..Όσο κι αν ήταν βέβαιη πως τίποτε μοναδικό δεν υπάρχει στη ζωή, όπως και πως γενικεύοντας αδικούσε πολλούς, εντούτοις εκείνοι που αρνούνται τη συμμόρφωση της φυλετικής τους ταυτότητας με τις κρατούσες απόψεις συνήθως ή ζούνε μοναχικά ή ζούνε υποδυόμενοι πως κάποιος άλλος είναι...
(Δάχτυλα πάνω στο σώμα της, σελ. 192)
Γράφει ο Διονύσης Λεϊμονής
Φαίνεται πως στο κέντρο του μυθιστορήματος επέλεξε ο πολυδιαβασμένος συγγραφέας Μάνος Κοντολέων να αποτυπώσει την πιο σημαντική, για μένα τουλάχιστον, φράση του νέου μυθιστορήματός του «Δάχτυλα πάνω στο σώμα της», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη. Ένα μυθιστόρημα στο οποίο ο Μάνος Κοντολέων πραγματεύεται με τη συγγραφική του μαεστρία το ακανθώδες πρόβλημα της αναζήτησης της φυλετικής ταυτότητας κάποιου προσκρούοντας συχνά πυκνά στα κοινωνικά στεγανά, στους ανεγκέφαλους αφορισμούς του περίγυρου, στις «ετικέτες». που όλοι μας αρεσκόμαστε να διαμοιράζουμε και να επικολλάμε σε όλους, δίχως πολλές φορές να ξέρουμε το γιατί. Άλλωστε, όπως ο ίδιος ο συγγραφέας ομολογεί στο επιλογικό του σημείωμα και όλοι οι αναγνώστες του καθομολογούμε, η ερωτική συμπεριφορά των ανθρώπων υπήρξε το κύριο στοιχείο ενεργοποίησης των συγγραφικών του αναζητήσεων ως τώρα.
Η Λία Λυγερού, η ηρωίδα του μυθιστορήματος, έχει από μικρή ηλικία να παλέψει με τον εαυτό της για να επιλέξει τι ζωή θα ακολουθήσει. Τα εμπόδια πολλά κι οι δεσμεύσεις ασφυκτικές. Ένας πατέρας αυταρχικός-φόβητρο, μια μητέρα που περιμένει όσα δεν μπορεί εκείνη να τής δώσει για να ανταποκριθεί στις προσδοκίες της αλλά και να μη διαταραχθεί το κοινωνικό φαίνεσθαι της οικογένειας, ερωτικοί σύντροφοι αρσενικού γένους, που απαιτούν, πιέζουν, και επιβάλλονται στο όνομα τάχα της δυνατής φύσης τους, μια κοινωνία που απαιτεί και επιβάλλει συμπεριφορές περιορίζοντας τα «θέλω» της Λίας αποστερώντας της έτσι την ελευθερία των αισθήσεών της.
Η απρόσμενη συνάντησή της με τη Στέλλα, τον πρώτο της μαθητικό πλατωνικό έρωτα, ξυπνά τις μέχρι τώρα ανομολόγητες επιθυμίες της Λίας. Έτσι η ηρωίδα του Μάνου Κοντολέων θα ανατρέξει σε όλη τη ζωή της, που είναι γεμάτη μυρωδιές, γεύσεις και αγγίγματα, θα επαναφέρει στη μνήμη της αισθήματα που τάραξαν την ψυχή της, που προσδιόρισαν τη στάση της στη ζωή. Μια κοπέλα που μεγαλώνει καταπνίγοντας τις ερωτικές της επιθυμίες κρύβοντας τη φυλετική της ταυτότητα, δημιουργώντας επιφανειακές συμβιβαστικές σχέσεις, βιώνοντας την αγάπη και τη συντροφικότητα μόνο παρασκηνιακά.
Η Λία λαχταρά τον έρωτα, που θεωρείται απαγορευμένος, που δεν επιτρέπεται, που λοιδορείται, καταδικασμένη σε μια διπλή ζωή, ώσπου να ξεχειλίσει το ποτάμι, να διεκδικήσει όσα τής αναλογούν, κατανοώντας την ανάγκη μια γυναίκα να παλεύει για τον εαυτό της αλλά και για τα δικαιώματα του φύλου της. Στην πορεία αυτή, που φαντάζει μακρά κι αγκαθερή, αισθάνεται δάχτυλα στο σώμα της, δάχτυλα που πονούν, δάχτυλα που αφήνουν σημάδια πάνω της, δάχτυλα που ερεθίζουν, δάχτυλα που ξεσηκώνουν το είναι της, δάχτυλα που την ταξιδεύουν σε ονειρικά μονοπάτια ηδονής...
Όπως όλα σχεδόν τα μυθιστορήματα του Μάνου Κοντολέων είναι κι αυτό γεμάτο γεύσεις που αντιστοιχούν σε συναισθήματα, γεμάτο μυρωδιές που παραπέμπουν σε ευχάριστες ή οδυνηρές καταστάσεις, σ’ αυτό, όμως κυριαρχεί, θαρρώ, η αίσθηση της αφής, η αίσθηση της επαφής με τους άλλους, η ψαύση του εγώ από ομόφυλα ή ετερόφυλα υποκείμενα.
Το μυθιστόρημα είναι γραμμένο με πολλή τρυφερότητα, γραμμένο από αντρικό χέρι, αλλά παράλληλα κι από έναν καλό συγγραφέα που καταφέρνει να διεισδύσει στο άβατο ενός θηλυκού νου και της γυναικείας ψυχολογίας. Ο Μάνος Κονοτολέων αντιμετωπίζει τη γυναίκα ως ένα ιερό αντικείμενο, ένα βελούδινο κρίνο, σαν αυτά που ευωδιάζουν στον κήπο του στο Πήλιο, σαν αυτά που λαχταράμε όλοι να μυρίσουμε και να αγγίξουμε με τα ακροδάχτυλά μας, που πολλές φορές όμως έτυχε να κακομυριστούν και συχνά να ποδοπατηθούν σε έναν κόσμο που αρέσκεται να προσδιορίζει αυθαίρετα.
Η Λία δίνει έναν αγώνα ενάντια στον ετεροπροσδιορισμό, προσπαθώντας να μην προβεί σε πράξεις που καθορίζονται ανάλογα με τις αντιδράσεις και τις απόψεις των άλλων, αγωνίζεται να αποκαλύψει τι θέλει, τι ποθεί, τί τής αρέσει και τί προτιμά, περιγράφοντας με περισσή ειλικρίνεια τι απεχθάνεται, τι φοβάται και τι σιχαίνεται... τι την πονά και την τρομάζει.
Η Λία Λυγερού υπό τη σκιά του φόβου της πατρικής εξουσίας και των δεσμεύσεων της «καλής κοινωνίας» από την οποία προέρχεται, καταφέρνει να επαναστατήσει αρνούμενη να ακολουθήσει τις επιθυμίες της οικογένειας, αντιδρά σθεναρά στην κοινωνική αδικία της γυναίκας στη Μεσόγειο και στον κόσμο γενικότερα, αναλαμβάνει ενεργό δράση προσφέροντας κοινωνικό έργο αφήνοντας τελευταία την προσωπική της απελευθέρωση, μια χελιδόνα κλεισμένη σε κλουβί που ψάχνει διαφυγή για να μην κακοθανατίσει.
Σ’ αυτήν την «έξοδο» προς την ελευθερία θα την οδηγήσει ο παντοδύναμος έρωτας, η ανάγκη να ζήσει χωρίς προσποίηση πίσω από την κουίντα, πετώντας τη μάσκα που τόσα χρόνια την ανάγκαζαν να φορά, αφού πρώτα ξεκαθαρίσει όλους τους λογαριασμούς της με μια κοινωνία που από γεννησιμιού της τής προδιέγραψε το μέλλον και την εξέλιξή της. Είναι ανάγκη να πάρει λοιπόν την ταυτότητά της στα χέρια της, να τραβήξει κατά την ευτυχία ,σπάζοντας τα κοινωνικά πλέγματα που την έχουν καταστήσει άλλη, ξένη με τον εαυτό της, αυτήν και πολλές γυναίκες στον κόσμο, όπως την Ανίπε από τον Νείλο, τη Φεζάλ από το Μαρόκο, τη Λάλα από τη Λιβύη, τη Λεϊλά από την Παλαιστίνη, τη Μαρία από τη Σαρδηνία, την Ντολόρες από την Ισπανία, την Αννέτ από τη Μασσαλία... Θα τα καταφέρει άραγε;
Πρώτη ανάρτηση στο:
http://www.bookia.gr/index.php?action=Suggestions&book=201472
(Δάχτυλα πάνω στο σώμα της, σελ. 192)
Γράφει ο Διονύσης Λεϊμονής
Φαίνεται πως στο κέντρο του μυθιστορήματος επέλεξε ο πολυδιαβασμένος συγγραφέας Μάνος Κοντολέων να αποτυπώσει την πιο σημαντική, για μένα τουλάχιστον, φράση του νέου μυθιστορήματός του «Δάχτυλα πάνω στο σώμα της», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη. Ένα μυθιστόρημα στο οποίο ο Μάνος Κοντολέων πραγματεύεται με τη συγγραφική του μαεστρία το ακανθώδες πρόβλημα της αναζήτησης της φυλετικής ταυτότητας κάποιου προσκρούοντας συχνά πυκνά στα κοινωνικά στεγανά, στους ανεγκέφαλους αφορισμούς του περίγυρου, στις «ετικέτες». που όλοι μας αρεσκόμαστε να διαμοιράζουμε και να επικολλάμε σε όλους, δίχως πολλές φορές να ξέρουμε το γιατί. Άλλωστε, όπως ο ίδιος ο συγγραφέας ομολογεί στο επιλογικό του σημείωμα και όλοι οι αναγνώστες του καθομολογούμε, η ερωτική συμπεριφορά των ανθρώπων υπήρξε το κύριο στοιχείο ενεργοποίησης των συγγραφικών του αναζητήσεων ως τώρα.
Η Λία Λυγερού, η ηρωίδα του μυθιστορήματος, έχει από μικρή ηλικία να παλέψει με τον εαυτό της για να επιλέξει τι ζωή θα ακολουθήσει. Τα εμπόδια πολλά κι οι δεσμεύσεις ασφυκτικές. Ένας πατέρας αυταρχικός-φόβητρο, μια μητέρα που περιμένει όσα δεν μπορεί εκείνη να τής δώσει για να ανταποκριθεί στις προσδοκίες της αλλά και να μη διαταραχθεί το κοινωνικό φαίνεσθαι της οικογένειας, ερωτικοί σύντροφοι αρσενικού γένους, που απαιτούν, πιέζουν, και επιβάλλονται στο όνομα τάχα της δυνατής φύσης τους, μια κοινωνία που απαιτεί και επιβάλλει συμπεριφορές περιορίζοντας τα «θέλω» της Λίας αποστερώντας της έτσι την ελευθερία των αισθήσεών της.
Η απρόσμενη συνάντησή της με τη Στέλλα, τον πρώτο της μαθητικό πλατωνικό έρωτα, ξυπνά τις μέχρι τώρα ανομολόγητες επιθυμίες της Λίας. Έτσι η ηρωίδα του Μάνου Κοντολέων θα ανατρέξει σε όλη τη ζωή της, που είναι γεμάτη μυρωδιές, γεύσεις και αγγίγματα, θα επαναφέρει στη μνήμη της αισθήματα που τάραξαν την ψυχή της, που προσδιόρισαν τη στάση της στη ζωή. Μια κοπέλα που μεγαλώνει καταπνίγοντας τις ερωτικές της επιθυμίες κρύβοντας τη φυλετική της ταυτότητα, δημιουργώντας επιφανειακές συμβιβαστικές σχέσεις, βιώνοντας την αγάπη και τη συντροφικότητα μόνο παρασκηνιακά.
Η Λία λαχταρά τον έρωτα, που θεωρείται απαγορευμένος, που δεν επιτρέπεται, που λοιδορείται, καταδικασμένη σε μια διπλή ζωή, ώσπου να ξεχειλίσει το ποτάμι, να διεκδικήσει όσα τής αναλογούν, κατανοώντας την ανάγκη μια γυναίκα να παλεύει για τον εαυτό της αλλά και για τα δικαιώματα του φύλου της. Στην πορεία αυτή, που φαντάζει μακρά κι αγκαθερή, αισθάνεται δάχτυλα στο σώμα της, δάχτυλα που πονούν, δάχτυλα που αφήνουν σημάδια πάνω της, δάχτυλα που ερεθίζουν, δάχτυλα που ξεσηκώνουν το είναι της, δάχτυλα που την ταξιδεύουν σε ονειρικά μονοπάτια ηδονής...
Όπως όλα σχεδόν τα μυθιστορήματα του Μάνου Κοντολέων είναι κι αυτό γεμάτο γεύσεις που αντιστοιχούν σε συναισθήματα, γεμάτο μυρωδιές που παραπέμπουν σε ευχάριστες ή οδυνηρές καταστάσεις, σ’ αυτό, όμως κυριαρχεί, θαρρώ, η αίσθηση της αφής, η αίσθηση της επαφής με τους άλλους, η ψαύση του εγώ από ομόφυλα ή ετερόφυλα υποκείμενα.
Το μυθιστόρημα είναι γραμμένο με πολλή τρυφερότητα, γραμμένο από αντρικό χέρι, αλλά παράλληλα κι από έναν καλό συγγραφέα που καταφέρνει να διεισδύσει στο άβατο ενός θηλυκού νου και της γυναικείας ψυχολογίας. Ο Μάνος Κονοτολέων αντιμετωπίζει τη γυναίκα ως ένα ιερό αντικείμενο, ένα βελούδινο κρίνο, σαν αυτά που ευωδιάζουν στον κήπο του στο Πήλιο, σαν αυτά που λαχταράμε όλοι να μυρίσουμε και να αγγίξουμε με τα ακροδάχτυλά μας, που πολλές φορές όμως έτυχε να κακομυριστούν και συχνά να ποδοπατηθούν σε έναν κόσμο που αρέσκεται να προσδιορίζει αυθαίρετα.
Η Λία δίνει έναν αγώνα ενάντια στον ετεροπροσδιορισμό, προσπαθώντας να μην προβεί σε πράξεις που καθορίζονται ανάλογα με τις αντιδράσεις και τις απόψεις των άλλων, αγωνίζεται να αποκαλύψει τι θέλει, τι ποθεί, τί τής αρέσει και τί προτιμά, περιγράφοντας με περισσή ειλικρίνεια τι απεχθάνεται, τι φοβάται και τι σιχαίνεται... τι την πονά και την τρομάζει.
Η Λία Λυγερού υπό τη σκιά του φόβου της πατρικής εξουσίας και των δεσμεύσεων της «καλής κοινωνίας» από την οποία προέρχεται, καταφέρνει να επαναστατήσει αρνούμενη να ακολουθήσει τις επιθυμίες της οικογένειας, αντιδρά σθεναρά στην κοινωνική αδικία της γυναίκας στη Μεσόγειο και στον κόσμο γενικότερα, αναλαμβάνει ενεργό δράση προσφέροντας κοινωνικό έργο αφήνοντας τελευταία την προσωπική της απελευθέρωση, μια χελιδόνα κλεισμένη σε κλουβί που ψάχνει διαφυγή για να μην κακοθανατίσει.
Σ’ αυτήν την «έξοδο» προς την ελευθερία θα την οδηγήσει ο παντοδύναμος έρωτας, η ανάγκη να ζήσει χωρίς προσποίηση πίσω από την κουίντα, πετώντας τη μάσκα που τόσα χρόνια την ανάγκαζαν να φορά, αφού πρώτα ξεκαθαρίσει όλους τους λογαριασμούς της με μια κοινωνία που από γεννησιμιού της τής προδιέγραψε το μέλλον και την εξέλιξή της. Είναι ανάγκη να πάρει λοιπόν την ταυτότητά της στα χέρια της, να τραβήξει κατά την ευτυχία ,σπάζοντας τα κοινωνικά πλέγματα που την έχουν καταστήσει άλλη, ξένη με τον εαυτό της, αυτήν και πολλές γυναίκες στον κόσμο, όπως την Ανίπε από τον Νείλο, τη Φεζάλ από το Μαρόκο, τη Λάλα από τη Λιβύη, τη Λεϊλά από την Παλαιστίνη, τη Μαρία από τη Σαρδηνία, την Ντολόρες από την Ισπανία, την Αννέτ από τη Μασσαλία... Θα τα καταφέρει άραγε;
Πρώτη ανάρτηση στο:
http://www.bookia.gr/index.php?action=Suggestions&book=201472
No comments:
Post a Comment