2.9.25
Η Διώνη Δημητριάδου στο diastixo.gr
Μάνος Κοντολέων: «Κόντρα ρόλος»
Διώνη Δημητριάδου
Diastixo.gr
Δημοσιεύτηκε 01 Σεπτεμβρίου 2025
Ποια είναι η μέγιστη στιγμή μιας υποκριτικής καριέρας; Να συλλάβει ο υποκριτής την ουσία του ρόλου; Να υποδυθεί κυριολεκτικά τον χαρακτήρα του ρόλου, που σημαίνει πως τον «ενδύεται» εσωτερικά; Όλα αυτά, βέβαια, κρίνονται αναγκαία, προκειμένου να μην υποκριθεί (κι ας έχει το απαραίτητο ταλέντο) απλώς τον χαρακτήρα. Πέρα από αυτά, όμως, υπάρχει κάτι ακόμα;
Ο Μάνος Κοντολέων στο πρόσφατο μυθιστόρημά του, Κόντρα ρόλος, δίνει μία ακόμη εκδοχή της υποκριτικής συνθήκης: ο ερμηνευτής να γίνει υποχείριο του ερμηνευόμενου (σ. 221). Γύρω από αυτήν την ιδέα χτίζεται η πλοκή της ιστορίας. Ένας «κόντρα ρόλος», πρόκληση για τον ερμηνευτή, καθώς θα πρέπει να υποδυθεί έναν χαρακτήρα εντελώς ανόμοιο με τα δικά του χαρακτηριστικά στην πραγματική ζωή, γεγονός που απαιτεί να φθάσει στα όριά του, όχι φυσικά μόνον της ερμηνευτικής του δεινότητας –αυτό ας θεωρηθεί εκ των ων ουκ άνευ– αλλά, κυρίως, της ίδιας του της ιδιοσυγκρασίας, και ίσως να τα υπερβεί. Κάποτε επιτυγχάνει, κάποτε όχι. Όσο περισσότερο, ωστόσο, εισχωρεί στον νέο χαρακτήρα, υπάρχει ο κίνδυνος μιας εν δυνάμει ταύτισης, ιδίως αν τα στοιχεία του ρόλου προσομοιάζουν με τις συνθήκες της αληθινής ζωής που ο υποκριτής έχει να αντιμετωπίσει· τότε δυνατόν ο ερμηνευτής να γίνει υποχείριο του ερμηνευόμενου, και στη ζωή του να εξακολουθεί να υποδύεται τον ρόλο, οπότε η «επιτυχία» ή η «αποτυχία» ξεπηδά από το θεατρικό σανίδι και γράφει στη ζωή του, με όποιο κόστος.
Κατορθώνει να προσδώσει σε μια ίσως κλασική ιστορία ερωτικού τριγώνου το βάθος που ζητά η ξεχωριστή λογοτεχνία.
Ενδιαφέρουσα η θεματική, στην οποία στήριξε ο Κοντολέων το βιβλίο του. Κατορθώνει, έτσι, να προσδώσει σε μια ίσως κλασική ιστορία ερωτικού τριγώνου το βάθος που ζητά η ξεχωριστή λογοτεχνία. Ενσωματώνοντας εξάλλου στην πλοκή, από ένα κομβικό σημείο και μετά, την παράσταση της Φαίδρας, με τον κύριο ρόλο να ανατίθεται σε ένα από τα κύρια πρόσωπα της ιστορίας του, την Αντρίνα Λεμονή, θέτει αντιμέτωπες τη θεατρική Φαίδρα με την υποδυόμενη τον ρόλο Αντρίνα, κι έτσι λειτουργεί, πιθανολογώ, και η αρχική ιδέα που γέννησε το μυθιστόρημα. Ωστόσο, δεν είναι ίσως η μοναδική κινητήρια έμπνευση.
Ο άλλος κύριος ρόλος, ο Λάμπρος Αρνής, σύζυγος τής κατά σαράντα χρόνια νεότερής του Αντρίνας, σημαντικός κριτικός θεάτρου, αποσυρμένος πλέον από την ασχολία του αυτή, βιώνει, κοντά στην ηλικία των ογδόντα, την προσωπική του παρακμή μπροστά στη συνειδητοποίηση του φθίνοντος σώματος, του επερχόμενου τέλους, της αδυναμίας του να σταθεί δίπλα στην Αντρίνα, που σφύζει από ζωή. Μπορεί ο έρωτας να έστησε τις παγίδες του στη νεανική του ηλικία, όμως τώρα τη μοναδική παγίδα τη στήνει ο θάνατος. Και αυτή θα μπορούσε να είναι μια ακόμη εκδοχή της αρχικής ιδέας του έργου.
