Ισίδωρος και Ματίας
– μια ‘ συνομιλία’ με τον συγγραφέα και τον ήρωά του
Ισίδωρος Ζουργός
«Σκηνές από τον βίο
του Ματίας Αλμοσίνο»
Μυθιστόρημα
Πατάκης, 2014
Ποια είναι η σχέση
ανάμεσα στις δυο οντότητες που συνυπάρχουν κάτω από το όνομα του ‘συγγραφέα’; Ο
συγκεκριμένος συγγραφέας. Με το δύο , εννοώ αφ΄ ενός το πρόσωπο που
υπάρχει πέρα από τη διαδικασία της συγγραφής –αυτόν που βγάζει βόλτα τον σκύλο
του, τρώει δημητριακά ολικής άλεσης για να έχει τακτικές αφοδεύσεις, πηγαίνει
το αυτοκίνητό του για πλύσιμο και ούτω καθεξής - και αφ΄ ετέρου τον άλλο, τον μυστηριώδη, τον
διφορούμενο που μοιράζεται το ίδιο σώμα, και ο οποίος, απαρατήρητος, το
καταλαμβάνει και το χρησιμοποιεί για να γράφει. (Μάργκαρετ Άτγουντ ,
«Συνομιλώντας με τους νεκρούς», μετάφρ. Δημήτρης Στεφανάκης, Ωκεανίδα 2005)
Αυτά έχει σημειώσει η γνωστή συγγραφέας σε ένα ενδιαφέρον
δοκίμιό της με τον τίτλο Η απατηλή αμφισημία.
Είναι ένα ενδιαφέρον κείμενο που έχει να κάνει με το διπλό πρόσωπο του κάθε συγγραφέα.
Και στο ίδιο αυτό κείμενο, κάπου λίγο πιο κάτω, σημειώνει με
αφοπλιστική ειλικρίνεια: Οποία αποκάλυψη
για μένα όταν διαπίστωσα πως δεν ήμουν αυτή που ήμουν! Ότι διέθετα μια άλλη
ταυτότητα που παραμόνευε απαρατήρητη, σαν άδεια βαλίτσα ξεχασμένη σε μια
ντουλάπα, περιμένοντας κάποιον να τη γεμίσει.
Και συνεχίζει αποδεικνύοντας τον ισχυρισμό της για μια διπλή
ταυτότητα του συγγραφέα, χρησιμοποιώντας απόψεις και κείμενα γνωστών
λογοτεχνών, όπως για παράδειγμα το διήγημα του Μπόρχες «Ο Μπόρχες κι εγώ», όπου
η καταληκτική φράση είναι: Δεν ξέρω ποιος
από τους δυο μας έχει γράψει αυτό το διήγημα.
Έτυχε να διατρέχω το συγκεκριμένο βιβλίο της Άτγουντ, τις
ίδιες μέρες που διάβαζα τις φωτοτυπημένες σελίδες του νέου μυθιστορήματος του
Ισίδωρου Ζουργού.
Αρχές Μαρτίου του 2014 ήταν και το «Σκηνές από τον βίο του
Ματίας Αλμοσίνο» επρόκειτο να κυκλοφορήσει μετά από ένα μήνα περίπου.
Είχα ζητήσει από την εκδότρια κα Άννα Πατάκη να μου στείλει
το συντομότερο δυνατό όλο το σώμα του μυθιστορήματος (780 σελίδες) γιατί ήθελα
να προλάβω να γράψω τις απόψεις μου γι αυτό εγκαίρως ώστε το σημείωμά μου να
δημοσιευθεί στο τελευταίο τεύχος της Κλεψύδρας
.
Κάποιες σελίδες της αρχής του, ο Ζουργός μου είχε, πριν από
ένα περίπου χρόνο, δώσει να διαβάσω και το όλο εγχείρημα το είχα δει ως μια ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα σύνθεση.
Ανυπομονούσα να βυθιστώ στην πλήρη του ανάπτυξη.
Ο Ισίδωρος Ζουργός –για να επιστρέψω στην Άτγουντ- μου είναι
πολύ γνωστός και πολύ αγαπητός και με τα δύο του πρόσωπα. Και αυτό το
καθημερινό και με το άλλο, το συγγραφικό.
