9.11.16

Δυο κριτικές για την Αμαρτωλή Πόλη


Ο Διονύσης Λεϊμονής έγραψε...

«Δυο χρόνια για ένα μυθιστόρημα που θέλει να περιγράψει επώδυνες πορείες αυτογνωσίας μέσα σε κοινωνικές συνθήκες ανεξέλεγκτης κρίσης», παραδέχεται ο πολυγραφότατος και πολυδιαβασμένος έλληνας συγγραφέας Μάνος Κοντολέων ότι  του χρειάστηκαν, σε έναν απολογισμό μετά το πέρας της συγγραφικής του απόπειρας να μας δώσει ένα ακόμα εξαιρετικό μυθιστόρημα, το οποίο μάλιστα μπορεί να καταταχθεί στην cross over λογοτεχνία, λογοτεχνία που παρακολουθεί την πορεία ενηλικίωσης νεαρών εφήβων μέσα σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο.

«Αμαρτωλή πόλη», μια πόλη που βρομά, μια πόλη αδιάφορη για τους κατοίκους της που τους κάνει ξένους, άδικους, σκληρούς και αδιάφορους ή εκείνοι είναι που την ασχημίζουν, την καταστρέφουν, την εκδικούνται; Το σίγουρο και το απογοητευτικό είναι ότι κατοικείται από θυμωμένους πολίτες, από πολίτες που η ζωή τους μεταβάλλεται άρδην, που τα χάνουν όλα για όλα, που μεταμορφώνονται σε «άλλους» οδηγούμενοι σε επικίνδυνες ατραπούς.

Οι πολίτες αυτής της πόλης πένονται, κατουρούν στους δρόμους, φοβούνται, παρουσιάζουν  συμπτώματα κατάθλιψης, βιάζουν πριν βιαστούν, κρύβουν τον τρόμο τους αμυνόμενοι, επιχειρούν το τίποτα, βαυκαλίζονται με ελπίδες που δεν έχουν υπόσταση, καταστρέφουν για να μην καταστραφούν αν και είναι σχεδόν διαλυμένοι εσωτερικά, ψυχικά, συναισθηματικά…

Τα προσωπικά τους «ναυάγια» συμπλέουν με τις κοινωνικές και πολιτικές τους «καταβυθίσεις» σε έναν τόπο που κάθε αλλαγή δεν μοιάζει πια με ουράνιο τόξο αλλά με μαυριδερή νυχτερίδα που γρυλίζει σε κάποιο σκοτεινό υπόγειο. Η Στεφανία, ο Κλεάνθης, ο Τονίνο (που θέλει να τον φωνάζουν Σαμποτάζ αλλά είναι καμουφλάζ), αποτελούν σκιές μέσα σ’ αυτήν την πολύ γνώριμή μας πόλη, σκιές που με τρεχαλητό ρυθμό κυνηγιούνται, κρύβονται, ταράζονται από εφιάλτες στον ύπνο και στο ξύπνιο τους, αιωρούνται σε έναν κόσμο που έχασε τις όμορφες μυρωδιές της αρμπαρόριζας και του σανταλόξυλου, του κέδρου και ζέχνει σαν όνειρο κακοφορμισμένο. Ο συγγραφέας με μαεστρία κατορθώνει να περιγράψει χαρακτήρες και καταστάσεις, παρουσιάζοντας την εικόνα μιας πόλης που παρασύρει μεγάλους και μικρούς στον όλεθρο, μιας πόλης που κάνει τους ανθρώπους να στρέφονται σε απονενοημένες πράξεις προκειμένου να επιβιώσουν, συχνά πυκνά όμως συνδιαλέγονται με τον εαυτό τους, αυτό προσδιορίζονται, ψάχνουν και ψάχνονται εσωτερικά, αποδεικνύοντας πως ακόμα και  μέσα σε συντρίμμια μπορεί να ψαύσουν κάποια ψήγματα ανθρωπιάς, κάποιες κρικέλες για να πιαστούν οι έφηβοι πριν τους καταπιεί το αχόρταγο στόμα ενός βαράθρου.

Μυρωδιές, εικόνες, αγγίγματα, γεύσεις γλυκόπικρες εναλλάσσονται τεχνηέντως στην εξιστόρηση των προσωπικών ιστοριών των ηρώων του Μάνου Κοντολέων μέσα από μια συνεχή αλλαγή της οπτικής γωνίας του αφηγητή, αλλά και μιας πορείας σήψης και παρακμής μιας κοινωνίας που μαστίζεται από οξύτατη κρίση.

Το μυθιστόρημα αυτό του Μάνου Κοντολέων διαβάζεται απνευστί, ώσπου να επέλθει η κάθαρση στις τελευταίες μόλις σελίδες του αποτελώντας μια ευκαιρία  για τους εκπαιδευτικούς να θέσουν τους νέους μας προ μιας δεδομένης κατάστασης που ναι μεν είναι αποκαρδιωτική αλλά που σίγουρα μπορεί να αλλάξει, αφού μεταβληθεί από υλιστική σε ανθρώπινη, μαθαίνοντας και οι νεαροί αναγνώστες όπως και οι ήρωες του Μάνου Κοντολέων να εμβαθύνουν στις σκέψεις και στα συναισθήματά τους. ΄Ετσι ο Τονίνο και η Στεφανία θα ξεφύγουν από τον εύκολο δρόμο που τους έφερε σε αδιέξοδο, έχοντας τη συμπαράσταση της μητέρας του, Χρύσας, ο Κλεάνθης θα καταφέρει να ξαναγυρίσει δυναμικά στη ζωή του, καμιά Σόνια δεν θα εγκαταλείψει μια οικογένεια για μια ουτοπία, η Στεφανία θα διεκδικήσει τον Κωνσταντή που τής ανήκει, καθώς μέσα από την ενηλικίωση της θα καταφέρει να βρει τη θέση που αρμόζει σε κάθε έφηβο μέσα σε έναν τόσο μεταβαλλόμενο και σκληρό κόσμο σήμερα, πολύ πιο πριν από το σήμερα, πιο πριν από το σήμερα, λίγο πιο πριν από το σήμερα, τώρα…
Πρώτη δημοσίευση :

http://www.bookia.gr/index.php?action=Suggestions&book=212245





Η Γιούλη Τσακάλου έγραψε...

