‘Ατίμωση’

Μετάφραση: Χριστίνα Σωτηροπούλου

Εκδόσεις Διόπτρα

 

Ο J. M. Coetzee είναι ένα από τους σημαντικότερους  συγγραφείς που έχουν καταθέσει το έργο τους κατά τη διάρκεια τόσο του 20ου αιώνα όσο και του 21ου.

Τα βιβλία του έχουν τιμηθεί με σημαντικά βραβεία και ανάμεσά τους βέβαια ξεχωρίζουν τα δυο Booker και το Nobel του 2003.

Γεννημένος στο Κέιπ Τάουν της Νότιας Αφρικής το 1940 έζησε τόσο μέσα στο κλίμα του Απαρτχάιντ όσο και στις συνθήκες που επικράτησαν μετά από αυτό.

Ένας άντρας λευκός, γύρω στα πενήντα, που ζει στο Κέιπ Τάουν λίγα χρόνια μετά το Απαρτχάιντ είναι και ο Ντέιβιντ Λούρι, ο κεντρικός ήρωας αυτού του μυθιστορήματος που πρωτοκυκλοφόρησε το 1999.

Έχει σημασία να θυμάται ο αναγνώστης το πότε γράφτηκε το συγκεκριμένο μυθιστόρημα. Από το 1999 έως σήμερα μας χωρίζουν 25 χρόνια και το πέρασμα από ένας αιώνα σε έναν άλλον. Μέσα στο διάστημα αυτό οι κοινωνικές αλλαγές έχουν πάρα πολύ διαφοροποιηθεί. Και ανάμεσα στις μεγάλες διαφοροποιήσεις θα πρέπει κανείς να τοποθετήσει και ζητήματα ισότητας μεταξύ λευκών και μαύρων, όσο και μεταξύ ανδρών και γυναικών. Και με μια δίχως εμπάθεια και προκαταλήψεις διάθεση, να αναζητήσει αυτό που μπορεί να συνυπάρχει με το όποιο αντίθετό του.

Αξίζει, λοιπόν να θυμηθεί κανείς και το πλέον πρόσφατο μυθιστόρημα του Coetzee «Ο Πολωνός»,  όπου και πάλι έχουμε ως κεντρικό χαρακτήρα έναν άνδρα μεσήλικα που αν και ανδρώθηκε μέσα σε μια κομμουνιστική κοινωνία, βρέθηκε τελικά να ζει σε μια καπιταλιστική.

Στην ουσία και στα δυο μυθιστορήματα, έχουμε ανδρικούς χαρακτήρες που είναι μεσήλικες, ερωτικοί με κλασικά αρσενικό σεξουαλικό πρόσημο και που αναζητούν να προσαρμοστούν στις νέες κοινωνικές συνθήκες, άσχετα αν ο ένας αποτυγχάνει, ενώ ο άλλος όχι.

Κι αυτό, γιατί ίσως μεταξύ τους υπάρχει μια ουσιαστική διαφορά -τα 25 χρόνια. Και κάτω από τη δική τους παρουσία, ο Coetzee έγραψε τα δυο έργα.

Αλλά ας επικεντρωθούμε στο πλέον πρόσφατα μεταφρασμένο στη γλώσσα μας μυθιστόρημα –«Ατίμωση»

Ο Λούρι έχει δυο αποτυχημένους γάμους και μια κόρη με κλεισμένα τα είκοσι χρόνια της που είναι λέσβια και προσπαθεί να ζήσει μόνη της σε ένα αγρόκτημα, ανάμεσα σε μαύρους που ακόμα δεν έχουν ξεπεράσει τα ποικίλα τραύματα των φυλετικών διακρίσεων.

Ο Λούρι είναι καθηγητής σε ένα Πανεπιστήμιο, διδάσκει λογοτεχνία, έχει κατά καιρούς δημιουργήσει επιφανειακούς ερωτικούς δεσμούς, ενώ πλέον αναζητά εκτόνωση της φθίνουσας σεξουαλικότητάς του με μια πόρνη. Μα όταν αυτή σταματήσει να τον δέχεται, ο Λούρι μέσα σε ένα κλίμα στέρησης δημιουργεί ένα πρόσκαιρο δεσμό με μια φοιτήτρια του.

Από εκεί και πέρα το σκάνδαλο είναι αναμενόμενο και ο ίδιος τελικά θέλοντας να κρατήσει την αξιοπρέπειά του, προτιμά να απολυθεί από το Πανεπιστήμιο. Το μέλλον του θα είναι αρκούντως ζοφερό -γερνά, είναι άνεργος, η χώρα του βαδίζει σε νέα, άγνωρα στον ίδιον μονοπάτια.

Θα αναζητήσει καταφύγιο και χρόνο ανασυγκρότησης στο αγρόκτημα της κόρης του. Δεν θα έχει κατανοήσει την ατίμωση που στην ουσία ο ίδιος επέβαλε στον εαυτό του καθώς χρησιμοποίησε το κύρος της θέσης του για να παρασύρει στο κρεβάτι του την νεαρή φοιτήτρια.

Αλλά η ζωή στο αγρόκτημα θα επιφέρει και μια ακόμα ατίμωση -τρεις μαύροι θα βιάσουν την κόρη του ενώ τον ίδιο θα επιχειρήσουν να τον κάψουν. Τώρα η ατίμωση δεν προέρχεται από μια εγωκεντρική φαλλοκρατική συμπεριφορά, αλλά είναι το αποτέλεσμα της φυλετικής εκμετάλλευσης των λευκών προς τους μαύρους. Η ίδια η κόρη του θα το δει με αυτόν τον τρόπο και δεν θα ζητήσει να βρεθούν και να τιμωρηθούν οι βιαστές της. Άλλωστε πολύ γρήγορα θα διαπιστώσει πως έχει μείνει έγκυος. Ένα νέο πλάσμα θα έρθει σε ένα νέο κόσμο.

Πόσο είναι έτοιμος ο Λούρι να αποδεχτεί αυτές τις νέες συνθήκες; Μήπως τελικά αυτό που ο ίδιος θα συνεχίσει να  εισπράττει θα είναι μια ακόμα ατίμωση;

Ο Coetzee είναι ένας αυτοελεγχόμενος συγγραφέας. Οι φράσεις τους είναι κοφτές, ο συναισθηματισμός του αν και σαφής εντούτοις δεν κραυγάζει και το νυστέρι με το οποίο ανατέμνει χαρακτήρες και κοινωνικές συνθήκες είναι ιδιαίτερα αιχμηρό.

Τελικά πρόκειται για ένα συγγραφέα που παρακολουθεί τις εποχές μέσα στις οποίες ζει. Κι έτσι επανερχόμαστε στην παράλληλη ανάγνωση ‘Ατίμωση» και ‘Πολωνού’  και διαπιστώνουμε το πως η ανδρική ταυτότητα έχει διαφοροποιηθεί, το πόσο -μέσα από τη γραφή ενός μεγάλου τεχνίτη- αυτή η διαφοροποίηση δημιούργησε δυο τόσο εντελώς διαφορετικούς χαρακτήρες.

Από την αμυνόμενη -και γι αυτό στείρα- αρρενωπότητα ενός λευκού άντρα, στην με τρυφερότητα μεταγραφή του ερωτικού πάθους σε κύκνειο άσμα.

Ο Coetzee ξέρει πολύ καλά να φωτίζει -τη συχνά καλά κρυμμένη-  ανδρική έκφραση έτσι όπως ανασαίνει σε κάθε εποχή.

Για μια ακόμα φορά, η Χριστίνα Σωτηροπούλου υπηρέτησε το ιδιαίτερο συγγραφικό αποτύπωμα του νομπελίστα συγγραφέα.

 

(745 λέξεις)

 

 "Βιβλιοδρόμιο, 22/6/2024)

16.6.24

Διαβάσαμε: «Σαν Μήδεια» από τον Μάνο Κοντολέων https://www.pna.gr/ Πελοποννησιακό Πρακτορείο Ειδήσεων

 

Διαβάσαμε: «Σαν Μήδεια» από τον Μάνο Κοντολέων

https://www.pna.gr/

Πελοποννησιακό Πρακτορείο Ειδήσεων

 

Για κάποιους μια νέα μάγισσα… Για κάποιους το υπέροχο θήλυ… Με ό,τι  προσόντα διαθέτουν οι άλλοι, ανάλογα θα σε γνωρίζουν… Δικό τους θέμα.

 

Η Μήδεια, κόρη του βασιλιά της Κολχίδος Αιήτη και της Ιδυίας, έπειτα από απόφαση του πατέρα της πηγαίνει στην Αία για να μαθητεύσει δίπλα στη Κίρκη. Εκεί, η τρανή μάγισσα τη διδάσκει να αναζητήσει για σύντροφό της ένα γιο του Ήλιου και να δημιουργηθεί από την ένωσή τους μια νέα γενιά θεών που θα εκπροσωπεί ισότιμα τον Ουρανό και την Γαία. Όμως πέρα από αυτές τις διδαχές, η Μήδεια θα ανακαλύψει τον ερωτισμό και τη δημιουργία ζωής μέσα από τη συνεργασία της Εκάτης και του Ήλιου αλλά και θα οδηγηθεί στη διττή υπόσταση των ανθρώπων και των πραγμάτων. Με την ολοκλήρωση της μαθητείας της, η Κίρκη τη χρίζει άξια διάδοχό της μα τη προειδοποιεί πως η πορεία της δε θα είναι εύκολη, για κάποιους θα είναι μια επικίνδυνη μάγισσα ενώ για κάποιους ένα υπέροχο θήλυ. Η Μήδεια με αυτόν τον ιδιαίτερο αποχαιρετισμό φεύγει από το νησί της Κίρκης για να υπηρετήσει τη θεά Εκάτη.

 

 Ως ιέρεια της Εκάτης, η Μήδεια νιώθει πανίσχυρη και αισθάνεται πως η ψυχή της Κολχίδας πλέον της ανήκει και καταλαβαίνει πως ο βασιλιάς – πατέρας της και ο αδερφός της τη φοβούνται, φοβούνται πως όντας ισχυρή μπορεί να τους ανατρέψει. Όμως εκείνη αδιαφορεί για τα παιχνίδια της εξουσίας, θεωρεί τον εαυτό της μια διαχρονική γυναίκα και άξια κόρη της Γαίας. Ώσπου αντικρίζει τον Ιάσονα και στο πρόσωπό του αντικρύζει – ή μάλλον πιστεύει – έναν απόγονο του Ήλιου, αντάξιο να γίνει ταίρι της. Η Μήδεια δίχως ενδοιασμούς θα γίνει προστάτιδα και συνεργός του, μητέρα των παιδιών του, και για χάρη του θα προβεί σε αποτρόπαιες πράξεις. Εκείνος θα της το ανταποδώσει με τον χειρότερο τρόπο, στις πιο δύσκολες μέρες τους θα εγκαταλείψει αυτή και τα παιδιά τους έξω από τα τείχη της Κορίνθου. Εκείνη προδομένη και απογοητευμένη αντιλαμβάνεται πως ήταν ένας απλός άνδρας και πως η γενιά που δημιούργησαν δεν ήταν αυτή που ονειρευόταν.  Αποφασισμένη λοιπόν, προχωρά στην ύστατη πράξη που θα χαράξει το όνομά της μια για πάντα στη μυθολογία.        