Και τότε ο Λάμπρος Αρνής σχηματίζει μια φράση – δεν την προφέρει, μόνο τη σκέφτεται: «η σκιά μου θα είναι το μόνο από μένα που θα μείνει». Το βιολογικό τέλος καλπάζει και επιτέλους ας αποδεχτεί τον μέγιστο τρόμο της ατομικής θνητότητας. (σ. 109)
Το τρίτο πρόσωπο, ο άγνωστος έως τότε γιος του Αρνή, ο Πασκάλ, φέρνει αναστάτωση στη ζωή του, συνδεδεμένος με έναν, κατά τη γνώμη του Αρνή, παροδικό έρωτα της νεανικής του ηλικίας στο Παρίσι, αλλά και αναπόφευκτα (για να λειτουργήσει το ερωτικό τρίγωνο, κι ας είναι και σκαληνό) σε ερωτική σχέση πάθους με την Αντρίνα. Σταδιακά τα πρόσωπα της Φαίδρας του Ρακίνα, ο Θησέας, η Φαίδρα, ο Ιππόλυτος, θα βρουν μια αντιστοίχιση με τα τρία πρόσωπα της ιστορίας του Κοντολέων, χωρίς ωστόσο να αποτελούν την απόλυτη ταύτιση με αυτά. Ο Κοντολέων διατηρεί το δικαίωμα της λογοτεχνίας να αντλεί τη θεματική της από τα κλασικά έργα, κι όμως να διαφοροποιείται από αυτά. Όσο, όμως, θα κρατούν οι πρόβες και όταν κατόπιν ανεβεί η παράσταση, τα πρόσωπα της ιστορίας θα πρέπει να πάρουν τις δικές τους αποφάσεις, με ανατροπές έως το τέλος.
Πάντως, όταν το βέλος έχει αφεθεί να διατρέξει την τροχιά του, ήδη έχει καθοριστεί και το βεληνεκές του. Το πού και το πώς θα καρφωθεί δε γίνεται να το αλλάξεις. (σ. 199)
Ένα τέταρτο πρόσωπο από το παρελθόν, χωρίς τη φυσική του παρουσία, η Σιμπέλ Ομάν, μητέρα του Πασκάλ, θα συμβάλει στην εξέλιξη της μυθοπλασίας μέσω ενός γράμματος, αλλά και ενός ατμοσφαιρικού μπαρ σε απόμερη παραλία της Κρήτης. Ήχοι από μουσικές διατρέχουν την αφήγηση, δημιουργώντας ένα ιδιαίτερο κλίμα. Όπως η ονομασία που η Σιμπέλ έδωσε στο παραθαλάσσιο μπαράκι της, «Le café des trois colombes», από το τραγούδι του Τζο Ντασέν, ενθύμιο του έρωτά της με τον Λάμπρο. Πρόσωπα και φράσεις από τη λογοτεχνία και το θέατρο γεννούν απαραίτητους συνειρμούς. Όπως τα λόγια του Κάφκα, που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως αποδοχή της δύναμης της τέχνης να αποτελέσει μια ασπίδα προστασίας: Η τέχνη φτερουγίζει γύρω απ’ την αλήθεια, αλλά με την κατηγορηματική πρόθεση να μην καεί (σ. 192).
Ανατρέχω σε προηγούμενες γραφές του Κοντολέων γύρω από τη θεματική του έρωτα. Όπως στην Ερωτική αγωγή (2003/2020), όπου με προκλητική γραφή ανάλογη της θεματικής του ο έρωτας παρουσιάστηκε γήινος, όλο σάρκα και αίμα, όπως άλλωστε του πρέπει. Ο έρωτας, ένας καθρέφτης, στον οποίο φάνηκε η απογείωση και η προσεδάφιση, η υπέρβαση ή η συγκαταβατική αποδοχή των ορίων. Η ερωτική πράξη δημιούργησε απελευθερωμένα άτομα δίνοντας την ώθηση που απαιτείται για την ποθητή αποδέσμευση. Η προβληματική αποδοχή, από την άλλη, του ερωτικού ενστίκτου και η αποσιώπησή του φάνηκε ικανή να υποτάξει ακόμη πιο ταπεινωτικά στις έξωθεν δεσμεύσεις. Τώρα, χρόνια μετά, στο νέο του μυθιστόρημα, επιτρέπει περισσότερο να εισχωρήσει η σκέψη, ο στοχασμός, το συναίσθημα. Μια επαναδιαπραγμάτευση, θα έλεγα, της θεματικής του έρωτα, στην οποία παίζει ρόλο ο χρόνος που αδυσώπητα κυλάει, οι αναμνήσεις που συσσωρεύονται, η οπτική της γυναίκας που συνυπάρχει με αυτήν του άντρα σε μια συνολική συνεκτίμηση των ρόλων, της ψυχοσύνθεσης των ηρώων και των έξωθεν επεμβάσεων. Θέλοντας να ενσωματώσει τη Φαίδρα στη δική του ιστορία, ήρθε πιο κοντά σε μια άλλη διάσταση του έρωτα, πιο δυναμική, εν δυνάμει απελευθερωτική, πιθανόν και πιο αυτοκαταστροφική.
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment