Μια ενδιαφέρουσα συζήτηση στο "Ταλκ" με την Pelio Papadia
1. Έναν χρόνο μετά τη Μάσκα του Καπιτάνο, χαίρομαι πολύ που είστε και πάλι κοντά μας, με αφορμή τούτη τη φορά άλλο ένα βιβλίο για μεγάλα παιδιά (και για μεγάλους). Ο άλλος είναι μια ιστορία για δυο διαφορετικά, μα –κυριολεκτικά–όμοια έφηβα αγόρια. Που τα φέρνει η τύχη να συναντηθούν και να ανατραπεί η καθημερινότητά τους, οι σταθερές τους, τα πάντα. Τι άλλο μπορείτε να μας πείτε για τον Βάιο και τον Φώτο (χωρίς, όμως, να μαρτυρήσετε πολλά στοιχεία της πλοκής…);
- Ο αρχικό συγγραφικός ερεθισμός ήταν ένας προβληματισμός πάνω στο πως και στο πόσο διαμορφώνεται η ζωή ενός ανθρώπου ανάλογα με το οικογενειακό, κοινωνικό, οικονομικό και πολιτιστικό του περιβάλλον. Για να αναπτύξω αυτόν τον προβληματισμό μου, ‘γέννησα’ δυο εφήβους που ενώ θα μπορούσε ο ένας να ήταν ο άλλος, τελικά και ζώντας με δυο διαφορετικούς τρόπους, διαμόρφωσαν διαφορετικές προσωπικότητες. Αυτό ήταν η αρχή της έμπνευσης. Από εκεί και πέρα και όπως συνήθως γίνεται, τα ίδια τα πρόσωπα πήραν στα χέρια τους τη συνέχεια της ιστορίας μου, που στην ουσία είναι οι δικές τους ζωές
2. Αφιερώνετε το βιβλίο στον εγγονό σας, που «έσπειρε», όπως γράφετε, την ιστορία αυτή. Τι σκέφτηκε, λοιπόν, ο μικρός Μάνος και έβαλε μπρος το μυαλό και την πένα του μεγάλου Μάνου;
- Ναι, ήταν ένα καλοκαιρινό απόβραδο που καθώς εγώ κι εκείνος περπατούσαμε στα καλντερίμια ενός πηλιορείτικου χωριού και σκεφτόμαστε θέματα για ένα νέο μου βιβλίο, εκείνος έριξε την ιδέα μιας σύγχρονης εκδοχής του μυθιστορήματος του Μαρκ Τουέιν ‘Πρίγκιπας και φτωχός». Οπότε… Εγώ ‘τσίμπησα’ και το επόμενο πρωινό έπιασα δουλειά.
3. Τα κρυμμένα οικογενειακά μυστικά ως μοτίβο επανέρχονται συχνά στη λογοτεχνία. Και είναι λογικό… Οι ψυχολόγοι λένε πως πάντοτε –ακόμα κι αν δεν αποκαλυφθούν ποτέ– σημαδεύουν τους εμπλεκόμενους. Άρα δίνουν συγγραφική τροφή. Πόσο υλικό προσφέρουν στον Μάνο Κοντολέων οι αμαρτίες του παρελθόντος, που κουκουλώνονται, οι σκελετοί που παραχώνονται στο κελάρι; Όχι μόνο στο βιβλίο αυτό…
- Νομίζω πως όπως -και πολύ σωστά μάλιστα- επισημαίνετε πως τα οικογενειακά μυστικά σημαδεύουν τον κάθε άνθρωπο, με τον ίδιο τρόπο και την ίδια ένταση διαμορφώνουν και τους λογοτεχνικούς ήρωες. Στα δικά μου έργα, ακόμα και στα πιο απλά, πάντα υπάρχει μια ουσιαστική σύνδεση του ήρωα με το οικογενειακό του περιβάλλον. Γι αυτό, άλλωστε και θεωρώ πως μια από τις βασικές συγγραφικές ‘εμμονές’ μου, μαζί με την ταυτότητα και τον έρωτα, είναι και η οικογένεια. Στην ουσία, θα τολμήσω να ισχυριστώ πως η οικογένεια καλύπτει και τις άλλες δυο… Μέσα σε μια οικογένεια τίθενται θέματα ταυτότητας, μέσα σε μια οικογένεια είναι που άλλοτε γεννιέται κι άλλοτε πεθαίνει ο έρωτας.