Θα μπορούσα να γράψω μόνο αυτό και να πω τα πάντα . Εξαιρετικά καλογραμμένο, από τα "διαμάντια" της νεανικής λογοτεχνίας.

Τόση πραγματικότητα κεντημένη με ιδιαίτερο και μαγικό τρόπο στις σελίδες ενός βιβλίου. Το βιβλίο αυτό αποτελεί σίγουρα μια καλή γνωριμία όχι μόνο με τον Μάνο Κοντολέων αλλά και με την ίδια τη ζωή, την οποία και πρέπει να την εκτιμάμε κάθε στιγμή και όχι να την αντιμετωπίζουμε με αφέλεια και ανευθυνότητα.

Παρ' όλο που απευθύνεται κυρίως στο νεανικό κοινό, η γραφή του δεν είναι αφελής ούτε προσποιητά παιδιάστικη, αλλά αντίθετα παρουσιάζει μια ωριμότητα και ταυτόχρονα μια αγνότητα πραγματικά συγκινητική. Οι χαρακτήρες, τρισδιάστατοι, αληθινοί, ολοζώντανοι, κέρδισαν επάξια μια θέση ανάμεσα στους αγαπημένους μου  ήρωες.

O κύριος Κοντολέων  είναι λογοτεχνικός πλούτος, λογοτεχνική αξία και όχι μόνο για τα παιδιά. Εϊναι πραγματικά ένα βιβλίο γεμάτο περιπέτεια,  και  ανατροπές της ζωής. Μας αφηγείται πραγματικά γεγονότα, με όπλο τη θέληση και την αθωότητα της  Στεφανίας , που προσπαθεί να υπερβεί κάθε εμπόδιο σε ένα δρόμο δύσκολο, ο οποίος θα την οδηγήσει στην κορυφή; ή στην άβυσσο  μιας πόλης που καταρρέει και στο δρόμο της παρασέρνει τους πάντες όπως τον Κλεάνθη τον Τονίνο και τη Χρύσα που προσπαθούν μέσα απο τις δυσκολίες της ζωής και της κρίσης να γνωρίσουν τον πραγματικό τους εαυτό!!

Από τις δέκα κιόλας πρώτες σειρές με καθήλωσε ο τρόπος γραφής του. Προτάσεις, απολύτως κατανοητές όπου η κάθε μια είναι και μια ολοζώντανη εικόνα. Νόμιζα  ότι βρισκόμουν κάπου εκεί και ζούσα τις στιγμές μαζί με τους ήρωες και την παρακμή μιας χώρας που καταρρέει παρασέρνοντας οτι πολυτιμότερο έχει τη νεολαία της!!!

Σας ευχαριστούμε πολύ κύριε Κοντολέων.

Πρώτη δημοσίευση:

http://biblioparousiaseiskritikes.blogspot.gr/2016/11/blog-post_8.html

2.11.16

Στέφανος Δάνδολος "Όταν θα δεις τη θάλασσα"

Στέφανος Δάνδολος
«Όταν θα δεις τη θάλασσα»
Μυθιστόρημα
Εκδόσεις Ψυχογιός

                                                  



Το έχω και με άλλες παρόμοιες ευκαιρίες δηλώσει πως θεωρώ τον Στέφανο Δάνδολο ως  έναν  από τους πλέον αξιοπρόσεχτους έλληνες συγγραφείς , ανάμεσα σε εκείνους που πρωτοπαρουσιάζονται στη τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα.
Ο Δάνδολος εκδίδει το πρώτο του μυθιστόρημα το 1996 και σήμερα –μετά από 20 χρόνια – βλέπει το φως της δημοσιότητας το δέκατο βιβλίο του.
Από αυτά το ένα μόνο ήταν μια συλλογή διηγημάτων. Όλα τα άλλα μυθιστορήματα. Και τα περισσότερα από αυτά μάλιστα και πολυσέλιδα.
Πληθωρικός ,λοιπόν, συγγραφέας ο Δάνδολος. Αυτό φανερώνουν και ο αριθμός των τίτλων  που έχουν το όνομά του αλλά και ο όγκος τους.
Την ίδια όμως πληθωρικότητα θα την συναντήσουμε και στο εύρος των θεμάτων που κατά καιρούς τον έχουν απασχολήσει.
Από την ανίχνευση των ενδοοικογενειακών σχέσεων των πρώτων του έργων, στην αναζήτηση των πολιτικών προεκτάσεων στις πράξεις επωνύμων και ανωνύμων προσώπων και στη συνέχεια μια στάση στο φωτισμό της ίδια της γενιάς του (της γενιάς του ’80).
Κι αμέσως μετά έρχεται η απροσδόκητη τροπή.
Το βύθισμα στο παρελθόν.
Ένα παρελθόν άλλοτε των  λογοτεχνικών του καταβολών και άλλοτε –ή μάλλον τώρα πλέον- των συνθηκών που διαμόρφωσαν το προφίλ του σύγχρονου ελληνικού κράτους.
Και πάντα όλα αυτά έχοντας ως κεντρικό τους άξονα τον έρωτα.
Σύμφωνα με μια τέτοια σκέψη, λοιπόν, δεν διστάζω να θεωρήσω το τελευταίο αυτό μυθιστόρημα του Στέφανου Δάνδολου ως ένα λογοτεχνικό έργο όπου ο έρωτας και η ιστορία με θαυμαστή ισορροπία συνυπάρχουν.
Τα τελευταία χρόνια –και μάλιστα από τότε που ξεκίνησε η οικονομική και κοινωνική κρίση-  πολλά είναι τόσο τα ερωτικά όσο και τα ιστορικά μυθιστορήματα που όχι μόνο γράφονται, όχι μόνο εκδίδονται, αλλά και ιδιαιτέρως έντονα αγαπιούνται από ένα πλατύ αναγνωστικό κοινό.
Ένα κοινό που στην πλειονότητά του δεν αναζητά βαθιές αναλύσεις αλλά ευκαιρίες διαφυγής και κατασκευές ονείρων.
Ο έρωτας μπορεί να προσφέρει την ουσιαστικότερη ενδοσκόπηση, αλλά μπορεί και να χαρίσει το ξεγέλασμα από τη μιζέρια μιας καθημερινότητας. Αν κάτι χαρακτηρίζει τα λαϊκά ερωτικά μυθιστορήματα είναι αυτό κυρίως  -το είδωλο μιας σχέσης εξειδικευμένης  μα και παραπλανητικής.
Από την άλλη, τα πλατιάς κυκλοφορίας ιστορικά μυθιστορήματα προσπαθούν να καλλιεργήσουν  τη θέση μιας ιστορικά αναγνωρισμένης ανωτερότητας της φυλής και του έθνους –σε εποχές εθνικής κάμψης ας επιστρέψουμε στις παλιές δόξες και ας ελπίσουμε πως κάποτε θα μας  στεφανώσουν και πάλι.
Στην ουσία τόσο ο έρωτας όσο και η ιστορία χρησιμοποιούνται ως μάσκες  και προσφέρουν το ξεγέλασμα από μια συνειδητοποίηση  της θέσης του ατόμου μέσα στο παρόν και στο μέλλον.
Σίγουρα όμως ερωτικά και ιστορικά έργα γράφονται και από συγγραφείς που δεν έχουν ως στόχο τους να υπηρετήσουν τη φυγή και την παραπλάνηση, αλλά την αληθινή αντιμετώπιση συναισθημάτων και καταστάσεων.
Ανάμεσα σε αυτούς τους συγγραφείς, ο Στέφανος Δάνδολος δίνει το παρόν του με αυτό κυρίως το τελευταίο του μυθιστόρημα.
Πρώτα απ΄ όλα έχουμε ένα πλούσιο ερωτικό μυθιστόρημα και μάλιστα διπλό καθώς η αφήγηση πλέκει παράλληλα δυο ιστορίες που αν και τις χωρίζουν κοντά 40 χρόνια, με μια συγγραφική τεχνική που έχει τις ρίζες της στα κλασικά έργα του 19ου αιώνα, τις ενώνει επιβεβαιώνοντας πως τα ανθρώπινα πάθη διαπερνούν τις εποχές, αλλά και οι κλασικοί μυθιστορηματικοί ήρωες μπορεί να ανασαίνουν και μέσα στις εμπνεύσεις γραφιάδων του σήμερα.
Αυτά τώρα τα κοντά 40 τόσα χρόνια –συγκεκριμένα από κάπου στα 1886 μέχρι το 1916- περικλείουν μια περίοδο όπου το ελληνικό κράτος εδραίωνε το όποιο του πρόσωπο, οι εσωτερικές πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις του διαμόρφωναν το ήθος και τη δυναμική τους, ενώ οι έξωθεν προστάτες του σχεδιάζανε τρόπους παρεμβάσεων και απομύζησης μιας νέας χώρα κάπου στα όρια της Ευρώπης.
Είναι μια περίοδος που –απ΄ όσο ξέρω- δεν έχει ιδιαίτερα απασχολήσει έλληνες συγγραφείς. Ιδιαίτερα όμως προσφέρεται για μια πλούσια μυθιστορηματική σύνθεση καθώς διαθέτει ένα στοιχείο που συνήθως χαρακτήριζε κάθε κλασικό μυθιστόρημα -άρωμα μπελ επόκ.
Ο Δάνδολος άπλωσε την μυθιστορηματική του σύνθεση σε 600 τόσες σελίδες.
Τις γέμισε με καλοσχηματισμένους χαρακτήρες και με μια ολοζώντανη ανάπλαση ιστορικών και κοινωνικών συμβάντων του παρελθόντος.
Οι κεντρικοί, μα και οι δεύτεροι χαρακτήρες ακουμπάνε στα χρόνια  που ζούνε. Δεν υποκρίνονται άτομα μιας άλλης εποχής –σ΄ εκείνη την άλλη εποχή ζούνε. Κυκλοφορούνε σε δρόμους  της Ευρώπης των αρχών του 20ου, φοράνε τα ρούχα που τότε οι ευρωπαίοι  φορούσανε, αντιστέκονται ή υποκύπτουν στα ήθη εκείνων των χρόνων.
Ο συγγραφέας, ακόμα, δεν κραύγασε, αλλά μήτε και έκρυψε τη διάθεση του να φωτίσει τις αντιστοιχίες των τοτινών χρόνων με τους σημερινούς.
Διέκρινε τις ομοιότητες και μας φανερώνει τις επαναλήψεις της ιστορίας και των πολιτικών.
Εδραίωσε τις απόψεις του βασισμένος σε μια πλούσια βιβλιογραφία.
Και τελικά δεν πρόδωσε ούτε σε μια αράδα το πάθος του προς την λογοτεχνία.
Η γραφή του Στέφανου Δάνδολου λες και  ακολουθεί την τάση ενός  από τους ήρωές του μετά από την ερωτική πράξη  -σπαρταράει από μια ζωώδη ηδονή.


Πρώτη δημοσίευση: http://fractalart.gr/otan-tha-deis-ti-thalassa/



26.10.16

Κώστας Ακρίβος "Τελευταία νέα από την Ιθάκη"

Κώστας Ακρίβος
«Τελευταία νέα από την Ιθάκη»
Διηγήματα
Εκδόσεις Μεταίχμιο






Μετά  από είκοσι τρία χρόνια (τόσα είναι περίπου αυτά που ο Κώστας Ακρίβος με σταθερή χρονική και ποιοτική συνέπεια, δίνει στο κοινό τα έργα του) και μετά από δεκατρία προσωπικά βιβλία, μετά από την ευθύνη τριών Ανθολογιών, μετά από συμμετοχή σε αρκετές συλλογικές εκδόσεις και σε σχολικά εγχειρίδια, μπορεί πλέον κανείς να είναι βέβαιος για τα συγγραφικά χαρακτηριστικά του βολιώτη φιλόλογου και λογοτέχνη.
Το ένα έχει να κάνει με την πάρα πολύ καλή γνώση της ελληνικής γλώσσας.
Το δεύτερο με τα θέματα που κάθε φορά τον κερδίζουν.
Η άρτια γνώση των Ελληνικών γίνεται εμφανής όταν κανείς διαβάζει έργα του τα οποία άλλοτε χρησιμοποιούν μια πλούσια δημοτική, άλλοτε μια καθαρόαιμη καθαρεύουσα, άλλοτε πάλι  πλαστικές εκφορές προσωπικών και ιδιωματικών αφηγήσεων.
Ο φιλόλογος υπηρετεί τον λογοτέχνη και παράλληλα τον υποστηρίζει.
Όσον αφορά τα θέματα, αυτά συνήθως έχουν να κάνουν με τις σκέψεις και τα συναισθήματα, τις ανάγκες και τα αδιέξοδα καθημερινών ανθρώπων του σήμερα, συχνά όμως και του χτες.
Ο Ακρίβος χωρίς να αγνοεί καταστάσεις που επηρεάζουν τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία, δείχνει να έλκεται περισσότερο από συνθήκες κάπως διαχρονικές (ο έρωτας για παράδειγμα, η θρησκεία, η ιστορία κ.α.) ή και σχεδόν ξεπερασμένες πλέον (η ζωή σε μικρές απομακρυσμένες από κάποιο άστυ περιοχές).
Θα ήθελα ακόμα να σημειώσω πως από τα δεκατρία του βιβλία, τα εννέα –αν καλά θυμάμαι- είναι μυθιστορήματα, ενώ  τα υπόλοιπα τέσσερα συλλογές διηγημάτων.
Αν μαζί με αυτές τις συλλογές λάβουμε υπ΄ όψιν μας τη συμμετοχή του σε ομαδικές  εκδόσεις και τις ανθολογήσεις του, τότε μπορούμε να ισχυριστούμε πως ο Κώστας Ακρίβος είναι ίσα μοιρασμένος ανάμεσα στη μεγάλη και τη μικρή φόρμα αφήγησης.
Το πρόσφατο βιβλίο του –«Τελευταία νέα από την Ιθάκη»- είναι το δέκατο τέταρτο και η πέμπτη συλλογή διηγημάτων του.
Διαθέτει κι αυτή τα δυο κεντρικά συγγραφικά του χαρακτηριστικά.
Άλλα από τα διηγήματα –τα περισσότερα- είναι γραμμένα στη δημοτική, άλλα πάλι μιμούνται ή το ύφος του Καβάφη ή τον λόγο του Κολοκοτρώνη ή και διαθέτουν κάποιον ρυθμό που μπορεί να παραπέμπει σε αφήγηση λαϊκού αφηγητή που θέλει να χρησιμοποιήσει ποιητική φόρμα.
Και βέβαια οι ήρωες του διηγημάτων προέρχονται κυρίως από χώρους όπου συναντάμε  ανθρώπους καθημερινούς, αστούς, μικροαστούς, επαρχιώτες ή είναι λογοτεχνικές περσόνες ιστορικών προσωπικοτήτων.
Τα διηγήματα θα έδειχναν ασύνδετα μεταξύ τους ως προς τον θεματικό τους άξονα, αν ο Ακρίβος (χρησιμοποιώντας μιας αγαπημένη του συνήθεια) δεν ήθελε να τους χαρίσει μια ιδιότυπη ενδοκειμενικότητα.
Επέλεξε αποσπάσματα από την Οδύσσεια που το καθένα είχε να κάνει με κάποιο από τα πρόσωπα που κυκλοφορούν στο Έπος. Από τον ίδιο τον Οδυσσέα έως τον Μενέλαο, από την Καλυψώ ως την Αντίκλεια –συνολικά έχουμε 26 διηγήματα που αποτελούν κατά κάποιο τρόπο ενσαρκώσεις χαρακτήρων της Οδύσσειας στην σημερινή εποχή.
Ο Ακρίβος αναζητά όχι τις εξωτερικές ομοιότητες, αλλά το εσωτερικό νήμα που μπορεί να συνδέει τύπους ανθρώπων μέσα στο εύρος των αιώνων. Έτσι ο Οδυσσέας, για παράδειγμα, αντανακλάται σε ελληνό-κουβανό τραγουδοποιό, ο Αχιλλέας σε αξιωματικό του ’22 και ο Τειρεσίας σε χαρτορίχτρα.
Πέρα όμως από αυτό το εύρημα σύνδεσης των επιμέρους κειμένων, όλα τα διηγήματα διαθέτουν το καθένα τη δική του χάρη και κάποια μάλιστα από αυτά στραφταλίζουν καθώς τα έχει πασπαλίσει ο ιδρώτας των ανθρώπινων παθών.
Όμορφα διηγήματα. Ο ίδιος ο συγγραφέας δηλώνει πως η ιδέα σύλληψης μιας τέτοιας συλλογής, του είχε γεννηθεί από το 1988 όταν είχε ακούσει τον Δημήτρη Μαρωνίτη να διαβάζει τη μετάφραση του από την ε ραψωδία της Οδύσσειας.
Πολύ συχνά –ή μήπως σπάνια;- οι συγγραφικές εμπνεύσεις θέλουν το δικό τους χρόνο για να ολοκληρωθούνε.
Αλλά –εν τέλει- ολοκληρώνονται.


Πρώτη δημοσίευση: http://www.culturenow.gr/52613/teleytaia-nea-apo-thn-ithakh-kwstas-akrivos-kritikh-vivlioy

Νίκος Δαββέτας "Ωστικό κύμα"

Νίκος Δαββέτας
«Ωστικό κύμα»
Μυθιστόρημα
Εκδόσεις Πατάκη

                                                 



Η περίπου σαραντάχρονη Δέσποινα θα μάθει πως ανάμεσα στα πολλά θύματα μιας βομβιστικής ενέργειας στο μετρό του Λονδίνου είναι και ο γιος της, εικοσάχρονος φοιτητής.
Το ξαφνικό και τόσο άγριο αυτό γεγονός θα οδηγήσει τη Δέσποινα (που και μετά από τον αποτυχημένο γάμο της, ζει μέσα σε μια ψυχική όσο και συναισθηματική αταξία) σε μια πλήρη απορρύθμιση της καθημερινότητάς της.
Εικόνες από το παρελθόν της θα την επισκέπτονται καθώς εκείνη θα προσπαθεί όχι μόνο να συνειδητοποιήσει την απώλεια, αλλά και να αναζητά αν το χτες είναι αυτό που καθορίζει το σήμερα.
Κι ενώ η Δέσποινα θα ‘ταξιδεύει’ στις δικές της αναμνήσεις , παράλληλα οι έρευνες θα φέρουν το φως στοιχεία που θα αποδεικνύουν πως δεν είναι πλέον το όποιο τοπικό γεγονός που γράφει την ιστορία κάθε ατόμου, αλλά αντίθετα είναι οι συνθήκες που απλώνονται σε όλο τον κόσμο και έτσι από την μια μπορεί μεν να τον ενώνουν πολιτισμικά, αλλά από την άλλη μπορεί να και να τον διαμορφώνουν ιδεολογικά.
Από την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου σε εκείνη μιας υπόγειας στάσης του Λονδίνου, χωρέσανε τρεις γενιές ανθρώπων και το βάρος πέφτει στη Δέσποινα (εκπρόσωπο της δεύτερης και μεσαίας) να κατανοήσει και να αναζητήσει ασφαλείς οδούς όπου θα τις βαδίσουν όσοι πρόκειται να ακολουθήσουν.
Ο Νίκος Δαββέτας που είχε γίνει γνωστός από την δεκαετία του ’80 με τις ποιητικές συλλογές του, φαίνεται πως έχει μάλλον οριστικά αποφασίσει να μεταναστεύσει στα εδάφη της πεζογραφίας.
Το «Ωστικό κύμα»  είναι το έκτο πεζογραφικό του βιβλίο και επιβεβαιώνει τη διάθεση του Δαββέτα να αναμειγνύει τις μυθοπλαστικές κατασκευές του με ιστορικά συμβάντα.
Το παρελθόν εισβάλει κι εδώ στο παρόν των ηρώων του.  Κάτι παρόμοιο είχε συμβεί και στα δυο προηγούμενα έργα του.
Είναι μια ενδιαφέρουσα στάση συγγραφής καθώς γίνεται έτσι μια προσπάθεια η ντόπια λογοτεχνική παραγωγή να συνδυάζει την ελληνική πραγματικότητα με μια γενικότερη ευρωπαϊκή.
Θα διαπιστώσουμε στο έργο αυτό και την τάση του συγκεκριμένου πεζογράφου να κρατά κοντά σε πολιτικά γεγονότα τους ήρωές του.
Ο Νίκος Δαββέτας από αυτή τη σκοπιά θα μπορούσε και να χαρακτηρισθεί ως ένας πολιτικοποιημένος συγγραφέας.
Μα παράλληλα παραμένει και ένας ικανός πλάστης μιας πολυεπίπεδης γραφής-  λυρική ρεαλιστική, συμβολική, στοχαστική.
Ο άνεμος αλλάζει πάλι κατεύθυνση –είναι η τελευταία φράση του έργου.
Είναι ίσως αυτό και που ο Νίκος Δαββέτας θέλησε να κάνει γράφοντας τούτο το έργο. Να αλλάξει κατεύθυνση η ματιά με την οποία ο μέσος έλληνας βλέπει …το εαυτό του.



 Πρώτη δημοσίευση: http://www.iporta.gr/politismos/vivlio/item/10218-nikos-davvetas-ostiko-kyma-mythistorima-ekdoseis-pataki-tou-manou-kontoleon

Βούλα Μάστορη "Στη χώρα των θαυμάτων"

Βούλα Μάστορη
«Στη χώρα των θαυμάτων»
Μυθιστόρημα
Εκδόσεις Πατάκη


                                       
Η Βούλα Μάστορη ανήκει στην ομάδα εκείνων των συγγραφέων της λογοτεχνίας για παιδιά και νέους που παρουσιάζονται στα χρόνια της μεταπολίτευσης και ανανεώνουν τα θέματα και τη μορφή των βιβλίων που απευθύνονται σε παιδιά και εφήβους.
Από τις πλέον δυναμικές παρουσίες, δίνει το παρόν της τόσο με εφηβικά μυθιστορήματα όσο και με μικρές ιστορίες και παραμύθια.
Αρχές της δεκαετίας του 2000 κυκλοφορεί και το πρώτο της μυθιστόρημα για ενήλικο κοινό.
Το δεύτερο θα ακολουθήσει δέκα περίπου χρόνια αργότερα.
Κι εφέτος βλέπει το φως της δημοσιότητας το τρίτο –«Στη χώρα των θαυμάτων».
Μυθιστόρημα σπαραγμός μετά από τον θάνατο του συζύγου της συγγραφέα.
Δεν είναι ίσως σύνηθες (ίσως και όχι πρέπον ηθικά) μια κριτική προσέγγιση ενός λογοτεχνικού έργου να επιχειρεί να συνδέσει τα όσα μέσα στο μυθιστόρημα διαδραματίζονται με την προσωπική ζωή του δημιουργού, αλλά στην περίπτωση αυτού εδώ του βιβλίου, νομίζω πως όχι μόνο δεν υφίσταται θέμα ηθικής τάξης, αλλά αντίθετα επιβάλλεται να τονισθεί η ταύτιση ηρωίδας και δημιουργού της μιας και είναι σαφές πως τέτοιο στόχο είχε και η Βούλα Μάστορη όταν ξεκίνησε να γράφει και κάποια στιγμή ολοκλήρωσε το έργο αυτό που περιγράφει την κοινή ζωή της με τον σύντροφό της.
Και αποκτά ακόμα μεγαλύτερο βάρος και βάθος αυτή η καταγραφή μιας κοινής πορείας που τη διακόπτει ο θάνατος του ενός μέλους, όταν το έργο κυκλοφορεί τις μέρες που η ίδια η Μάστορη αντιμετωπίζει σοβαρότατο πρόβλημα υγείας.
Μυθιστόρημα, λοιπόν, το «Στη χώρα των θαυμάτων» -ή μήπως μαρτυρία;
Η δομή του έργου διαθέτει δύο επίπεδα. Στο πρώτο η τριτοπρόσωπη αφηγήτρια (που με σαφήνεια αφήνει να υπονοηθεί πως ταυτίζεται με την ηρωίδα) καταγράφει τις αντιδράσεις της τις πρώτες μέρες  μετά από το θάνατο του για σαράντα περίπου χρόνια συντρόφου της.
Η απουσία του αποκτά διαστάσεις μεταφυσικής παρουσίας και τα αντικείμενα του σπιτιού γίνονται η αφορμή να έρθουν στην επιφάνεια της μνήμης τα γεγονότα των προηγουμένων ετών.
Κι έτσι έχουμε το δεύτερο επίπεδο αφήγησης. Σε αυτό παρακολουθούμε τη γνωριμία δυο ανθρώπων που αν και είχαν μια σημαντική διαφορά ηλικίας, ερωτεύτηκαν με πάθος και έζησαν ο ένας δίπλα στον άλλον μια ολόκληρη ζωή.
Αυτό το δεύτερο επίπεδο στην ουσία λειτουργεί ως η μυθιστορηματική βάση όπου απάνω της θα έρθει να απλωθεί ο σπαραγμός από τον χωρισμό και να μετατραπεί σε λογοτεχνία η πορεία προς τα γηρατειά, οι διάφορες φάσεις μιας αρρώστιας και τελικά το αναπότρεπτο τέλος του ενός, αλλά και η προσπάθεια διαχείρισης της μοναξιάς εκ μέρους του άλλου.
Πίσω από αυτό το κεντρικό θέμα, πολλά άλλα ζητήματα σηματοδοτούνται.
Οι σχέσεις της κόρης με τον πατέρα. Μια σχέση που δεν θέλησε ποτέ να ξεθυμάνει, αλλά αντίθετα μεταμορφώθηκε σε μια μορφή έλξης προς ωριμότερο άνδρα.
Η καθυστερημένη έφοδος της εφηβείας –μιας περιόδου που εμποδίστηκε να ανθίσει στην δική της εποχή και που όταν τελικά μπόρεσε να εκφρασθεί επέφερε και ένα μεγάλο κτύπημα.
Η αναζήτηση της γυναικείας χειραφέτησης στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, είναι ένα ακόμα στοιχείο στο οποίο το έργο στηρίζεται.
Η σιγουριά της νέας γυναίκας που ζει δίπλα σε ένα μεγαλύτερό της άντρα, σιγά, σιγά μετατρέπεται σε μια δική της αυτονομία και στη συνέχεια σε μια προστασία προς τον ηλικιωμένο σύντροφο που το γήρας τον στριμώχνει το περιθώριο.
Και  -αυτό που ρίχνει τη σκιά του σε όλο το έργο- ο σπαραγμός του πολύχρονου αποχαιρετισμού.

                                                  *********
Το τελευταίο τούτο μυθιστόρημα της Βούλας Μάστορη κυκλοφορεί λίγους μήνες μετά από δυο άλλα βιβλία (τυχαίνει και αυτά να κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις Πατάκη) με παρόμοιο θέμα.
Είναι το «Γράμμα στον Κωστή» της Ξένιας Καλογεροπούλου και το «Το άλλο μου ολόκληρο» της Τασούλας Επτακοίλη.
Και στα δυο αυτά βιβλία οι συγγραφείς τους απευθύνονται νοερά στους αγαπημένους συντρόφους που έφυγαν από τη ζωή. Και χωρίς να αποφεύγουν το πένθος, γνέφουν καταφατικά προς τη συνέχεια του βίου.
Η Μάστορη αυτό το γνέψιμο δείχνει πως δεν το αντέχει.
Παρόλα αυτά αποφασίζει να το γράψει. Ακολουθεί τη συμβουλή του Μένη Κουμανταρέα –το πένθος τελειώνει ή κοντεύει να τελειώσει όταν αποφασίζεις να γράψεις γι αυτό.
Μακάρι.

 Πρώτη δημοσίευση: http://fractalart.gr/sti-xwra-twn-thaymatwn/



24.10.16

Ιστορίες του Σάββα



Τασούλα Τσιλιμένη
«Οι ιστορίες του Σάββα»
Πώς να επιβιώσετε από τους γονείς όταν πάτε σχολείο
Εικονογράφηση: Τέτη Σώλου
Εκδόσεις Πατάκη



Πολλές οι αλλαγές που συμβαίνουν στην κοινωνία καθώς η μια γενιά διαδέχεται την άλλη.
Πάντοτε κάτι παρόμοιο συνέβαινε, αλλά ασφαλώς μήτε με την ίδια ταχύτητα μήτε όμως και με τις ίδιες ποιοτικές διαφορές που στις μέρες μας αυτές οι αλλαγές συντελούνται.
Ο νέος αιώνας –ανεπαισθήτως ίσως;- έχει μεταλλάξει τις προσωπικές σχέσεις και σίγουρα έχει διαφοροποιήσει και τις οικογενειακές.
Διαφορετικά πλέον τα πρότυπα του συζύγου, διαφορετικά και εκείνα της συντρόφου. Διαφοροποιήθηκε η εικόνα του πατέρα, άλλαξε και της μητέρας.
Και η θέση του παιδιού ολοένα και περισσότερο αποκτά μεγαλύτερο βάρος όχι βέβαια ως προς το μερίδιο αγάπης και τις έγνοιες της φροντίδας του, αλλά ως προς το ύφος που οι γονείς εκφράζουν την γονική τους μέριμνα.
Καθώς η καθημερινότητα της οικογενειακής ζωής έχει θεμελιακά αλλάξει, οι νέοι γονείς αισθάνονται μια ενοχή ως προς το πόσο πολύ χρόνο αφιερώνουν στα τέκνα τους.
Και οι ενοχές αυτές εκφράζονται με μια υπερπροστατευτικότητα και ένα άγχος ως προς το αν το παιδί τους θα είναι ικανό να αντιμετωπίσει με τις δικές του δυνάμεις την σταδιακή του ένταξη μέσα στην κοινωνική ομάδα.
Καίρια στιγμή μιας τέτοιας ένταξης οι μέρες όπου το μικρό αγόρι ή το μικρό κορίτσι θα πάει για πρώτη φορά στο σχολείο.
Μια τέτοια μέρα ήταν πάντα μέρα οικογενειακής χαράς και έτσι εξακολουθεί να είναι. Μόνο που πλέον και πολύ συχνά και για πολλές –κυρίως με ένα παιδί- οικογένειες μαζί με τη χαρά βιώνεται και ένα άγχος.
Είναι το παιδί μου ικανό να αντιμετωπίσει μόνο του τον έξω κόσμο;
Είμαστε έτοιμοι προτού αυτό παραπατήσει, εμείς να το στηρίξουμε;
Μέσα σε μια τέτοια αγχωτική διάθεση οι γονείς συμπεριφέρονται με τρόπους που τις περισσότερες φορές είναι σαφώς λιγότερο ώριμοι από τις αντιδράσεις των ίδιων των μοναχοπαιδιών τη πρώτη μέρα τους στο σχολείο.
Η Τασούλα Τσιλιμένη –με τη γνώση της Πανεπιστημιακής  Καθηγήτριας Παιδικής Λογοτεχνίας από τη μια και με την ευρηματικότητα της συγγραφέα κειμένων για μικρούς αναγνώστες από την άλλη- ζωντάνεψε όλα όσα πιο πάνω σημειώσαμε καθώς περιγράφει τις πρώτες σχολικές μέρες του μικρού Σάββα και των γονιών του.
Τις περιγράφει με χιούμορ και ευρηματικές επιλογές καθημερινών στιγμιότυπων.
Η αγωνία για το πρώτο κουδούνι, η τάση του γονιού να βοηθά ανεξέλεγκτα το χαϊδεμένο του παιδί, όπως και η προθυμία  να του καλύψει τις όποιες ανάγκες προτού καν αυτές παρουσιαστούνε, μετατρέπονται σε σπαρταριστές σκηνές καθημερινού βίου ενώ παράλληλα διατηρούν και την διάθεσή τους να σατιρίσουν όπως όμως και να συμπονέσουν.
Τελικά στις τρεις ιστορίες του μικρού Σάββα πρωταγωνιστούν οι γονείς του.  Κι έτσι με πολύ κέφι θα το απολαύσουν και οι ενήλικες. Με άλλα λόγια ένα χαριτωμένο , απόλυτα σύγχρονο βιβλίο για παιδιά που με ιδιαίτερη χαρά κάποιοι  μεγάλοι –γονείς, παππούδες και γιαγιάδες, δάσκαλοι- θα βρούνε στιγμές των δικών τους μικροαγωνιών.
Η κεφάτη και ολοζώντανη διάθεση που σου δημιουργεί η έκδοση, πολλά οφείλει στην εικονογράφηση της Τέτης Σώλου –από τις πλέον ικανές εικονογράφους μας στο να περιγράφουν με χιούμορ καθημερινές στιγμές καθημερινών ανθρώπων.



Πρώτη δημοσίευση: http://diastixo.gr/kritikes/paidika/5886-istories-tou-savva

20.10.16

"Τα άλογα των συγγραφέων"

Ελένη Λαδιά
«Τα άλογα των συγγραφέων»
Μικρά δοκίμια
Βιβλιοπωλείο της Εστίας

       

