27.6.14

Δυο φορές Άνοιξη στο Culture Now


Αθήνα, 1986. Το καλοκαίρι έχει μόλις τελειώσει, η άνοιξη μοιάζει να είναι πολύ μακριά και στην ταράτσα της Σχολής Εφαρμοσμένων Τεχνών η Ανθή αγναντεύει από ψηλά την πόλη των Αθηνών. Πρωτοετής, στο πάρτι καλωσορίσματος των νέων σπουδαστών, καθώς η πολιτική της σχολής στοχεύει στη σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ της παλαιάς και της νέας σπουδάζουσας νεολαίας. Και το πετυχαίνει περίφημα. Διότι εκεί, στην ταράτσα της σχολής, η πρωταγωνίστριά μας Ανθή θα γνωριστεί με τον δευτεροετή Δημήτρη και κάπως έτσι θα ξεκινήσει η ερωτική τους περιπέτεια.
«Μυρίζεις σαν την πρώτη μέρα της άνοιξης», της είπε κι εκείνη παρασέρνεται από τη γοητεία του. Είναι αρρενωπός, αλλά επιπόλαιος και ανώριμος, κι η Ανθή δυσκολεύεται μαζί του, καθώς δεν είναι συνηθισμένη στις αντρικές συναναστροφές. Τέλειωσε σχολείο θηλέων που το διευθύνανε καλόγριες, οι οποίες, βέβαια, δεν γνώριζαν ότι η τολμηρή «Ιουστίνη» του Μαρκήσιου ντε Σαντ κυκλοφορούσε από χέρι σε χέρι.
Ο Μάνος Κοντολέων καταφέρνει με τριτοπρόσωπη αφήγηση να μας αποκαλύψει σφαιρικά το σύμπαν των πρωταγωνιστών, κάνοντάς μας να νιώσουμε τις αγωνίες τους, με μια γραφή καλοδουλεμένη, ζωντανή και άμεση, με περιγραφές που κινητοποιούν όλες τις αισθήσεις.
Οι πρωταγωνιστές της ιστορίας παρουσιάζονται τρισδιάστατοι, σύνθετοι, ο συγγραφέας τούς γνωρίζει σε βάθος γι’ αυτό κι εμείς κατανοούμε τους προβληματισμούς και τα διλήμματα τους, τους συμπαθούμε, τους συμπονάμε.
Η ερωτική τους σχέση προχωρά και το «ατύχημα» δεν θα αργήσει να συμβεί. Η Ανθή μένει έγγυος, θα μικροπαντρευτεί, θα γίνει μικρομάνα. Θα ακολουθήσει και δεύτερο παιδί. Τα χρόνια θα περάσουν γοργά κι εκείνη θα μεγαλώσει στο πλάι του Δημήτρη, στον άντρα με τον άστατο χαρακτήρα που, όπως όλα δείχνουν έχει ερωμένη. Πλούσια. Μεγαλύτερη απ’ αυτόν. Που κατεργάζεται σχέδια κι αναστατώνει τη ζωή της Ανθής. Πώς να διαχειριστεί μέσα της όλα τούτα;
Σε αυτή την ιδιάζουσα ψυχολογική κατάσταση, η Ανθή, που αν και δυο φορές μάνα είναι ουσιαστικά αμάθητη στον έρωτα, θα αφεθεί στη σαγήνη του φωτογράφου Μανουήλ. Και τότε θα έρθει αντιμέτωπη με τα διλήμματα και τις ενοχές που φέρνουν οι βαθιές επιθυμίες, αλλά θα το πολεμήσει, διότι είναι μάνα και σύζυγος, άνθρωπος που πνίγει τα θέλω για τα πρέπει, ή μήπως όχι τελικά;
Στις σελίδες του βιβλίου ο χρόνος κυλάει γρήγορα. Τα παιδιά τους θα μεγαλώσουν, οι γονείς τους θα γεράσουν, τα βιώματα της ζωής θα τους αλλάξουν. Κι όταν θα γεννηθεί η κόρη τους, που η μοίρα θα της σταθεί σκληρή, τότε οι πρωταγωνιστές μας θα έρθουν αντιμέτωποι με μυστικά και ψέματα, ζητήματα ζωής και θανάτου. Έχουν, όμως, μεγαλώσει πια και θα τα αντιμετωπίσουν ώριμα, ως λογικά όντα, γνωρίζοντας πλέον τι θα πει ζωή.
Το Δυο φορές Άνοιξη είναι ένα μυθιστόρημα για τον έρωτα και την ποίηση στη ζωή, την ομορφιά και την ειλικρίνεια των ανθρώπων, είναι ένα βιβλίο-μάθημα ζωής.  Ένα ταξίδι που ξεκινάει στα μέσα της δεκαετίες του ’80, στον απόηχο της δολοφονίας του Καλτεζά και του πυρηνικού ατυχήματος στο Τσέρνομπιλ, και φτάνει μέχρι σήμερα, παρουσιάζοντας τις κοινωνικές και οικονομικές μεταβολές του τόπου, εστιάζοντας στην ψυχολογία των ηρώων της ιστορίας μας, τις αιτίες που την προκαλούν, τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες, τα διλήμματα και το χρέος που αισθάνονται.
Ο συγγραφέας παρουσιάζει την πλοκή της ιστορίας εστιάζοντας στις σημαντικές στιγμές της ζωής των πρωταγωνιστών με θεατρικές σκηνές και μεγάλα διαλογικά μέρη. Άλλοτε πάλι επιλέγει να αποκρύψει σημαντικά συμβάντα κάνοντας χρονικά άλματα, μόνο και μόνο για να τα αποκαλύψει την κατάλληλη στιγμή.
Εν τέλει το Δυο φορές Άνοιξη είναι ένα τρυφερό πολυεπίπεδο ερωτικό μυθιστόρημα. Είναι ρεαλιστικό και ταυτόχρονα μαγικό. Δεν πρόκειται φυσικά για μαγικό ρεαλισμό. Είναι η γραφή, ο τρόπος που έχει ειπωθεί η ιστορία από έναν εξαίρετο παραμυθά, ο οποίος χρησιμοποιώντας τη μαγεία του έρωτα, απογειώνει μια ρεαλιστική ιστορία της διπλανής πόρτας.   


Βαγγέλης Μπέκας

http://www.culturenow.gr/28953/vivlio-dyo-fores-anoiksh-manos-kontolewn

18.6.14

Άνοιξη με μέλι...

 Ο Μάνος Κοντολέων, μάστορας  στην αφήγηση για νεαρούς αναγνώστες,  όποτε αποφασίζει να γράψει για ενηλίκους, αποδεικνύει πόσο εύκολα μπορεί να παρασύρει συναισθηματικά τον αναγνώστη του, πόσο εύκολα τον βάζει στον κόσμο των αισθήσεων των ηρώων του. Στο βιβλίο του «Δυο φορές άνοιξη», που μόλις κυκλοφόρησε από τις κδόσεις «Πατάκη», επιλέγει και πάλι, μετά από το «Μέλι κόλλησε στα χείλη», για ηρωίδα του μια γυναίκα. Μια νεαρή γυναίκα, άπειρη από τη ζωή, που ονειρεύεται τη μεγάλη αγάπη.

Και στο βιβλίο αυτό όπως και στο προηγούμενο παίζει με το όνομα της ηρωίδας. «Μέλω» για το «Μέλι κόλλησε στα χείλη», «Ανθή», για το «Δυο φορές άνοιξη», αφού η άνοιξη είναι γεμάτη άνθη. Στο πρώτο η προφητεία για το μέλλον έρχεται με τη μορφή μιας τσιγγάνας, στο δεύτερο με τη μορφή του μητρικού ονείρου. Οι άνθρωποι όμως που συναντάνε στην πορεία της ζωής  τους, οι ευκαιρίες και οι επιλογές εντελώς διαφορετικές για τις δύο ηρωίδες. Και οι δύο όμως θα κληθούν να ακολουθήσουν έναν άλλο από το νόμιμο έρωτα. Μόνο που ο νόμιμος σύζυγος για την κάθε μια αντιπροσωπεύει εντελώς διαφορετικά πράγματα, όπως και ο άλλος άντρας, η εγκυμοσύνη, η φιλία. Έτσι οι επιλογές που έχουν μπροστά τους είναι εντελώς διαφορετικές. Πόσες όμως είναι οι ευκαιρίες που μας δίνονται στη ζωή; Και άραγε η Ανθή θα μπορέσει να ακολουθήσει την πορεία που η ίδια επιθυμεί; Μήπως η ίδια η ζωή σε αναγκάζει να πάρεις αποφάσεις; Αποφάσεις σε διλήμματα που δεν ήξερες ότι υπήρχαν;  Η Ανθή κάποια στιγμή θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις επιθυμίες της – κι αυτές που αργοσβήνουνε κι όσες ζητάνε να ανθοφορήσουν κι ενώ ο αναγνώστης παρασύρεται παρακολουθώντας τα αδιέξοδα της Ανθής, αναρωτιέται για τις δικές του επιλογές ζωής.




13.6.14

Η Λότη για τη Ροδιά

ΣΤΟ ΝΗΣΙ ΤΗΣ ΡΟΔΙΑΣ*
(Ψυχογιός, 2014, Εικ.: Μυρτώ Δεληβοριά)



Ο μικρός Μάνος, μαζί με τον παππού του, τον μεγάλο Μάνο,  περνούν το καλοκαίρι σ’ ένα νησί που δεν έχει όνομα – όλοι το λένε απλά νησί της Ροδιάς. Εκεί ο μικρός θα γνωρίσει μια παρέα παιδιών, τα δεκατέσσερα «σποράκια», που ζουν με τη Ρήγισσα, τη «μανούλα» τους, σ’ ένα δίπατο λευκό σπίτι. ΄Οχι, δεν είναι ορφανοτροφείο σαν τ’ άλλα, είναι ένα μεγάλο σπιτικό γεμάτο αγάπη. Το είχε στήσει σε χρόνια πολέμου και συμφοράς η Ροδιά, η μάνα της Ρήγισσας. Και τώρα εκείνη συνέχιζε τ’ όνειρό της: Να έχουν μια φωλιά και μια αγκαλιά ζεστή να κουρνιάσουν τα παιδιά που χάνουν τους γονείς τους. Η έμπειρη πένα του συγγραφέα μάς χαρίζει ένα έξοχο, τρυφερότατο κείμενο, που μας ξεναγεί ποιητικά στο φανταστικό νησί της ιστορίας αυτής, μας μεταφέρει στα δύσκολα χρόνια που προηγήθηκαν, στον πόνο τον βαθύ της ιδρύτριας που τον μετέβαλε σε αγάπη, και στο έργο της κόρης της, ορφανεμένης κι εκείνης, που το συνεχίζει με τη βοήθεια όλου του νησιού. Ως επίλογος, παρατίθεται ένα σημείωμα σχετικά με τα χωριά SOS, στα οποία και διατίθεται μέρος των εσόδων από την πολυτελή και εξαιρετικά καλαίσθητη αυτή έκδοση – ένας ακόμη λόγος για να φτάσει στα χέρια όσων πιο πολλών παιδιών γίνεται.

Λ.Π.-Α.


* Δημοσιεύτηκε στο ηλ. περιοδικό ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ στο χώρο της λογοτεχνίας για παιδιά και νέους, τ.114, Καλοκαίρι 2014 και

http://lotypetrovits.blogspot.gr/2014/06/blog-post.html

Στο βιβλιοπωλείο Book Talk στο Παλιό Φάληρο...

Book Talk Βιβλιοπωλείο στο Παλιό Φάληρο, που φιλοξένησε (11 Ιουνίου) μια συνάντηση ενός συγγραφέα με μια αναγνώστρια του.
Η δικηγόρος Μαρίνα Βαμβακά, σχετικά με το "Δυο φορές Άνοιξη" είπε:


Η μητέρα καθισμένη στην πολυθρόνα  πλέκει ζιπουνάκι με ροζ μαλλί για την νεογέννητη κόρη  και όπως γλυκά την παίρνει ο ύπνος  στην πόρτα προβάλουν δυο λευκοντυμένες κοπέλες  με ξέμπλεκα μαλλιά  και φορέματα κεντημένα με κλαριά  αμυγδαλιάς.
 Η μια κρατά ένα μπουκέτο αγριολούλουδα και  το προσφέρει χαρούμενα στη μητέρα,  η άλλη έχει τα χέρια πίσω από την πλάτη και  χαμογελά λυπημένα.  Έπειτα το όραμα χάνεται.   Δύο φορές άνοιξη λέει η έμπειρη γειτόνισσα, η μια με δώρο φανερό κι η άλλη κρυμμένο.   Το αίνιγμα αρχίζει και  άλλοτε σαν μέρα,  σαν  άρωμα,  σαν μελωδία και   σαν ειπωμένη λέξη θα κεντά το υφάδι της  ιστορίας  που στρώνεται κάτω από τα μάτια μας.
Στο άστρο της Άνοιξης λοιπόν  γεννιέται η Ανθή,  ένα όμορφο παιδί  , χιλιοαγαπημένο και τραγουδισμένο με Χατζιδάκι, Μαρούδα, Γούναρη από τους γονείς της που ήρθαν στην Αθήνα από την επαρχία,   τον Απόστολο , υπάλληλο στον ΟΣΕ  και την Χριστίνα Γκλαβάνη,  που χτυπώντας τις μπεσαμέλ της στην κουζίνα ονειρεύεται την ζωή που δεν έκανε.  
Απλοί και γλυκοί  άνθρωποι , ζωή σε λίγα μέτρα  διαμέρισμα στου ζωγράφου  με πυρήνα  την Ανθή.   Η Ανθή  επιμελής μαθήτρια στις καλόγριες , χωρίς καμιά επαφή με αγόρια, μόνο την παραίνεση της πονηρής γιαγιάς  και το ρητό της «σχολείο χωρίς αγόρια, ακροποταμιά χωρίς πλατάνια. 
Τραγούδι στο Τραγούδι η Ανθή μεγαλώνει, γίνεται μια λεπτή κοπέλα με μακρύ λαιμό, τόσο πιο πολύ όμορφη όσο πιο λίγο το ξέρει.  Κι έπειτα σαν την φέτα του ψωμιού με τη μαρμελάδα πορτοκάλι από τις πορτοκαλιές του κήπου της γιαγιάς της, αυτή  που μουδιάζει στον ουρανίσκο,  θα γνωρίσει τον πικρόγλυκο έρωτα με τον Δημήτρη. 
Βρισκόμαστε στην Αθήνα, το 1986 και θα ζήσουμε εδώ  μέχρι το Μάιο του 2012 που ο Μάνος υπογράφει με την λέξη τέλος το βιβλίο.  Ακλουθούμε την Ανθή  να πίνει καφέ στο Μπραζίλιαν,  να τρώει λεμονόπιτα στου Ασημακόπουλου,  να θαυμάζει τα πήλινα της Βερναρδάκη στο Κολωνάκι,  να φιλιέται πίσω από τον Άγιο Διονύσιο.  Η Ανθή ακούει την μουσική που ακούσαμε.      Ένα περίεργο και ευχάριστο αίσθημα  “Athens revisited”  αλά  Μπομπ Ντύλαν,  μας φέρνει σε ίχνη που έχουμε και μείς αφήσει  και μας έχει αφήσει η πόλη.
Με ένα γρήγορο προφορικό λόγο, με μικρές φράσεις στίχους και ρυθμό ποίησης, με ένα παιγνίδι  όπου η ψυχή των ηρώων αλλάζει τον  καιρό στην πόλη,  κάνοντας τη θλίψη βροχή, τη  χαρά λιακάδα,  και  το προμήνυμα  συννεφιά,   ο Μάνος  μας ανοίγει την πόρτα στον εσωτερικό κόσμο των ηρώων του.  Δηλαδή σ  αυτό το χάος που κλείνεται  πίσω από τα  προφανή τα αυτονόητα  τα κατεστημένα ,  πίσω από  την γραβάτα ή το κραγιόν που φοράμε για να βγούμε στον κόσμο.
Όμως καθυστερώ την πλοκή που την αισθάνομαι να με τραβά  από τη μύτη.   Η Ανθή σπουδάζει  στην Σχολή Εφαρμοσμένων Τεχνών  γραφίστρια  και γνωρίζεται σ ένα πάρτι εκεί με τον 22άχρονο  Δημήτρη            Χρυσογόνο, που σπουδάζει διακοσμητής.  Παιδί καλής οικογενείας του Κολωνακίου, με μπαμπά γιατρό  και μαμά γόνο πολιτικής οικογένειας, με μεγάλη περιουσία,  μαυρομάλλη πρασινομάτη  και χαριτωμένα θαρρετό, ήδη με εμπειρία στο κυνηγητό κοριτσιών.   Θα τον αγαπήσει  όπως αγαπάει το πρώτο φιλί το  ζευγάρι που κλείνει μέσα του.
 Η εκλεκτή «Παρθενωπή» όπως κοροϊδευτικά συζητούν την παρθενική κατάσταση τους η Ανθή και η παιδική της φίλη Αλικη, θα πετάξει το στηθόδεσμο και θα  σαρωθεί από το πάθος του Δημήτρη.  Δημήτρης και Ανθή  κυρτότητες που ενώνονται με κοιλότητες  στο σύμπλεγμα μιας ηδονής που ο συγγραφέας  φέρνει με λέξεις και εικόνες στο μυαλό μας.
 Ο Δημήτρης  φεύγει για  το στρατό, ενώ έρχεται η αναπόφευκτη εγκυμοσύνη  της Ανθής.   Η μητέρα του Δημήτρη Μάρθα Χρυσογόνου, χήρα, σε ελεύθερη σχέση με τον Λάμπρο Τέλογλου μακρινό εξάδελφο της οικογένειας, κυρία του κόσμου, με έντονο ρεαλισμό και αντίληψη  του «ιστορικού υλισμού»  ως διαφύλαξη της οικογενειακής περιουσίας, με το χαρακτηριστικό οιδιπόδειο της ελληνίδας μάνας  για τον Δημήτρη και φιλοδοξία να τον δει αστεράτο επιστήμονα  προσπαθεί να αποτρέψει  τη φυσική συνέχεια «γάμος».
Θα απορείτε ίσως που αναφέρω τους δεύτερους και τρίτους ρόλους του βιβλίου με   ονοματεπώνυμο και ιστορικό.   Θέλω να σας προετοιμάσω για το γεγονός ότι στο βιβλίο αυτό κάθε πρόσωπο είναι πλασμένο  σταθερό για να αναγνωρίζεται  μαζί όμως και  ρευστό  για να διαφεύγει απρόβλεπτα   από την φόρμα του, όπως κάθε αληθινά ζωντανό  ελεύθερο ον.
Η Ανθή λοιπόν παντρεύεται και νοικοκυρεύεται με τον Δημήτρη σε παραλιακό διαμέρισμα του Π.Φαλήρου.   Δυο 20χρονα παιδιά, που γίνονται γρήγορα γονείς ενός αγοριού.    Ο Δημήτρης  πατέρας κουβαλητής που πιάνει δουλειά στον Τελλογλου με εξαιρετικές επιδόσεις  , η Ανθή  απολαμβάνει την χαρά να είναι μητέρα και να διοικεί το σπίτι της.   Και μέσα στον εκμαυλισμό της συνήθειας,  στο διαχωρισμό των ρόλων που επιφυλάσσει  η  έγγαμη συμβίωση κατά τα γνωστά πρότυπα,  δεν αντιλαμβάνονται  ότι  το πάθος τους σιγοσβήνει, και  οι φυγόκεντρες επιθυμίες τους τους απομακρύνουν.   Ο Δημήτρης   χαριεντίζεται με τις ενζενί του γραφείου,  και στο σπίτι προσφέρει το βαθύ ροχαλητό του εξαντλημένου.  Και η Ανθή ?  Στην αρχή εφαρμόζει κόλπα κοσμοπόλιταν, ατμόσφαιρα, λουλούδια, κεριά και μετά σιγά σιγά αρχίζει να αναρωτιέται γιατί η ανάσα του Δημήτρη της είναι δυσάρεστη.  Το σώμα της  το δανείζει  στις όλο και αραιότερες  αγκάλες  του Δημήτρη  ενώ η ψυχή της διψάει  για  το εύθραυστο  πάθος που έχασε.   Ο μαγνήτης της οικογενειακής εστίας   όμως έχει αυτή την διπλή χάρη,  να εναλλάσσει συνεχώς την έλξη και την άπωση ανάμεσα στο ζευγάρι.
 Ένα δεύτερο αγόρι έρχεται στην οικογένεια.   Την ίδια ώρα ο Δημήτρης  σπάει τον κύκλο του σπιτιού  και κάνει δεσμό με μια όμορφη , πλούσια και ώριμη γυναίκα πελάτισσα του, την Έλσα  Ζακόμπ  που μένει σ ένα παλάτι στην Κηφισιά  .  Η νεότητά του Δημήτρη  δοξάζει τις ρυτίδες της Ελσας  και η  θέση   της Ελσας   την φιλοδοξία του Δημήτρη.  Η Ανθή  μαθαίνει  για τον δεσμό  πάνω σε Τρίτη εγκυμοσύνη της και αποβάλει.  Η αγάπη μένει ,άλλα  η ρωγμή ανάμεσα  στο ζευγάρι γίνεται χάσμα .
Τώρα η Ανθή αλλάζει ρότα στις επιθυμίες της και ο Δημήτρης  σπρωγμένος από ενοχές της παρέχει το μικρό διαμέρισμα του ισογείου για να ξεκινήσει το εργαστήρι της στις γραφικές τέχνες.  Και όπως γίνεται όταν οι επιθυμίες μας πάλλονται γύρω μας  και χτυπούν άγνωστες πόρτες , στην Ανθή ανοίγει  τώρα  η πόρτα του αληθινού έρωτα στο πρόσωπο του Μανουήλ Δαλασσηνού.   Ο Μανουήλ Δαλασσηνός, καλλιτέχνης φωτογράφος, τρυφερός, ποιητικός, χαμένος στα μάτια της από το πρώτο βλέμμα  γίνεται η βάρκα του καλοκαιριού που πλέει στα νερά του Αιγαίου,  ο ανοιχτός ορίζοντας  για ν ανοίξει τα φτερά της.    Κάτω από το βλέμμα του η Ανθή  υφαίνει και ο αργαλειός της  φτιάχνει ποιήματα σε εικόνες, την πρώτη της γραφιστική δουλειά, το πρώτο της βιβλίο .  Κάτω από βλέμμα του Μανουήλ το νεανικό κορμί της θα  βαπτισθεί  στις τέσσερεις εποχές του χρόνου και στην αιωνιότητα της φωτογραφίας .   Μα όταν ο Μανουήλ  της  ζητήσει να τον ακολουθήσει ,  η Ανθή  θα πει όχι.  Μπροστά της βλέπει ένα ογκόλιθο, την ζωή της  με τον Δημήτρης και τα  αγόρια.   Επιστροφή στο σπίτι,  εγκλεισμός.  Η Ανθή   νοιώθει, όπως λέει ο Μάνος να σβήνουν ένα ένα τα λουλούδια πάνω της.   Και ύστερα έρχεται το 1999 το τρίτο παιδί  ένα κορίτσι η Εμμανουέλλα.   Έχουν περάσει κιόλας 13 χρόνια από το πρώτο φιλί .   Η Μάρθα είναι ανάπηρη,  ο Τέλογλου έχει πεθάνει, ο πατέρας της Ανθής παθαίνει Αλτσχάιμερ,  η μητέρα παραστέκεται, η Αλίκη χωρίς σταθερή αναφορά στην ζωή, τα παιδιά  μεγαλώνουν, ένας κόσμος που προχωρά  με τους δικούς του νομούς, με εκείνη τη δόση ευτυχίας και δυστυχίας που κάνει την ζωή περιπατητική .
 Όχι μην χαλαρώνετε, την ώρα  που η ζωή μοιάζει να χωνεύεται,  να αποθηκεύονται οι πικρίες,  να  αφομοιώνεται η τροφή της  πείρας  ο άγνωστος θεός κραδαίνει τη σπάθα σπέρνοντας νέα αδιέξοδα.  Τώρα ισχυρός άνεμος δυστυχίας, ένας κύκλος μεγάλου κινδύνου γύρω από την μικρή Εμμανουέλλα,    σπάει τα τζάμια και  αναποδογυρίζει τα σαλόνια και τα λίβινγκ ρουμ της αστικής ζωής .  Η Ανθή  θα αποκαλύψει τον παλιό δεσμό της με τον Μανουήλ,  Ο  Δημήτρης  Θα πετάξει την μάσκα του αυτάρεσκου αρσενικού, ο Μανουήλ θα προδώσει την νομαδική  ζωής του αγκυροβολώντας  σ ένα νέο πλάσμα.  Και οι τρείς , Ανθή, Δημήτρης και  Μανουήλ προσφέρονται  με όλη τους την ψυχή  και εξιλεώνονται αναδεικνύοντας  την βαθιά ανθρώπινη ουσία τους
Αυτήν που φέρνει  στους ανθρώπους την πραγματική δεύτερη άνοιξη. Την άνοιξη της λαμπερής συνείδησης , της αγάπης που σαν νήμα τυλίγει την δέσμη από  λουλούδια, Λουλούδια του αγρού,  μαργαρίτες, παπαρούνες και ζουμπούλια   για να τρεμοπαίξουν τα βλέφαρα της Εμμανουέλλας ,  για να στάξει το δάκρυ  από τα ματοτσίνορα της Ανθής όταν κλείνει το βιβλίο με ένα χαμόγελο ¨δυο φορές άνοιξη. 


12.6.14

Οι αναγνώσεις μιας Λέσχης Ανάγνωσης

1    Για τέταρτη περίοδο είχα την τιμή και τη χαρά να συντονίζω τις αναγνώσεις της Λέσχης Ανάγνωσης της Βιβλιοθήκης Καίτη Λασκαρίδη, στον Πειραιά. Πάνω από 25 αναγνώστες μου εμπιστεύθηκαν, για μια ακόμα φορά, τα αναγνωστικά τους ταξίδια. Ταξίδια που γινόντουσαν στους όμορφους και φιλόξενους χώρους του νεοκλασικού κτιρίου της οδού Πραξιτέλους, κάπου εκεί κοντά στο Πασαλιμάνι. Και νομίζω πως είναι τώρα ευκαιρία να εκφράσω τον θαυμασμό μου στην Διοίκηση του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδου, στις δυο κυρίες που διευθύνουν τις εργασίες της Βιβλιοθήκης (την Μαριλένα Λασκαρίδου και την Καλή Κυπαρίσση), μα και σε όλα  τα νέα κορίτσια και αγόρια που από διάφορες θέσεις στηρίζουν την ουσιαστική λειτουργία ενός χώρου αφιερωμένου στο βιβλίο.  Δυο φορές το μήνα συναντιόμαστε και για δυο ώρες μιλούσαμε για τα βιβλία  που είχαμε διαβάσει, συχνά δε είχαμε και τον ίδιο τον συγγραφέα να μοιραστούμε μαζί τους σκέψεις, συναισθήματα και απόψεις. Τελικά, και μετά από τα τέσσερα χρόνια λειτουργίας, μπορεί  κανείς να πει πως τα περισσότερα από τα μέλη αυτής της Λέσχης Ανάγνωσης έχουν αποκτήσει φιλικές σχέσεις μεταξύ τους. Και είναι -πιστεύω- ουσιαστικά ανθρώπινες οι σχέσεις αυτές, μιας και έχουν εδραιωθεί σε λογοτεχνικές εξερευνήσεις συναισθημάτων. Αξίζει, ακόμα να σημειώσω πως τρεις με τέσσερις φορές το χρόνο, μετά τις λογοτεχνικές συζητήσεις προχωρούμε και σε συναθροίσεις σε ταβερνάκια της περιοχής. Κι εκεί δίπλα στους χάρτινους ήρωες που μας κρατήσαν συντροφιά ανακαλύπτουμε ο ένας τα συναισθήματα των άλλων. Αλλά και κάτι ακόμα- κλείνοντας τις συναντήσεις μας, ζήτησα από τα μέλη  να κάνουμε την τελευταία μας συζήτηση δημόσια και να κουβεντιάσουμε για το δικό μου νέο μυθιστόρημα, το "Δυο φορές Άνοιξη". Κι έτσι, στο πατάρι του βιβλιοπωλείου Πατάκη η πρώτη παρουσίαση του έργου μου έγινε από τους ανθρώπους που για οκτώ μήνες συζητούσα μαζί τους για έργα, συγγραφείς και ήρωες της λογοτεχνίας. Τώρα δε μένει πια παρά να καταγράψω τα βιβλία που διαβάσαμε και να ευχηθώ σε όλους μας Καλό Καλοκαίρι.


     Τα μυθιστορήματα που διάβασε η Λέσχη Ανάγνωσης της Βιβλιοθήκης Καίτης Λασκαρίδη, την περίοδο 2013- 2014 


      Στ. Δάνδολος- Η χορεύτρια του Διαβόλου
Ιφ.Θεοδώρου – Η γεύση της ερήμου
Τέσυ Μπάιλα – Το μυστικό ήταν η ζάχαρη
Στ.  Τσβάϊχ –  Η μέθη της μεταμόρφωσης
Θ. Κοροβίνης -Γύρος  του θανάτου
Τζόναθαν Σάφραν Φόερ  - Εξαιρετικά Δυνατά Απίστευτα Κοντά
Η. Βενέζης – Αιολική Γη
Γ. Ροτ  -Ιώβ , Η ιστορία ενός απλού ανθρώπου
Μάριο Βάργκας Λιόσα – Η θεια Χούλια κι ο γραφιάς
Κούτσι -  Η παιδική ηλικία του Χριστού
Φίλιπ Ροθ – Πατρική κληρονομιά
Α. Κορτώ – Το βιβλίο της Κατερίνας
Δημ. Στεφανάκης – Άρια, ο κόσμος από την αρχή
Μ. Κοντολέων – Δυο φορές Άνοιξη

10.6.14

"Δυο φορές Άνοιξη" -Η ελεγεία του έρωτα

Της Τέσυς Μπάιλα

«Δυο φορές Άνοιξη»

Το νέο βιβλίο του Μάνου Κοντολέων που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη και για μένα πράγματι η άνοιξη αυτού του βιβλίου με συνάντησε δυο φορές. Την πρώτη φορά βρισκόμασταν όλοι μαζί στην αυλή του Μάνου και της Κώστιας στο Πήλιο. Εκεί, ένα καλοκαιρινό βράδυ, ένα βράδυ από αυτά που χαράζονται στη μνήμη με τη δύναμη ενός λιγνού γιασεμιού, καθισμένοι όλοι μαζί στην πέτρινη αυλή τη γεμάτη λουλούδια, ο Μάνος μας ρώτησε αν θα θέλαμε να ακούσουμε αποσπάσματα από το νέο βιβλίο που έγραφε. Κι άξαφνα η βραδιά πήρε μια νέα τροπή, ο υπολογιστής επανέφερε το κείμενο κι αυλή γέμισε από τη σιγαλή φωνή του Μάνου που μας ξεναγούσε στον κόσμο της Ανθής, του Δημήτρη, του Μανουήλ, της Αλίκης, της Χριστίνας Γκλαβανη, της Μάρθας Χρυσογόνου.

Το ένα απόσπασμα έφερε το άλλο και το πρώτο βράδυ ένα επόμενο κι η ιστορία της Ανθής και του Δημήτρη που αγαπήθηκαν από τα φοιτητικά τους χρόνια και παντρεύτηκαν σε πολύ νεαρή ηλικία, σχεδόν πριν κλείσουν τα είκοσι έγινε η αφορμή για να γνωρίσουμε τους ήρωες ενός βιβλίου που έμοιαζε να αφορμάται από την αγάπη και τον έρωτα δυο παιδιών και την ύπαρξη μιας εγκυμοσύνης, για να μιλήσει για τα διλήμματα που φέρνει στη ζωή ο έρωτας, για το πάθος που δυναμώνει όταν μπλέκονται οι ζωές των ανθρώπων, για τα λάθη και τις επιλογές μας που μπορεί να φέρουν την άνοιξη αλλά ταυτόχρονα και τον πόνο στη ζωή μας με την ίδια ευκολία που καθορίζουν την τύχη μας.

Ο Ελύτης είχε πει πως «την Άνοιξη αν δεν τη βρεις τη φτιάχνεις». Ο Μάνος Κοντολέων κάνει κάτι ακόμα. Φέρνει την Άνοιξη δυο φορές. Και οι τρείς αυτές λέξεις κατορθώνουν να συνοψίσουν το σύνολο αυτού του λογοτεχνικού έργου στα πολλαπλά του επίπεδα, τα οποία καλούμαστε να αποκωδικοποιήσουμε εμβαθύνοντάς σε ένα μυθιστόρημα ερωτικό που μιλά για τις ενδόμυχες επιθυμίες και τα όνειρα των ανθρώπων για ελεύθερη αυτοδιάθεση, για ζωή, για ελευθερία.

Η Ανθή και ο Δημήτρης θα παντρευτούν και το πρώτο τους παιδί θα οδηγήσει τη ζωή τους, της Ανθής κυρίως, προς ένα νέο προσανατολισμό. Σύντομα θα γεννηθεί και το δεύτερο παιδί. Κι ενώ όλα δείχνουν ότι η νέα αυτή οικογένεια έχει όλη την απαιτούμενη δυναμική για να πραγματοποιήσει τα κοινωνικά και οικογενειακά της όνειρα, η νέα γυναίκα σύντομα αρχίζει να νιώθει εγκλωβισμένη σε μια σχέση που την καταδικάζει σταδιακά σε μια ασφυκτική αίσθηση ρουτίνας.

Ο Δημήτρης ανθίζει επαγγελματικά αλλά η Ανθή μαραίνεται, νιώθοντας την πλήξη της καθημερινής ομοιομορφίας να περιορίζει το οξυγόνο που χρειάζεται για να ζήσει. Ο γάμος τους γίνεται η εστία της δυαδικής μοναξιάς τους και η Ανθή νιώθει καταδικασμένη σε ένα οικογενειακό πρότυπο ζωής που την πνίγει.

Οι ισορροπίες θα διαταραχθούν όταν στη ζωή της Ανθής εισβάλλει κυριολεκτικά ο Μανουήλ, ένας νέος φωτογράφος που καλεί την Ανθή να συμμετάσχει σε ένα παιχνίδι ερωτικό, να βυθιστεί σε ένα πάθος, σε μια σχέση φωτιά που πυροδοτεί τη δική της δημιουργικότητα και την κάνει να νιώθει και πάλι ζωντανή φέρνοντας της μια νέα άνοιξη. Η ζωή της παίρνει ξαφνικά κάτι απ΄ τον αγέρα της μέθης και η Ανθή θα ερωτευτεί τον Μανουήλ και στο πρόσωπό του θα ερωτευτεί με πάθος τον εαυτό της ξανά, θα αγαπήσει αυτό που μπορεί να είναι η ίδια, περισσότερο κι από το ίδιο το αντικείμενο του έρωτά της και θα δεθεί μαζί του σε μια μοιραία σχέση.

Ο Μανουήλ όμως είναι ο έρωτας και ο έρωτας είναι πάντα απαιτητικός. Αρέσκεται να βάζει διλήμματα στους ερωτευμένους. Έτσι όταν η Ανθή κληθεί να αποφασίσει αν θα ακολουθήσει τον Μανουήλ και θα φύγει μαζί του, εκείνη δε θα μπορέσει να αφήσει πίσω της την οικογένειά της και θα προτιμήσει να αργοσβήσει τις προσωπικές της επιθυμίες.

Ή τουλάχιστον έτσι νομίζει ότι θα συμβεί. Γιατί η ζωή γράφει μόνη της το πεπρωμένο των ανθρώπων και η ανατροπή που θα φέρει στη ζωή όλων τους ένα νέο παιδί θα πυροδοτήσει μια σειρά εξελίξεων και αποκαλύψεων από όλες τις πλευρές που θα σημαδέψουν τη ζωή όλων και θα αφήσουν ανεξίτηλα σημάδια στην ψυχή τους.

Η Ανθή μετατρέπεται σταδιακά σε μια τραγική ηρωίδα. Ο παράνομος έρωτάς της για τον Μανουήλ είναι η προσωπική της ύβρη κι ο αναγνώστης γνωρίζει ότι την ύβρη διαδέχεται η κάθαρση που αναπόφευκτα θα έρθει όταν η Νέμεση την καλέσει να πληρώσει το αντίτιμο της επιλογής της και ο συγγραφέας βρίσκει την ευκαιρία να σχολιάσει με το δικό του τρόπο τη σεξουαλικότητα των ανθρώπων της εποχής, τα πρέπει και τις δεσμεύσεις που αρνούνται ή καλούνται να ακολουθήσουν.

Κάπως έτσι γνώρισα τους ήρωες αυτού του βιβλίου όμως ο Μάνος εκείνο το καλοκαίρι δεν είχε ολοκληρώσει ακόμη το βιβλίο του και φεύγοντας από το Πήλιο η αίσθηση της φωνής του να διαβάζει με ακολουθούσε μαζί με την περιέργεια για τη συνέχεια αυτού του βιβλίου. Πώς το κουβάρι που είχε πλέξει η μοίρα στη ζωή αυτών των ανθρώπων θα ξεδιαλυνόταν.

Λίγο καιρό αργότερα η άνοιξη του Μάνου ήρθε για δεύτερη φορά να με βρει, όταν εκείνος ολοκλήρωσε το βιβλίο και μου το εμπιστεύτηκε. Και είναι περίεργο αλλά ανοίγοντας το αρχείο για να διαβάσω τη συνέχεια, σε κάθε νέα φράση που διάβαζα, συνειρμικά άκουγα και πάλι τη φωνή του να δίνει το χρώμα της αφήγησης και οι μυρωδιές από την καλοκαιρινή αυλή του Πηλίου επανέρχονταν στο νου. Ίσως επειδή τελικά η δύναμη της Άνοιξης είναι ακριβώς αυτή, να επιτίθεται στις αισθήσεις και να τις προσδιορίζει μετά από κάθε συνάντησή τους μαζί της και το βιβλίο αυτό έφερνε μαζί του την Άνοιξη και μάλιστα δυο φορές.

Το βιβλίο αποτελεί μια ελεγεία για τον έρωτα και είναι η γοητεία της συγγραφής του Μάνου Κοντολέων, γνωστή από το σύνολο του λογοτεχνικού του έργου, που απελευθερώνει το λόγο σ΄ αυτό το τρυφερό μανιφέστο για την αγάπη, την τέχνη και τον έρωτα σε όλες τους τις μορφές.

www.thinkfree.gr

2.6.14

Μια πλούσια και με σαφή περιγράμματα τοιχογραφία

"Δυο φορές Άνοιξη"
Μυθιστόρημα
Εκδόσεις Πατάκη, 2014

Κάποιες μέρες ξυπνάω νωρίς. Όπως και σήμερα.
Μου αρέσει να βλέπω τον ουρανό να φωτίζεται σιγά σιγά.
Άρχισα το διάβασμα με τεχνητό φως και στις τελευταίες σελίδες είχε φέξει πια.
Αλλά δεν σηκώθηκα να σβήσω το φως. Το έσβησα μετά.
Και συνειδητοποίησα ότι είχα κάνει λάθος.
Αναφέρομαι στις εκπλήξεις που, όπως νόμιζα, δεν θα μου επεφύλασσε το μυθιστόρημα «Δυο φορές άνοιξη», του Μάνου Κοντολέων, όταν είχα ήδη ξεπεράσει ―από την προηγούμενη μέρα― τις 340 από τις 391 σελίδες του.
Έκπληξη πρώτη: έκλαψα. 
Έκπληξη δεύτερη: ξαναέκλαψα.
Πού; Δεν έχει και τόση σημασία...  Ο αναγνώστης μάλλον θα το καταλάβει.
Και σ’ ένα σημείωμα για ένα βιβλίο που μου άρεσε δεν έχω λόγο να υποκαταστήσω την ανάγνωσή του.
Πρέπει βέβαια να πιστώσω τον Μάνο Κοντολέων με περισσότερες από τρεις σελίδες που είναι από τις καλύτερές που έχει γράψει μέχρι σήμερα.
Λοιπόν… Στο βιβλίο πάλι.
Και συγκινήθηκα αλλά και χαμογέλασα... Με κάποια πράγματα που γίνονται απλά όταν μπορείς να διακρίνεις την ικανότητα του συγγραφέα να τρυπώνει σε μικρά καθημερινά και να βγαίνει μετά με ένα χαμόγελο που σου δείχνει πώς να διαχειρίζεσαι ή και να νικάς τα μικρά της καθημερινότητας χωρίς καθόλου να τα θεωρείς ασήμαντα. Αυτό εγώ το λέω χαρά της ανάγνωσης.
Όπως χαμογελούσα με την ευκολία που έφτιαχνε τρισδιάστατα αστέρια από χρωματιστό χαρτόνι ο πατέρας μου όταν ήμουν μικρός.
Πάντα χαμογελάω με τη μαγεία. Και μ’ αρέσει να μπαινοβγαίνω απ’ τη ζωή στο μαγικό που δεν είναι τίποτ’ άλλο, αυτό το μαγικό, από την ίδια τη ζωή με λιγότερους πρακτικούς ορισμούς και περισσότερη τέχνη με πρακτικές εφαρμογές και διαισθητικές λύσεις.
Κι αυτό, η σύζευξη της καθημερινότητας των ηρώων του Μάνου Κοντολέων με τα μεγάλα ερωτήματα της ζωής και το ξεπέρασμα των αναπάντητων ερωτημάτων, σαν εκείνα που γέννησαν και γεννούν μαγεία και θρησκείες, και η απάντηση των ερωτημάτων με τη μόνη δυνατή ―και σαν δυνατότητα και σαν ισχύ― λέξη, που είναι η αγάπη και η συντρόφισσά της η Άνοιξη, είναι που δίνουν στο τελευταίο του μυθιστόρημα τον χαρακτήρα ενός ιδιότυπου ελληνικού «αστικού» μυθιστορήματος.
Ιδιότυπο, γιατί ξέρει ο συγγραφέας ότι η ελληνική παράδοση της λογοτεχνίας μας έχει τόση μαγεία μέσα της που να τη θεωρούμε μέρος του ορθολογισμού μας. Κι αυτό το ξεδιπλώνει μέσα σε πολλές σελίδες που θα μπορούσαν να θεωρηθούν παραμυθένιες.
Ελληνικό, γιατί δεν είναι ούτε μοιάζει δανεισμένο από κάτι ξένο για να αρέσει.
Και «αστικό». Βάζω σε εισαγωγικά τη λέξη «αστικό» όχι για να της αφαιρέσω βάρος αλλά για να επισημάνω το φορτίο της που έχει να κάνει περισσότερο με το «άστυ» και λιγότερο με την αστική τάξη.
Παρόλο που γύρω από τη μεσοαστική αλλά και τη μεγαλοαστική τάξη πλέκεται το μυθιστόρημα.
Και ως αναφερόμενο σε αυτήν αλλά και παρουσιάζοντας μία τουλάχιστον εκπρόσωπό της μεγαλοαστή να θέλει να μπει κι αυτή στο παιχνίδι της αγάπης με έναν τρόπο που την καθιστά ανήθικα ελκυστική, σαν «λάιφ στάιλ», για τους πέριξ αυτής μεσοαστούς, μικροαστούς και νεόπτωχους.
Το «Δυο φορές άνοιξη», με τη μυθιστορηματική (και όχι ιστορική) καταγραφή καταστάσεων και γεγονότων της Ελλάδας, από τη δεκαετία του '80 μέχρι και σήμερα σχεδόν, νομίζω ότι θα αποτιμηθεί αργότερα (ζωή να 'χουμε...).
Και είναι σημαντικό το ότι δεν ενδίδει στον πειρασμό της περιγραφής των κοινωνικών σχέσεων σαν μιας καρικατούρας αλλά στην εμβάθυνση σ’ αυτές με κριτική όσο και συμμετοχική στοργή.
Το ερωτικό-οικογενειακό στόρυ, με μια γυναίκα, δύο άντρες ―κομπολόι με πολύ βαριές χάντρες, για να παραφράσω το παλιό λαϊκό άσμα― και τρία παιδιά, παρόλο που φαντάζει σαν το κυρίως πλαίσιο ή και άξονας του μυθιστορήματος ―και που ίσως αποτελέσει (όπως το εύχομαι και στον συγγραφέα και στον εκδότη) τον κύριο λόγο της επιτυχίας του―, είναι τελικά η αφορμή για μια διεισδυτική ανάλυση της παράξενης ωρίμανσης της ελληνικής κοινωνίας μέσα από μύθους, κρίσεις και διαδρομές που κάποιες στιγμές φάνταζαν αδιέξοδες.
Και λέω «φάνταζαν» γιατί νομίζω ―και ελπίζω― πως βρισκόμαστε στην «αποδρομή» ―με ιατρικούς όρους― της αρρώστειας μας.
Όχι ότι δε φοβάμαι τα «τέρατα» και το ξανα-ξεσάλωμά τους, έτσι και ξεφοβηθούν...
Ήδη έχουμε τα πρώτα φαινόμενα.
Πάντως αυτό που είδα μέσα στο βιβλίο τού Μάνου Κοντολέων, είναι μια πλούσια και με σαφή περιγράμματα τοιχογραφία που, με όρους Μπαλζάκ και της «Ανθρώπινης Κωμωδίας» του (και αναφέρω το όνομα του Μπαλζάκ όχι για σύγκριση αλλά σαν λογοτεχνικό προηγούμενο), καταφέρνει να αναμιγνύει, σαν καλός μπάρμαν, ποτά με διαφορετικές γεύσεις, χρώματα και αλκοολικούς βαθμούς σ’ ένα πολύ πετυχημένο κοκτέιλ. Που κάποια από τα συστατικά του, σε μεγαλύτερες δόσεις, θα μπορούσαν να σε κάνουνε ντίρλα, να σε πικράνουν μέχρις αποστροφής ή να σου φέρουν αναγούλα από τη γλυκεράδα.
Με την αίσθηση του μέτρου όμως και την ταλαντούχα πείρα που έχει ο Μάνος Κοντολέων, το χαρμάνι της Διπλής Άνοιξης (Double Spring: καλό όνομα για κοκτέιλ, αν δεν υπάρχει ήδη), σου φτιάχνουν κεφάλι χωρίς να χάνεις την αίσθηση και της ερωτικής διάστασης και του ιστορικού χρόνου και της καλής λογοτεχνίας.
Πολλοί ίσως αγοράσουν το «Δυο φορές άνοιξη» του Μάνου Κοντολέων, για να διαβάσουν την ερωτική ιστορία του. Και καλά θα κάνουν. Άλλωστε, είναι κι αυτός ένας από τους τρόπους του καλού συγγραφέα να παίρνει τους αναγνώστες του μαζί του στα βαθιά.

Κωστής Α. Μακρής
28 Μαΐου 2014
(Νέα Σελήνη!)


1.6.14

Επειδή στη θέση τής απόλαυσης τοποθετήσαμε την κατανάλωση.


Τι σχέση έχει ένας συγγραφέας με την οργάνωση της UNICEF; Η φυσική με την λογοτεχνία; Η κριτική τής λογοτεχνίας με έναν σύμβουλο εκδόσεων; Όλα δένουν αρμονικά στο έργο του, καθότι, ενώ σπούδασε φυσικός, σήμερα είναι ένας επιτυχημένος συγγραφέας. Ακόμη κι αν δεχτούμε ότι η μεγαλύτερη διάκριση είναι η διάρκεια, στο πρόσωπό του η λογοτεχνία κέρδισε ακόμη έναν πόντο. Ο βραβευμένος συγγραφέας Μάνος Κοντολέων μιλά στα «Πρόσωπα» για τη σχέση του με τη λογοτεχνία, την Τέχνη και τον Πολιτισμό, καθώς και για τη σημασία τού να είσαι Έλληνας.


Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Όταν αρχίσατε να γράφετε, ποιος ήταν ο σκοπός σας;
Συχνά σε αυτήν την ερώτηση απαντώ πως ήταν μια αυθόρμητη ανάγκη επικοινωνίας που με έσπρωξε στο γράψιμο. Αλλά αν το ψάξω κάπως πιο βαθιά... Ομολογώ πως δεν μπορώ να είμαι σίγουρος τι είναι αυτό που κάνει έναν άνθρωπο να θέλει να εκφρασθεί μέσω της γραφής... Η επικοινωνία; Η αυτοέκθεση; Η εξομολόγηση; Η διάθεση επιβολής των απόψεών σου;... Μερικά πράγματα διατηρούν το μυστήριό τους... Και ίσως γι' αυτό διατηρούν πάντα τη γοητεία τους. Το να γράφεις είναι κάτι το μαγικό.

Πόσα πονήματά σας έχουν εκδοθεί μέχρι σήμερα;
Νομίζω πως φτάνουν τα 65... Άλλα είναι για παιδιά, άλλα για νέους και άλλα για ενήλικους αναγνώστες.

