Το φάντασμα του πατέρα
Ο
Νίκος Παναγιωτόπουλος γράφει μυθιστορήματα, βιβλία για παιδιά, σενάρια,
μεταφράζει… ‘Ένα ανήσυχο άτομο που κυκλοφορεί ανάμεσα σε κατασκευές που τις
δημιουργούν οι λέξεις. Αναζητώντας τρόπο
να πλησιάσω το νέο του βιβλίο, στάθηκα στον χαρακτηρισμό που ο ίδιος του έχει
δώσει. Όχι μυθιστόρημα – πώς θα μπορούσε, άλλωστε, να ισχυριστεί κανείς κάτι τέτοιο για ένα κείμενο που μόλις και απλώνεται σε 100
σελίδες και αυτές αρκούντως αραιογραμμένες; Αφήγημα, τότε; Σίγουρα. Όμως ο
ίδιος ο συγγραφέας του δίνει ένα πλέον
συγκεκριμένο χαρακτηρισμό– αυτοβιογραφική προφητεία. Δυο λέξεις που στην ουσία
η μια αμφισβητεί την άλλη. Κάθε τι αυτοβιογραφικό αναφέρεται στο παρελθόν. Κάθε
τι προφητικό έχει να κάνει με το μέλλον. Ανάμεσα στο χτες και το αύριο υπάρχει
το τώρα. Κι σ΄ αυτή τη διαδοχή -αν θέλουμε να της προσδώσουμε κάτι περισσότερο
εσωτερικό, κάτι που θα την μετατρέψει από μια απλή παράθεση γεγονότων σε μια
βασική ανάπτυξη στενών, στενότατων σχέσεων-
μπορούμε να τοποθετήσουμε τον εαυτό μας στο κέντρο (το τώρα) και τον
πατέρα μας από την μια άκρη (το παρελθόν) και το γιο μας από την άλλη (το
αύριο). Να, λοιπόν, και το θέμα του κειμένου. Ο γιος αναζητά το παρελθόν του
πατέρα για να μπορέσει να διαμορφώσει με μεγαλύτερη υπευθυνότητα το πώς ο δικός
του γιος θα σταθεί μπροστά στη ζωή εκείνου που τον γέννησε. Τρεις γενιές και
μια από τις πλέον δυνατές σχέσεις που μπορεί να συνδέσουν άντρες μεταξύ τους.
Αυτή του πατέρα με τον γιο… Ή του γιου με τον πατέρα. Ο ίδιος ο Παναγιωτόπουλος
θα αναφέρει φράσεις του Μπρικνέρ από το έργο ‘ ’Ένας καλό γιος’. «Δεν υπάρχει
δυσκολότερο απ’ το να είναι κανείς πατέρας. Αν είναι ήρωας, συντρίβει με τη
δόξα του, αν είναι κάθαρμα, με την αχρειότητά του, κι αν είναι συνηθισμένος
άνθρωπος, με την μετριότητά του. Ό,τι κι αν κάνει έχει άδικο -είτε είναι
υπερβολικό είτε δεν είναι αρκετό». Το
‘Ολομόναχος’ είναι ένα κείμενο που, με εφόδια την απλότητα μα και το βάθος των
συναισθημάτων, κρατά αμείωτο το αναγνωστικό ενδιαφέρον, ενώ παράλληλα φέρνει
στο φως ουσιαστικούς και διαχρονικούς
προβληματισμούς που έχουν να κάνουν με την κοινωνική θέση του άντρα ως πατέρα
και ακόμα με τις μορφές επικοινωνίας ανάμεσα σε γονείς και παιδιά του ίδιου
φύλου. Παράλληλα αναζητά τρόπους αμφισβήτησης του θανάτου, διεκδικεί το
δικαίωμα σε μια ανατροφή χωρίς εξωτερικές παρεμβάσεις βασισμένες σε παλαιότερες
προκαταλήψεις. Ο Παναγιωτόπουλος γράφει την ιστορία του δικού του πατέρα μια
φορά έτσι όπως εκείνος νόμιζε πως την ήξερε και άλλη μια φορά έτσι όπως τα ίδια
τα γεγονότα την είχαν διαμορφώσει. Στο τέλος θα αναγνωρίσει και θα συμφιλιωθεί
με το πεπρωμένο κάθε ύπαρξης –τη μοναξιά. Μόνοι ζούμε και συναισθανόμαστε την
ίδια ώρα που προσφέρουμε τους εαυτούς μας στους αγαπημένους άλλους. Μοίρα της
συνύπαρξης; Νόμος που διέπει κάθε σχέση; Ό,τι κι αν είναι, αξίζει να την
αναγνωρίσουμε. Να συγχωρέσουμε και να
συγχωρεθούμε. «Θα με μισήσεις θα δεις… Όπως μίσησα εγώ τον πατέρα μου, για να
τον ξαναγαπήσω κάποτε –πολύ αργά. Όπως μίσησε κι εκείνος τον δικό του. Θα με
μισήσεις και θα μου φύγεις. Θα νιώσεις ολομόναχος. Θα νιώσεις αδικημένος. Δεν
θα είναι δικό σου το φταίξιμο. Ούτε δικό μου ήταν. Ούτε δικό του. Κανείς μας
δεν θα μπορούσε να κάνει αλλιώς…» Κανείς δεν θα μπορούσε; Το φάντασμα του
πατέρα πάντα θα συντροφεύει τους απογόνους; Στο ερώτημα αυτό ο Νίκος Παναγιωτόπουλος προσπαθεί να
απαντήσει αμφισβητώντας αυτό το ‘κανείς’, όπως πριν από αυτόν κι άλλοι
δημιουργοί προσπάθησαν- από τον Σοφοκλή ως τον Σαίξπηρ, από τον Ντοστογιέφσκι
ως τον Ροθ. «… Αλλιώς, θα έρθει το φάντασμά μου να σε βρει, μια μέρα που
θα’ σαι ολομόναχος, και θα σου πιάσει
τρυφερά το χέρι και θα σου πει όσα εγώ δεν πρόφτασα. Ή θα διαβάσεις αυτό το
βιβλιαράκι»
Πρώτη ανάρτηση:
https://www.literature.gr/
- 26/10/2018
No comments:
Post a Comment