Νομίζω πως με ασφάλεια μπορώ να ισχυριστώ πως το λογοτεχνικό παρόν της κάθε εποχής  καθορίζεται από τέσσερεις άξονες –συγγραφέα, εκδότη, βιβλιοπώλη, αναγνώστη.
Αναντίρρητα η πιο πάνω σειρά καταγραφής καθρεφτίζει την πορεία από τη δημιουργία της σύνθεσης στην άλλη δημιουργική έκφραση –αυτή της ανάγνωσης.
Αλλά η χαρτογράφηση της βαρύτητας ενός λογοτεχνικού παρόντος μπορεί να έχει –και συνήθως έχει- μια άλλη σειρά. Και μάλιστα αυτήν της εντελώς αντίστροφης πορείας. Από τον αναγνώστη στον συγγραφέα.
Είμαστε στην καρδιά μιας περιόδου όπου το κεντρικό στοιχείο που καθορίζει επιλογές και καθοδηγεί πράξεις είναι αυτό της κατανάλωσης.
Δεν αγνοώ, βέβαια, πως και οι καταναλωτικές τάσεις σχεδιάζονται σε χώρους που δεν υπεισέρχονται οι απόψεις των απλών καταναλωτών, αλλά εν τέλει αυτό που δίνει το ύφος και το ήθος κάθε χώρου αγοράς (και ασφαλώς και της αγοράς του βιβλίου) είναι οι συνειδητές ή μη επιλογές του μέσου ανθρώπου –στην περίπτωση της λογοτεχνίας, του μέσου αναγνώστη.
Ο καταναλωτής με τις επιλογές του επιβάλει και τους κανόνες της αγοράς.
Ο αναγνώστης με τις δικές του προτιμήσεις καθορίζει το τι κατά κύριο λόγο θα βρίσκει στους πάγκους των βιβλιοπωλείων, αλλά και τις εκδοτικές αποφάσεις επηρεάζει  και εν τέλει –και ως ένα βαθμό- και τις συγγραφικές εμπνεύσεις ποδηγετεί.
Σε μια παγκοσμιοποιημένη και απολύτως ελεγχόμενη αγορά, οι συγγραφείς των ευπώλητων λογοτεχνικών κειμένων δεν έχουν βρεθεί τυχαία, αλλά αντίθετα έχουν αναζητηθεί, έχουν κατασκευαστεί και με τρόπους συγκεκριμένους έχουν προβληθεί.
Και ας το θεωρήσουμε δεδομένο πως πολλοί έχουν γίνει οι συγγραφείς εκείνοι που γράφουν αποκλεισμένοι μέσα στο γραφείο τους έχοντας ως όνειρο καθοδήγησης πωλήσεις που θα τους αποφέρουν συγγραφικά δικαιώματα που θα περιγράφονται με πενταψήφιους αριθμούς.
Ανεπαισθήτως και με την υποστήριξη της κατάργησης της ενιαίας τιμής του βιβλίου, οι νέες συνθήκες έχουν εδραιωθεί και έχουν πλέον διαμορφώσει το παρόν των λογοτεχνικών βιβλίων που γράφονται και διαβάζονται.
Ολοσχερώς;  Όχι – και ευτυχώς!- ασφαλώς.
Και συγγραφείς και εκδότες και βιβλιοπώλες και αναγνώστες αντιστέκονται.
Μα η περιρρέουσα ατμόσφαιρα υπάρχει και κάθε λίγο και λιγάκι δημοσιεύονται οι κατάλογοι με τα ευπώλυτα και συζητιούνται ηχηρές μεταγραφές συγγραφέων.
Αλλά… Αλλά υπάρχουν –το τονίσαμε και λίγο πιο πριν- και όσοι αντιστέκονται. Και μάλιστα κάποιοι από αυτούς με τρόπους απόλυτους.
Μια τέτοια συγγραφέας είναι και η Ελένη Λαδιά. Από το 1973 έως και σήμερα υπηρετεί με συνέπεια το συγγραφικό της όραμα.  Δεν ακούει σειρήνες της αγοράς, αλλά έχει ανακαλύψει τις δικές της μικρές πηγές όπου πίνει και ξαποσταίνει από το βάρος της ζωής.
Πεζογράφος, βραβευμένη με σημαντικά βραβεία, αλλά πάντα στραμμένη προς τον αναγνώστη εκείνο που δεν αναζητά την εύκολη συγκίνηση, αλλά αντίθετα τη μέθεξη που έρχεται από την γεύση του μείγματος λογοτεχνίας και φιλοσοφίας.
Το τελευταίο της πάντως βιβλίο δεν είναι μήτε μυθιστόρημα, μήτε και συλλογή διηγημάτων. Ως Μικρά Δοκίμια χαρακτηρίζει η ίδια  τα κείμενα που αποτελούν την καλαίσθητη  έκδοση  με τίτλο «Τα άλογα των συγγραφέων».
Κι έτσι είναι. Μικρές δοκιμιακές καταγραφές που όμως σπαράζουν από το ανθρώπινο πάθος και εκπέμπουν ένα αξιοσέβαστο ήθος.
Δημοσιευμένα στην πλειοψηφία τους στο ηλεκτρονικό περιοδικό ‘Διάστιχο’, αγγίζουν άλλοτε θέματα που έχουν να κάνουν με τη συγγραφική έμπνευση, άλλοτε με ζητήματα που αφορούν αναγνωστικές κρίσεις, άλλοτε αναζητούν τη σχέση παλαιών εποχών και παμπάλαιων μύθων με το σήμερα και τη σημερινή σκέψη.
Τις σκέψεις της Λαδιά τις οδηγούν τα Έπη του Ομήρου, οι αρχαίοι φιλόσοφοι και τραγικοί, μα και ο Νίτσε όπως και ο Ντοστογιέφσκι.
Αλλά την ίδια στιγμή αναζητά τη συντροφιά σύγχρονων της ελλήνων δημιουργών και άλλοτε με αγάπη δηλώνει την ταύτιση ιδεών κι άλλοτε –μα πάντα με αγάπη- την αντίθεσή της.
Η Ελένη Λαδιά ίσως είναι μια μοναδική περίπτωση της σύγχρονης πεζογραφίας μας. Η λογοτεχνία της γίνεται φιλοσοφία, ενώ παραμένει και ένας ολότελα υποκειμενικός σπαραγμός.
Μπορεί να υπάρχουν θέσεις της που κάποιος να μη συμφωνεί μαζί τους. Μπορεί όμως και να προτείνει απόψεις που ξαφνικά αυτός ο ίδιος κάποιος να ανακαλύπτει πως ναι έτσι είναι και τι κρίμα που ο ίδιος δεν το είχε πιο πριν σκεφτεί.
Αλλά πάντα η γραφή αποδέχεται τη συνομιλία συγγραφέα με αναγνώστη. Δεν επιβάλει εξουσία. Μα και δεν υποκύπτει.
Όπως και να το κάνουμε, η Λάδια αμφισβητεί τους νόμους της κατανάλωσης που σκιάζουν την βιβλιοπαραγωγή.
Και βέβαια την ίδια αμφισβήτηση δηλώνει και η απόφαση των Εκδόσεων του Βιβλιοπωλείου της Εστίας να δώσουν στην κυκλοφορία ένα τέτοιο έργο.
Θέλω να συγχαρώ συγγραφέα και εκδότρια. Και βέβαια –πρέπει να είμαι ειλικρινής- με την ευκαιρία μιας τέτοιας έκδοσης, να συγχαρώ και να δηλώσω την υποστήριξή μου και σε άλλους  συγγραφείς και εκδότες που ο καθένας τους με τον δικό του τρόπο και την δική του αντοχή υποστηρίζουν την ποιότητα της αναγνωστικής εμπειρίας. ‘Όπως θα έλεγε και η ίδια η Λαδιά –διακοσμούν την καθημερινότητά μας.

Πρώτη δημοσίευση: http://fractalart.gr/ta-aloga-twn-syggrafewn/