Ναι, γράφετε στην ουσία για τρεις γενιές: για παιδιά, αλλά και για εφήβους, όπως και για τους γονείς όλων αυτών. Είστε από τους συγγραφείς που έχετε την ικανότητα να απευθύνεστε σε αναγνώστες διαφορετικών ηλικιών. Όλο αυτό είναι συγκινητικό;
Συγκινητικό γιατί; Με τα γραπτά μου θέλω να επικοινωνώ με τους συνανθρώπους μου. Όπως και με τα λόγια μου και τις πράξεις μου. Ζω ανάμεσα σε ανθρώπους που άλλοι είναι πιο μεγάλοι από εμένα, άλλοι πιο μικροί, άλλοι έχουν τα δικά μου χρόνια. Με όλους προσπαθώ να βρω ένα τρόπο επικοινωνίας. Άλλοτε προφορικό κι άλλοτε γραπτό. Κι άλλωστε ποτέ δεν ξεχνώ το πώς αισθανόμουνα ως παιδί και ως έφηβος. Ως νέος άντρας. Θυμάμαι όχι τόσο γεγονότα, όσο συγκινήσεις και αντιδράσεις. Και πάνω σε αυτή τη γνώση γράφω.

Ως συγγραφέας πολλών παραμυθιών αλλά και παιδικών βιβλίων, γνωρίζετε καλά την παιδική ψυχολογία. Πώς θα μας συμβουλεύατε να φερόμαστε στα παιδιά;
Με ευθύνη από τη μια, με κατανόηση από την άλλη... Α, και με τη διάθεση να παίρνουμε κάπου κάπου από αυτά μερικά μαθήματα, που ίσως –καθώς έχουμε μεγαλώσει– να τα έχουμε ξεχάσει.

Οι ήρωες των βιβλίων σας έχουν σχέση με πρόσωπα που γνωρίζετε; Η φράση τής γνωστής αμερικανίδας συγγραφέα Τζόαν Ντίντιον, «όταν γράφεις πάντα ξεπουλάς κάποιον», πόσο σας βρίσκει σύμφωνο;
Όχι πάντα. Θα έλεγα σπάνια. Αλλά και όταν δικά μου άτομα γίνονται η βάση που πάνω τους θα στήσω κάποιους ήρωές μου, ποτέ, μα ποτέ δεν τα ξεπουλώ. Προσπαθώ να τα καταλάβω. Να τα αγαπήσω περισσότερο.

Η σύζυγός σας, Κωστία Κοντολέων, επίσης συγγραφέας, πόσο σας επηρεάζει στο έργο σας και πόσο βοηθούν τα κοινά ενδιαφέροντά σας;
Η Κώστια γράφει και μεταφράζει. Η Άννα η κόρη μας έχει κι αυτή ξεκινήσει κάτι παρόμοιο να κάνει. Τα κοινά ενδιαφέροντα μας φέρνουν άλλοτε πιο κοντά κι άλλοτε πάλι μας κάνουν να διαφωνούμε. Με άλλα λόγια, δεν πλήττουμε.

Η Τέχνη και ο Πολιτισμός τι ρόλο παίζουν στη ζωή σας;
Πρώτιστο και ιδιαιτέρως σημαντικό. Η Τέχνη είναι ένας τρόπος να ζεις. Και ο Πολιτισμός είναι ένας τρόπος να συνυπάρχεις με τους άλλους.

Έχετε σπουδάσει Φυσικός. Οι σπουδές σας είναι άσχετες με το γράψιμο ή σας βοήθησαν;
Η Φυσική, ως μια βασική επιστήμη που αναλύει τους νόμους της Φύσης, με βοήθησε να κατανοήσω και να εφαρμόσω στη συνέχεια τους νόμους τής Τέχνης. Διότι –παραποιώντας μα όχι και τόσο αυθαίρετα τη ρήση του Αριστοτέλη– η Τέχνη είναι μίμηση της Ζωής.

Θα ήθελα να μας μιλήσετε και από τη θέση του αντιπροέδρου του ελληνικού τμήματος της UNICEF, τις δραστηριότητες της UNICEF αυτή την περίοδο και την ανταπόκριση των Ελλήνων στο κάλεσμά σας;
Το να σκέφτεσαι και να προσφέρεις την όποια βοήθεια μπορείς στα παιδιά όλου του κόσμου και κυρίως σε εκείνα που ζούνε σε περιοχές της Γης μας όπου η στέρηση βασικών αγαθών είναι έντονη, είναι στάση ζωής, είναι υποχρέωση και έκφραση ανθρωπιάς.
Δεν είμαι από τους ανθρώπους εκείνους που νοιάζονται μόνο για αυτά που συμβαίνουν στη δικιά τους την αυλή. Δεν μπορώ να αισθάνομαι ευτυχισμένος αν εγώ έχω έστω και τα βασικά αγαθά, ενώ λίγο πιο πέρα κάποια παιδιά πεθαίνουν από έλλειψη εμβολίων ή καθαρού νερού.

Πώς αισθάνεστε όταν ακούτε στην τηλεόραση για την κρίση χρέους της Ελλάδας;
Η κρίση χρέους... Δεν ξέρω... Θέλω να πω δεν είμαι οικονομολόγος για να αναλύσω τους λόγους που έφεραν ως εδώ τα πράγματα. Εκείνο που μπορώ να ξέρω και εκείνο που θέλω να ξέρω, είναι πως δεν γίνεται όλα κανείς να τα μετρά με το χρήμα. Ούτε αυτό που ξοδεύει, ούτε αυτό που χρωστά. Ο πολιτισμός μας και κυρίως ο πολιτισμός τής Δύσης στηρίχτηκε πάνω σε άλλες προτεραιότητες. Τις έχουμε αγνοήσει και έτσι έχουμε οδηγηθεί στο σημείο αυτό.

Η ανάμειξη των πολιτισμών τι μπορεί να σημαίνει για τη χώρα μας και πόσο επηρεάζει, κατά τη γνώμη σας, την εξέλιξή της;
Μου αρέσει οι πολιτισμοί να έρχονται σε επαφή. Αλλά κρατώντας ο καθένας τα δικά του χαρακτηριστικά.

Γιατί φτάσαμε ως εδώ;
Επειδή στη θέση τής απόλαυσης τοποθετήσαμε την κατανάλωση.

Τι θα λέγατε σήμερα στους Έλληνες;
Ως Έλληνας κι εγώ, το ίδιο υπεύθυνος με τους άλλους για το κάθε καλό μα και για το κάθε κακό, λέω στον εαυτό μου: Σκέψου πρώτα και μετά πράξε!

Υπάρχουν στις μέρες μας εκπτώσεις αξιών;
Αν υπάρχουν λέει!

Λέτε «όχι» και σε ποια πράγματα;
Τα «όχι» του καθενός, μαζί με τα «ναι» του, είναι μια πολύ προσωπική υπόθεση. Οι άλλοι μπορούν να μιλήσουν γι αυτά.

Σας φοβίζει το μέλλον;
Οι γονείς μου ήταν σμυρνιοί. Παιδιά ήταν το 1922. Μεγάλωσα ακούγοντας για τα πάθη των προσφύγων, μα και για την προκοπή τους. Το μέλλον λοιπόν ίσως να με φοβίζει. Αλλά δεν με τρομάζει.

Ποιος είναι ο ρόλος ενός πνευματικού ανθρώπου στην κοινωνία;
Αν εννοείται ποιος πρέπει να ήταν, θα σας έλεγα... να είναι η συνείδηση της εποχής του.

Θέλετε να μοιραστείτε μαζί μας μία επαναστατική σας πρόταση;
Αμφισβητείτε!

http://tameteora.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=4894:---l------r&catid=176:2013-10-11-13-03-49&Itemid=301