 

Ο Μάνος Κοντολέων ολοκληρώνει το ταξίδι του στο αρχαίο ελληνικό θέατρο με τη πιο αμφιλεγόμενη τραγική προσωπικότητα, αυτή της Μήδειας. Έχοντας ως «συνοδοιπόρους» του το θεατρικό έργο «Μήδεια» του Ζαν Ανουίγ και την ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη, πλάθει τη δική του εκδοχή στο μύθο και πιάνει τα γεγονότα της ζωής της πριν την Αργοναυτική Εκστρατεία και φτάνει στις μέρες που βρέθηκε πρόσφυγας στη Κόρινθο, όταν ο Ιάσωνας την εγκατέλειψε και εκείνη για να τον εκδικηθεί σκοτώνει τα δύο παιδιά τους. Στο έργο του Μάνου Κοντολέων η Μήδεια έχει διαφορετική υπόσταση. Σκοτεινή, θηλυκή και ανθρώπινη. Δε σκοτώνει για να εκδικηθεί και δεν αφήνει τα συναισθήματά της να τη παρασύρουν ή να βγουν στην επιφάνεια. Όσον αφορά τη γραφή, δε χρειάζεται να πούμε πολλά καθώς ο κ. Κοντολέων φανερώνει για άλλη μια φορά πόσο δεξιοτέχνης είναι στο χειρισμό της γλώσσας και αυτό αποδεικνύεται αφηγηματικά, ειδικά στη στιγμή της κορύφωσης του δράματος. Όπως και στα άλλα δύο έργα του, «Η Κασσάνδρα στη μαύρη άμμο» και «Οι σκιές της Κλυταιμνήστρας», έτσι και αυτό αποτελεί μια ψηλάφηση της γυναικείας ταυτότητας και πρόταση ισότιμης συνύπαρξης των δύο φύλων. Κλείνοντας, μιλάμε για ένα σπουδαίο μυθιστόρημα που δε παύει να έχει διαχρονικό και επίκαιρο χαρακτήρα.

14.6.24

Στο 'Ποτέ πιο πριν" το βραβείο του Αναγνώστη για το Εφηβικό Βιβλίο

 



Χτες, 13/6/2024, στα Βραβεία του Αναγνώστη, το 'Ποτέ πιο πριν" τιμήθηκε με το βραβείο εφηβικού βιβλίου. Κι εγώ με ιδιαίτερη συναισθηματική φόρτιση, είπα τα παρακάτω λόγια:
<<Για τρίτη φορά μέσα σε αυτή τη χρονιά έχω την τιμή να βιώνω τη χαρά να βραβεύεται ένα μυθιστόρημά μου που ανήκει στην κατηγορία της λογοτεχνίας για νεαρούς ενήλικες αναγνώστες (crossover).
Προχθές ήταν η απονομή του Κρατικού Βραβείου για το μυθιστόρημά μου «Η Μάσκα του Καπιτάνο», ενώ πριν από λίγους μήνες το «Ποτέ πιο πριν» βραβεύτηκε από το Ελληνικό Τμήμα της ΙΒΒΥ.
Τώρα το ίδιο αυτό μυθιστόρημα τιμάται και με το βραβείο του περιοδικού «Αναγνώστης».
Ασφαλώς –και καθόλου τυπικά– ευχαριστώ όλα τα μέλη της επιτροπής και συγχαίρω το περιοδικό και τους ανθρώπους που το λειτουργούν για την ποιότητα της φροντίδας τους.
Θέλω να συγχαρώ ακόμα και όλους τους συνυποψηφίους μου.
Δεν μπορώ –και πάλι καθόλου τυπικά– να μην ευχαριστήσω όλους τους ανθρώπους των Εκδόσεων Πατάκη για τη μακρόχρονη και τόσο δημιουργική συνεργασία μας και ειδικά –στον χώρο που ανήκει το «Ποτέ πιο πριν»– την Έλενα Πατάκη που για μένα είναι κάτι ανάμεσα σε πολύτιμη σύμβουλο και αγαπημένη θετή θυγατέρα, τον Dikaios Chatziplis που χρόνια τώρα οι ιδέες μας αλληλοσυμπληρώνονται, την Υβόνη Καρύδη για τον συντονισμό της έκδοσης. Σίγουρα ακόμα την Αντωνία Γουναροπούλου – κάθε φορά με την επιμέλεια που κάνει στα κείμενά μου μου προσφέρει την ασφάλεια της ποιητικής όσο και φιλολογικής ματιάς της.
Θέλω ακόμα να ευχαριστήσω όλους εκείνους που το διάβασαν και ποικιλοτρόπως εξέφρασαν –γραπτά ή προφορικά– την αγάπη τους γι’ αυτό.
Αλλά, με την ευκαιρία αυτής εδώ της βράβευσης, δεν μπορώ να μη σημειώσω και κάτι ακόμα – σημαντικότερο ίσως από την όποια χαρά αυτής της βραδιάς.
Η λoγοτεχνία για νεαρούς ενήλικες αναγνώστες και τα μυθιστορήματα crossover, για ένα μεγάλο μέρος του κοινού και κυρίως –και δυστυχώς– για την ίδια την πολιτεία, και συγκεκριμένα για το Υπουργείο Παιδείας, λες και δεν υπάρχουν. Λες και αγνοείται η ύπαρξή τους.
Η λογοτεχνία για εφήβους στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, αν δεν απουσιάζει παντελώς, σίγουρα δεν κατέχει τη θέση που της αξίζει. Και όποτε δηλώνει ένα αρκούντως δυναμικό παρών, είναι από το μεράκι και τη θέληση κάποιων φιλολόγων.
Αλλά αν κατά τη διάρκεια της εφηβείας δεν εδραιωθεί στην ψυχή του κάθε νέου η ομορφιά της λογοτεχνικής αφήγησης, τότε να μην περιμένουμε ποτέ να έχουμε ένα δυνατό και με άποψη λογοτεχνικό κοινό ενηλίκων.
Η λογοτεχνία για νεαρούς ενήλικες αναγνώστες και τα μυθιστορήματα crossover είναι η βάση εδραίωσης μιας ενήλικης αγάπης προς την καλή λογοτεχνία.
Κάποια στιγμή πρέπει όλοι μας να το πιστέψουμε αυτό και κάποια στιγμή πρέπει οι μελλοντικοί μας φιλόλογοι να έχουν την τύχη να διδάσκονται στις πανεπιστημιακές σχολές τους και το είδος αυτό της λογοτεχνίας.
Είναι μια λογοτεχνία με ιδιαιτέρως άξια έργα, που έχουν μάλιστα το προσόν να μπορούν να συναρπάζουν αναγνώστες διαφορετικών γενεών.
Ας μην υποτιμώνται αυτά τα έργα από κάποιους κύκλους – αν μη τι άλλο το πρώτο και σε παγκόσμιο επίπεδο επίσημα χαρακτηρισμένο μυθιστόρημα crossover είναι ο «Φύλακας στη σίκαλη». Ε, ας δεχτούμε κάτι παρόμοιο να κάνουμε και με «Τα ψάθινα καπέλα» ή την «Ερόικα».
Μα μπαίνω σε πλατύτερους προβληματισμούς που δεν είναι η ώρα να ακουστούνε.
Θέλω –κλείνοντας– να αφιερώσω αυτό το βραβείο στην Anna Kondoleon . Κεντρικό θέμα και βάση της λύσης του αδιεξόδου στο «Ποτέ πιο πριν» είναι η σχέση κόρης-πατέρα. Οπότε και δικαιολογημένη η αφιέρωσή μου προς τη δική μου κόρη.
Και τώρα, ας αφήσω τους ήρωες του «Ποτέ πιο πριν» –την Ανίκα, τον Αγκίπ Ζατάν, την Ντόνα Νεράν, τον Γιαν, τη Μόνα, την Ντάφνη, τη Λούρα και τον Μουχράμ– μαζί τους κι εγώ να σας ευχηθούμε καλό καλοκαίρι.

2.6.24

ΜΙσέλ Φάιος "Αμήν"

 


Μισέλ Φάις

«Αμήν»

Εκδόσεις Πατάκη

 

                           

Μια εντελώς ιδιότυπη και απολύτως ιδιωματική περίπτωση πεζογράφου είναι ο Μισέλ Φάις.

Άνθρωπος αφοσιωμένος σε μια λογοτεχνία που θα τη χαρακτήριζα  ως σκεπτόμενη, ακριβώς γιατί είναι και ιδιαιτέρως ψυχαναλυτική.

Στα κείμενα του φωτίζεται το άτομο, αλλά πίσω από τη μοναδικότητά του  είναι σαφές το αποτύπωμα μιας κοινωνικής ομάδας.

Κάποιες στιγμές  νιώθεις ότι πεθαίνεις στη θέση ενός άλλου. Χωρίς περιστροφές, είναι σαν να καθαρίζεις πατάτες, μην ξέροντας αν θα τις βράσεις, αν θα τις κάνεις  πουρέ, τηγανιτές, ψητές στον φούρνο ή γιαχνί, πατατόσουπα ή πατατοσαλάτα. Και το κρισιμότερο, μην ξέροντας γιατί καθαρίζεις πατάτες, όταν τη στιγμή που εσύ καθαρίζεις πατάτες, χωρίς να ξέρεις όχι μόνο πώς θα τις μαγειρέψεις, αλλά κι αν πεινάς για να τις φας, ο κόσμος ψωμολυσσάει ή τρώει και ξερνάει σκοτάδι και μηδέν. Αμήν. (σελ. 96)

Το παραπάνω κείμενο, είναι μια από τις 87 μικρές ιστορίες που αποτελούν το σώμα αυτού του βιβλίου. 

Όλες τους  -και οι 87- ξεκινούν με την φράση : Κάποιες στιγμές  νιώθεις ότι πεθαίνεις στη θέση ενός άλλου, και ολοκληρώνονται με τη λέξη: Αμήν.

Τί μπορεί να σηματοδοτεί η επί ογδόντα επτά φορές επανάληψη αυτής της φράσης;

Η γραφή του Μισέλ Φάις έχει μια δική της αποσπασματικότητα, αλλά παράλληλα σου υπενθυμίζει πως τα επιμέρους αποσπάσματα αποτελούν μέρη ενός συνόλου. Το ποιο είναι αυτό το σύνολο, ο προσδιορισμός του και κατά συνέπεια η πορεία ‘συνομιλίας’ του κάθε αναγνώστη με τον συγγραφέα αφήνεται ελεύθερη να καταγραφεί από τον ίδιο τον αναγνώστη.

Κάτω από αυτή τη μέθοδο ανάγνωσης θεωρώ πως η φράση : Κάποιες στιγμές  νιώθεις ότι πεθαίνεις στη θέση ενός άλλου εκφράζει από τη μια την ανάγκη να ταυτιστείς με τον όποιο συνυπάρχει γύρω σου, την ίδια ώρα που ακριβώς αυτήν την ταύτιση την φοβάσαι.

Το ανέφικτο μιας ευχής που απαλλάσσει από την ενοχή και προστατεύει από τον κίνδυνο πιθανής υλοποίησής της.

Και αυτή τη διττή υπόσταση της αρχικής φράσης της κάθε ιστορίας, έρχεται να την θεσμοθετήσει η καταληκτική λέξη του τέλους -Αμήν.

Ατομικές, λοιπόν, εμμονές, μα και συλλογικές τύψεις -κάποιες ιστορίες αναφέρονται στην πορεία ατόμων προς το Ολοκαύτωμα- έρχονται να ζητήσουν την προστασία λόγων που έχουν προηγηθεί καθώς καταγράφηκαν από άτομα μεγίστου κύρους: Κάποιες στιγμές  νιώθεις ότι πεθαίνεις στη θέση ενός άλλου. «Πριν από καμιά εικοσιπενταριά χρόνια κάτι ήξερα, τώρα όμως δεν θυμάμαι τίποτα. Τίποτα. Ίσως και να μην είναι άνθρωπος και μόνο  να δίνω την εντύπωση πως έχω χέρια, πόδια, κεφάλι. Ίσως και καθόλου να μην υπάρχω, και μόνο να μου φαίνεται πως περπατάω, πως τρώω, πως κοιμάμαι». Αμήν.

Αυτό το κείμενο (σελ. 100) δεν είναι παρά μια αντιγραφή  διαλόγου από το έργο του Τσέχωφ ‘Τρεις αδελφές’ και θεωρώ πως η χρήση του από τον Φάις, ακριβώς αυτή την τύψη του ενός προς κάποιους άλλους περιγράφει.

Η ατομικότητα μπορεί να μετατραπεί σε ειλικρινή ταύτιση με το όποιο κοινωνικό σύνολο, μα και με την ατομικότητα του όποιου άλλου. Οπότε και πάλι ο Φάις θα στραφεί στη δεδομένη εκτίμηση που έχει προς τον Κάφκα και θα αντιγράψει την άποψη εκείνου: «Όλες οι αρετές είναι ατομικές, αλλά τα ελαττώματα κοινωνικά» (σελ.98)

Μα πάντα κυριαρχεί το ‘εγώ’. Το ‘εγώ’ όμως που αναγνωρίζει  πως θα πρέπει να καταφέρει να διαχωριστεί από την ευτέλεια των άλλων –«Ζήσε  σαν αυτόν που υπερασπίζεται με σθένος τον χρόνο των πραγμάτων που δεν φοβούνται να παλιώσουν.  Με σθένος και ανιδιοτέλεια. Να φθαρούν και να πεθάνουν. Δηλαδή τα πράγματα που αρνούνται να αναστηθούν ως καινούργια. Αμήν» (σελ.134)

Οπότε η αξία της ύπαρξης στηρίζεται στο παρελθόν της. Και από αυτό ορμώμενη μπορεί να δημιουργήσει το νέο σε μια μελλοντική κατάσταση -η συνέχεια της γενιάς, η κυτταρική μνημη αν προτιμάτε. «Με άλλα λόγια, ο τεθνεώς εργάζεται άοκνα και αθόρυβα μέσα στον ζώντα. Αμήν.» (σελ. 140)

Κάθε ιστορία καταλήγει με τη λέξη ‘Αμήν’. Λέξη με εβραϊκή ρίζα και με ένα πολλαπλό περιεχόμενο στις διάφορες παραλλαγές της -ο Μισέλ Φάις μας τις υπενθυμίζει: αξιόπιστος, εγκρίνω, πίστη, πιστεύω.

Μια συλλογή μικρών ιστοριών που εν τέλει μπορεί και να διαβαστούν ως σπαράγματα μιας εσωτερικής μυθιστοριογραφίας γύρω από τις υπαρξιακές αναζητήσεις ενός ενήλικου ανθρώπου που διατηρεί τον πολυσήμαντο στοχασμό ενός παιδιού.

Ο σύντομος διάλογος που προηγείται των ιστοριών, μας υποψιάζει πως κάτι τέτοιο πρέπει να συμβαίνει:

ΜΑΡΚΟΣ: Ακούγεται πολλή ησυχία…

ΜΙΣΕΛ: Φοβάσαι την ησυχία;

ΜΑΡΚΟΣ: Μόνο λίγο, όταν έχω ξυπνήσει.

 

 

(695 λέξεις)


https://bookpress.gr/kritikes/elliniki-pezografia/20369-amin-tou-misel-fais-kritiki-sparagmata-mias-esoterikis-mythistoriografias