Τον είχα γνωρίσει το 2000, όταν μόλις είχε τελειώσει το
δεύτερο (μέχρι τότε) μυθιστόρημά του και από τότε συνδέθηκα μαζί του με μια
ουσιαστική φιλική σχέση από τη μια, ενώ από την άλλη ιδιαίτερα εκτίμησα το
συγγραφικό του όραμα.
Ως άνθρωπος ο Ισίδωρος κυκλοφορεί στους δρόμους της
Θεσσαλονίκης με τις απλές, μα τόσο καθοριστικές ιδιότητες του δάσκαλου και του
οικογενειάρχη.
Αλλά δεν έχει κανείς παρά να μιλήσει έστω και για λίγο μαζί
του, δεν έχει παρά να περάσει για λίγο
από το σπίτι του για να καταλάβει πως αυτό που καθορίζει το άλλο του πρόσωπο,
το συγγραφικό, είναι η στενή σχέση με τα μεγάλα πνεύματος της Δύσης. Προπάτορες
του και συνοδοιπόροι του οι συγγραφείς που θεμελίωσαν το μυθιστόρημα.
Κι έτσι –μα το έβλεπα καθαρά πως ο Ζουργός από βιβλίο σε
βιβλίο, ολοένα και περισσότερο πλησίαζε τους μέγιστους Διδασκάλους του.
Γεννώντας τον Ματία Αλμοσίνο, πήρε πλέον να βηματίζει δίπλα
τους. Πιο σωστά συνεχίζει στις μέρες μας τους δρόμους που από εκείνους έχουν
χαραχτεί.
Ας δηλώσω, λοιπόν, από την αρχή την άποψή μου– το
μυθιστόρημα «Σκηνές από τον βίο του Ματίας Αλμοσίνο» δεν έχει προηγούμενο στην
σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία.
Κι όμως πατά γερά πάνω στους μεγάλους μυθιστοριογράφους μας
(μέσα στο πολυσέλιδο αυτό έργο, υπάρχουν στιγμές που οι ήρωες του Ζουργού
συνδιαλέγονται με πρόσωπα φερμένα από το έργο του Διονυσίου Ρώμα)
Πολλές από τις περιγραφές του φανερώνουν τη σχέση του
πενηντάχρονου συγγραφέα με τη ματιά ενός Παπαδιαμάντη, με το ύφος του Βιζυηνού.
Τα πάθη των ηρώων του είναι στιγμές που σε κάνουν να θυμηθείς τον αρσενικό
Καζαντζάκη, μα υπάρχουν και σπασίματα της ψυχής που έχουν τη γλύκα της Αιολικής Γης του Βενέζη.
Μα επίσης υπάρχει καταγωγή και από τη στιβαρή ματιά του
Τόμας Μαν, τον ουμανισμό του Τσβάιχ, τη νωχέλεια του Προυστ, τις αστικές
περιπλανήσεις του Ντίκενς.
Ναι, το μυθιστόρημα αυτό δεν μπορεί τόσο εύκολα να
περιοριστεί σε μια εθνική και μόνο ταυτότητα. Είναι μυθιστόρημα για την πορεία
του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Μαζί με τον ήρωά του κι ο αναγνώστης του ταξιδεύει στην
Ευρώπη στα χρόνια του 17ου αιώνα. Τότε που η επιστήμη θεμελιωνότανε
και ο θρησκευτικός φανατισμός σπαρταρούσε.
Ένα τέτοιο πρόσωπο και ο Ματίας Αλμοσίνο. Αναζητά
να διαβάζει με ορθολογισμό τον κόσμο του, αλλά παράλληλα στρέφει και τη ματιά
του προς την έννοια της μεταφυσικής του υπόστασης. Όλη του η ζωή –πολυτάραχη
και πολυταξιδεμένη- κυλά δίχως επαναστατικές, ακραίες εξάρσεις. Προτιμά τις
σπουδές και αυτό που θα προσφέρει στους συγχρόνους του θα είναι οι ιατρικές
γνώσεις του. Στον ίδιο του τον εαυτό θα δίνει το δικαίωμα και τον χρόνο να
στοχάζεται.
Μυθιστόρημα, λοιπόν, ιδεών και στοχασμών το «Σκηνές από τον
βίο του Ματίας Αλμοσίνο». Οι ιδέες και οι στοχασμοί κινούν τα νήματα
της πλοκής και διαμορφώνουν τους χαρακτήρες (οι οποίοι δεν είναι και λίγοι) που
κυκλοφορούνε στις σελίδες του. Και βέβαια όλα αυτά υλοποιημένα με μια γλώσσα
πλούσια, εύπλαστη, με δάνεια από το παρελθόν, με συνετή απόσταση από το γλωσσικό
τώρα.
Το πάθος του λογοτέχνη, η έρευνα του στοχαστή –να οι
κινητήριες δυνάμεις συγγραφής του έργου τούτου.
Με κάποιο τρόπο –υπόγειο όσο και δυναμικό – ο συγγραφέας των
δυο προσώπων (κατά Άτγουντ), βρίσκει το προσωπείο που θα χαρακτηρίζει τις
δίδυμες μορφές του.
Ισίδωρος και Ματίας.
Έτσι διάβασα εγώ αυτό το μυθιστόρημα.
Ο Ματίας Αλμοσίνο, γεννημένος κρυπτοεβραίος στη
Βασιλεία, τριγυρνά την Ευρώπη. Ελβετία,
Άλπεις, Βενετία, Κέρκυρα,Τζάντε και Θεσσαλονίκη, Κωνσταντινούπολη, Λονδίνο,
Άμστερνταμ, γερμανικά πριγκιπάτα, Τρανσυλβανία, Μολδαβία, Κίεβο, Μόσχα, Μαύρη
Θάλασσα, Μπουργκάς. Άγιο Όρος –εκεί
καταλήγει. Μια ζωή σχεδόν συνώνυμη της
περιπλάνησης, του φιλοσοφικού στοχασμού, της αναζήτησης του Θεού και των
συστατικών μορίων της ανθρώπινης ψυχής – μου εξομολογήθηκε μια μέρα ο ίδιος
ο Ισίδωρος.
Την ίδια περίοδο, την περίοδο της συγγραφής του έργου, ο Ζουργός ξεκινούσε κάθε πρωί για να πάει στους
μαθητές του –είναι ένα υπέροχος δάσκαλος. Και τα βράδια συντρόφευε τα όνειρα
των προσώπων της οικογένειάς του, μα παράλληλα και βυθιζότανε σε παλιά
συγγράμματα και ιστορικές μελέτες, ταξίδευε πάνω σε χάρτες και μύριζε λουλούδια
εποχών που έχουν καλυφθεί από τη σκόνη αιώνων.
Και κατάφερε να βρει το νήμα που συνδέει εποχές, πολιτισμούς, ιδέες
και ανθρώπους.
Δίχως εντυπωσιακές κραυγές. Μοναχά με την αγάπη και το σεβασμό σε αυτό
που είναι έργο των ανθρώπων. Τότε και τώρα… Για τον Ισίδωρο Ζουργό και για πάντα.
Δυο ζωές, λοιπόν. Οι περισσότεροι συγγραφείς δυο ζωές ζούμε,
ισχυρίζεται –σας θυμίζω- η Άτγουντ.
Αλλά πόσοι από εμάς καταφέρνουμε αυτές τις δυο ζωές μας με τόσο
απόλυτα ουσιαστικό τρόπο να τις υλοποιούμε; Και εν τέλει να τις ταυτίζουμε;
Ο Ισίδωρος Ζουργός, πιστός στο δικό του όραμα, μέσα από μια πορεία
είκοσι περίπου χρόνων και επτά μυθιστορημάτων, κατάφερε να ανατρέψει αυτό που ένας
ήρωας του Όσκαρ Ουάιλντ ισχυριζότανε : Οι
κατώτεροι ποιητές είναι απόλυτα γοητευτικοί… Το γεγονός και μόνο ότι έχουν
εκδώσει μια δευτεροκλασάτη συλλογή από σονέτα κάνει ένα άνθρωπο αληθινά
ακαταμάχητο. Ζει την ποίηση που δεν μπορεί να γράψει. Οι άλλοι γράφουν την
ποίηση που δεν τολμούν να πραγματοποιήσουν.
Ο ίδιος έχει πλέον εγγραφεί ως μια από τις σημαντικότερες συγγραφικές
παρουσίες της σύγχρονης λογοτεχνίας μας. Μαζί με τους προηγούμενους ήρωές του,
αλλά κυρίως με αυτόν τον τελευταίο –τον
Ματίας Αλμοσίνο- εγκαταστάθηκαν σε εξέχον διαμέρισμα του οικοδομήματος των
ευρωπαϊκών γραμμάτων.
No comments:
Post a Comment