4. Στο βιβλίο σας παρουσιάζονται και αναπόφευκτα συγκρούονται δυο εντελώς διαφορετικοί –πρακτικά και βέβαια ιδεολογικά– κόσμοι: Αυτός των πλουσίων και αυτός των φτωχών. Γιατί επιλέξατε να παρουσιάσετε στα εφηβάκια μας αυτό το δίπολο. Και μέσα από αυτό να προσεγγίσετε και το πάντοτε ευαίσθητο θέμα της οικογένειας.
- Ανήκω σε εκείνους που ευαγγελίζονται μια κοινωνία ισότητας. Γνωρίζω το πόσο κάθε άτομο είναι διαφορετικό από τα άλλα, αποδέχομαι τα προικιά που η Φύση χάρισε στον έναν και τα βαρίδια που η Φύση φόρτωσε σε έναν άλλο…Ττα αποδέχομαι γιατί αναγνωρίζω πως ο φυσικός κόσμος έχει τις δικές του ισορροπίες. Αλλά μέσα στην κοινωνία που ζούμε, αυτές οι ανισότητες με εξοργίζουν. Ξέρω πως ποτέ σε θα πάψουν να υπάρχουν, αλλά αυτό δε σημαίνει πως ακόμα περισσότερο δεν εξοργίζομαι. Μέσα σε αυτόν τον προβληματισμό, πολλές φορές έχω σκεφτεί πόσο μεγάλο ρόλο παίζει η αφετηρία στη ζωή των ανθρώπων. Από που ξεκινά ο καθένας μας. Νομίζω πως αυτό το ζήτημα θέλησα να το κάνω μυθιστόρημα. Αλλά καθώς άπλωνα την ιστορία μου, πρόσεξα πως πέρα από την αφετηρία, σημασία έχει και η διαδρομή. Υπάρχουν διαδρομές που οδηγούν σε αδιέξοδα, άλλες που οδηγούν να λεωφόρους. Κι αν την αφετηρία μας δεν μας επιτρέπουν να την ορίζουμε, μπορούμε να επιλέγουμε την διαδρομή μας… Μπορούμε, άραγε; Κάπου εδώ ήρθε και ο τίτλος – «Ο άλλος». Μα ποιος είναι ο άλλος;
5. Πάμε τώρα σε ένα άλλο δίπολο: Του Εαυτού και του Άλλου, που προφανώς απασχολεί τον καθέναν μας, αρχής γενομένης από την εφηβεία. Εσείς, λόγω της πλοκής του μυθιστορήματός σας, του δίνετε μια ακόμα μεγαλύτερη δύναμη. Αλλά εγώ θα μείνω στους εφήβους, στον αυτοπροσδιορισμό και στον ετεροπροσδιορισμό τους, στην αναζήτηση της ταυτότητας και του ειδώλου τους, στο «εγώ» vs «αυτοί/ές», και θα ήθελα το σχόλιό σας.
- Ανήκω στους συγγραφείς εκείνους που σχεδόν σε όλα τους τα μυθιστορήματα παρακολουθούν τους ήρωές τους από τα παιδικά τους χρόνια και την εφηβεία. Κι αυτό γιατί από εκεί όλοι μας καταγόμαστε. Σε εκείνα τα χρόνια στήνεται όλη η υπόλοιπη ζωή μας. Παράλληλα είμαι ένας από τους ελάχιστους έλληνες συγγραφείς που έχουν δώσει μεγάλο μέρος του έργου τους στο είδος εκείνο της λογοτεχνίας που χαρακτηρίζεται ως ‘μυθιστόρημα ενηλικίωσης’ . Κι αυτό γιατί έχω ανακαλύψει πως οι πλέον ενδιαφέροντες μυθιστορηματικοί ήρωες είναι οι έφηβοι. Αυτοί δηλαδή που βιώνουν την κάθε μέρα τους ως ένα μυθιστόρημα ανατροπών, αναστοχασμών, φόβων, ελπίδας, αγωνίας, επανάστασης. Κάθε μέρα αναζητούν να αυτοπροσδιοριστούν, να μορφοποιήσουν την επερχόμενη ενήλικη ταυτότητά τους. Όσοι συγγραφείς δεν στρέφονται προς την εφηβεία, ειλικρινά πιστεύω πως έχουν χάσει μεγάλες συγγραφικές εμπειρίες. Το ιδιαίτερα ανησυχητικό όμως είναι κάτι άλλο. Έχει να κάνει με την Πολιτεία που αυτού του είδους τη λογοτεχνία -την λέμε και λογοτεχνία για νεαρούς ενήλικες αναγνώστες, τη λέμε και λογοτεχνία cross over- δεν την φέρνει μέσα στη καθημερινότητα της σχολικής ζωής του Γυμνασίου και του Λυκείου. Κι έτσι οι νέοι μας δεν είναι εύκολο να ανακαλύψουν, να πλησιάσουν εκείνους τους ήρωες που τους μοιάζουν και που θα τους έδιναν ένα χέρι ουσιαστικής βοήθειας αυτογνωσίας.
6. Ενώ ο Καπιτάνο διαδραματιζόταν σε ένα απροσδιόριστο μέλλον (ο φουτουρισμός σίγουρα γοητεύει τους εφήβους), τοποθετήσατε τη δράση του Άλλου στο 1990. Υπήρχε κάποιος συγκεκριμένος λόγος που επιστρέψατε στο παρελθόν; Δεν φοβηθήκατε ότι μπορεί αυτό να «ξενίσει» τον έφηβο του 2022;
- Ο λογοτεχνικός χρόνος είναι κυκλικός. Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον συνυπάρχουν. Ως παιδί διάβαζα Μάρκ Τουέιν, διάβαζα Ντίκενς, Βέρν, διάβαζα και Δέλτα. Κάθε ένα από τα μυθιστορήματά τους από άλλη εποχή και μέρος ερχότανε. Κι όμως με βοήθησαν να κατανοήσω τον εαυτό μου, τους συγχρόνους μου και το παρελθόν. Γιατί να μην μπορεί και ένας σύγχρονος έφηβος να κάνει το ίδιο; Μήπως γιατί έχουμε μάθει να ζούμε όχι απλώς το σήμερα, αλλά το τώρα; Αν ναι -τότε κάνουμε ένα μεγάλο λάθος. Αποκόπτουμε το μέλλον μας από τις ρίζες του. Η λογοτεχνία δεν επιτρέπει στον εαυτό της να το κάνει. Κι εγώ προσπαθώ τη λογοτεχνία να υπηρετώ.
7. Πάνε σχεδόν 30 χρόνια από τότε που διάβαζα τα βιβλία σας ως έφηβη. Και αυτό που με τραβούσε, πέραν της λογοτεχνικότητάς τους και της αφηγηματικής σας δεινότητας, ήταν η ικανότητά σας να διεισδύετε στον ψυχισμό του εφήβου, να «πιάνετε» τους προβληματισμούς του, να μιλάτε τη γλώσσα του. Αυτή την ικανότητα δεν τη χάσατε, αν και οι εποχές έχουν αλλάξει, λόγω της τεχνολογικής επανάστασης. Το βλέπω και από το πώς «ρουφούν» τα δικά μου εφηβάκια τα βιβλία σας (αν και βρίσκονται σε φάση όπου έχουν μειώσει κατά πολύ την αναγνωστική τους δραστηριότητα), αλλά και από το πώς επιστρέφετε μέσα από τις λέξεις και τις ιστορίες σας εμένα, που έχω πατήσει τα σαράντα, στη δική μου εφηβεία. Μιλήστε μου για το ταλέντο σας αυτό.
- Σας ευχαριστώ για τις παρατηρήσεις σας. Δεν έχω κάτι περισσότερο να σας πως παρά το ότι πιστεύω στη διαχρονικότητα της εφηβείας. Μάλλον δεν την πιστεύω, αλλά τη βιώνω. Είπα και πιο πριν πως η παιδική και εφηβική μας περίοδο είναι οι ρίζες μας, η καταγωγή μας. Δεν απαρνιέμαι μήτε και ξεχνώ αυτό που με κρατά σταθερό πάνω στο έδαφος που περπατώ.
8. Στον Άλλο, όπως και στα περισσότερα βιβλία σας έχει κεντρική θέση ο έρωτας. Γιατί, άραγε, ο αναγνώστης –και δη ο έφηβος, που δεν ξέρει ακόμα πού πατά και πού βρίσκεται¬– τον αποζητά τόσο πολύ στα διαβάσματά του;
- Ελάτε τώρα! Θυμάμαι πως κάπου εκεί στα έντεκα με δώδεκα μου χρόνια, ρώτησα τη μητέρα μου πως θα καταλάβω ότι κάποια στιγμή θα είμαι ερωτευμένος. Και την ίδια ερώτηση, σε μια παρόμοια ηλικία, την έκανε και ο εγγονός μου στη δική του μητέρα. Όλα γύρω από ένα παιδί και έφηβο μιλάνε και για τον έρωτα. Τα τραγούδια, οι φωτογραφίες, οι ειδήσεις… Η ίδια η φύση του ανθρώπου μιλά γι αυτόν. Ο νέος άνθρωπος μυείται στον Έρωτα όπως μυείται και σε άλλα βασικά συναισθήματα -στη φιλία, στον ανταγωνισμό… Έκφραση της κοινωνίας είναι ο Έρωτας. Και βέβαια μέσον αυτοαναγνώρισης. Οπότε… Ε, ναι τον αποζητά στα διαβάσματά του… και όχι μόνο.
9. Σε ποιον απευθύνεστε όταν γράφετε; Έχετε έναν φανταστικό-ιδανικό αναγνώστη απέναντί σας, ανάλογα με το είδος του βιβλίου που δουλεύετε, τον οποίον λαμβάνετε υπόψη σας; Ή δημιουργείτε για εσάς και τελικά σ’ όποιον αρέσει το κείμενό σας;
- Ναι, πρώτιστα γράφω για τον εαυτό μου. Το που εκδοτικά θα απευθυνθεί το βιβλίο μου, είναι απόφαση που την επιβάλει η αγορά. Εγώ πάντα είμαι πίσω από κάθε γραμμή μου. Και δεν σκοπεύω να πάω μέσω των γραπτών μου να αναζητήσω τον αναγνώστη -άλλωστε δεν τον ξέρω μιας και δεν τον ομαδοποιώ. Αν είναι να συναντηθούμε, αυτός θα το αποφασίσει. Θα αποφασίσει και το πότε και το πως.
10. Τέλος, αν και προσωπικά δεν αγαπώ τους (περι)ορισμούς, θα ήθελα από εσάς, ως καθ’ ύλην αρμόδιο, μια και εσείς εισαγάγατε στην Ελλάδα το genre και τον όρο, να μας πείτε τι θεωρείται ή τι εσείς θεωρείτε young adult λογοτεχνία και ποια μυθιστορήματα θα χαρακτηρίζατε crossover.
- Όπως και πιο πριν ανέφερα, με τους όρους αυτούς χαρακτηρίζουμε λογοτεχνικά έργα που βασικά στηρίζονται στη ζωή και στα συναισθήματα ηρώων που διανύουν τη δεύτερη ή και την τρίτη ακόμα δεκαετία της ζωής τους. Είναι γραμμένα μέσα από τη δική τους ματιά -μια ματιά νεανική ή πιο σωστά μέσα από μια ματιά που κατανοεί την ψυχοσύνθεσή τους. Παράλληλα είναι έργα γραμμένα με απόλυτα λογοτεχνική οντότητα -δεν αποκρύπτουν, δεν ωραιοποιούν, δεν διδάσκουν. Δεν αυτολογοκρίνονται. Με άλλα λόγια είναι έργα -μυθιστορήματα κυρίως- που διαπερνούν τις ηλικίες των αναγνωστών, δηλαδή απευθύνονται και στο δεκαπεντάρη και τριανταπεντάρη και στον … εβδομηνταπεντάρη. Η παγκόσμια λογοτεχνία πάντα είχε να μας παρουσιάσει τέτοια έργα -σας θυμίζω το «Φύλακας στη σίκαλη», το «Ντέμιαν», έργα του Ντίκενς. Έχει και πλέον σύγχρονα -βιβλία του Κόρμιερ, του Μπέρτζες, της Φοξ, της Κάρολ Όουτς. Στην Ελλάδα αντίστοιχα έργα δεν μπορώ να πω πως είχαμε με μια τέτοια εκ μέρους των συγγραφέων πρόθεση συγγραφής. Παρόλα αυτά σήμερα μπορούμε ως young adult και cross over λογοτεχνία να θεωρήσουμε έργα του Κοσμά Πολίτη, μα και ακόμα πιο πολύ την «Τζοκόντα» του Κοκάντζη, το «Η ψίχα εκείνου του καλοκαιριού» του Ζουργού και βέβαια μυθιστορήματα δικά μου, της Eleni Priovolou, του Vassilis Papatheodorou, της Τούλα Τίγκα και άλλων σύγχρονων ελλήνων συγγραφέων που έχουν πιστέψει πολύ σε αυτό το είδος της λογοτεχνίας. Αλλά -είπαμε- πρέπει να το πιστέψει και η Πολιτεία… Ή μάλλον να τολμήσει να το πιστέψει.
No comments:
Post a Comment